Συστηματικές προσπάθειες καταβάλλει η γαστρεντερολογική κοινότητα προκειμένου να αναπτύξει αιματολογική εξέταση που ενδεχομένως μελλοντικά να αντικαταστήσει την καθόλου δημοφιλή κολονοσκόπηση. Σε αυτό το πλαίσιο γίνεται και η μελέτη «Διόπτρα» 2023-2027 που χρηματοδοτείται από την ΕΕ (πρόγραμμα HORIZON) με 28 συμμετέχοντες φορείς από 15 χώρες και 8 νοσοκομεία σε όλη την Ευρώπη. Στη μελέτη που γίνεται υπό την ομπρέλα του Εργαστηρίου Βιοϊατρικής Τεχνολογίας του ΕΜΠ, συμμετέχουν δύο ελληνικά νοσοκομεία, το Αττικόν και ο Άγιος Σάββας. «Το Αττικό Νοσοκομείο πρωτοπορεί γιατί έχει βάλει τους περισσότερους ασθενείς. Έχουμε πάνω από 250, νούμερο υπερπολλαπλάσιο από όλα τα υπόλοιπα νοσοκομεία», δηλώνει στο Πρακτορείο Fm και στην Τάνια Μαντουβάλου, ο καθηγητής Παθολογίας-Γαστρεντερολογίας, στην Ηπατογαστρεντερολογική Μονάδα, της Β’ Προπαιδευτικής Παθολογικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο «Αττικόν», Ιωάννης Παπανικολάου. Όπως εξηγεί ο καθηγητής, στόχος των ερευνητών, είναι να μπορέσουν  σε κάποια φάση να δημιουργήσουν με μεθόδους μοριακής βιολογίας και με όλες τις σύγχρονες τεχνικές, πρωτεϊνικό προφίλ με  την παρουσία, ή την προδιάθεση για καρκίνο παχέος εντέρου. (σσ. προφίλ δηλαδή βασισμένο σε πρωτεΐνες του αίματος γνωστές και ως βιοδείκτες, που όταν κάποιος τις έχει, έχει μεγάλες πιθανότητες να παρουσιάσει καρκίνο παχέος εντέρου).«Εμείς κάνουμε κολονοσκόπηση και βρίσκουμε πολύποδες, ή καρκίνους. Στη συνέχεια παίρνουμε υλικό από αυτούς τους ασθενείς, αλλά και υλικό από άτομα χωρίς ευρήματα, και τους παίρνουμε και αίμα. Σε αυτά τα υλικά εξετάζουμε την παρουσία ή όχι  περίπου 4.000 πρωτεϊνών.  Από αυτή τη διαδικασία σκοπεύουμε να φτιάξουμε προφίλ, τα οποία να καταδεικνύουν αν κάποιος έχει μεγάλη προδιάθεση για καρκίνο παχέος εντέρου, εφόσον έχει στον οργανισμό του συγκεκριμένες πρωτεΐνες. Οπότε και να παραπέμπουμε αναλόγως για κολονοσκόπηση, ή όχι». Υπάρχουν τέτοια τεστ που κυκλοφορούν στην Αμερική, αλλά δεν έχουν ακόμη μεγάλη ευαισθησία, εξηγεί ο κ. Παπανικολάου και συμπληρώνει ότι η αξιολόγηση αυτών των πρωτεϊνών θα γίνει με μοντέλα που ενσωματώνουν την τεχνητή νοημοσύνη και μελλοντικά οι επιστήμονες θα επεξεργάζονται και συμπεριφορικά στοιχεία σε σχέση με την προδιάθεση ή ύπαρξη καρκίνου παχέος εντέρου.

Self test αιμοσφαιρίνης κοπράνων: Η δύναμη του είναι και η αχίλλειος πτέρνα του

Όσον αφορά το self test για καρκίνο παχέος εντέρου, το τεστ αιμοσφαιρίνης κοπράνων, που αναμένεται να ενταχθεί τον Ιούνιο στον προσυμπτωματικό έλεγχο, ο κ. Παπανικολάου το χαρακτηρίζει αρκετά συμπαθητικό και εξηγεί τα υπέρ και τα κατά: «Είναι ένας καλός τρόπος για προληπτικό έλεγχο. Το πλεονέκτημα του είναι ότι έχει μία μεγαλύτερη αποδοχή από την ανταγωνιστική του εξέταση για προληπτικό έλεγχο που είναι η κολονοσκόπηση, η οποία σε κάθε περίπτωση αποτελεί τον χρυσό κανόνα, αφού σου επιτρέπει να διαπιστώσεις προκαρκινικές βλάβες. Δηλαδή αδενωματώδεις πολύποδες. Ενίοτε η προληπτική εξέταση γίνεται και θεραπευτική, εφόσον αφαιρούνται επί τόπου οι πολύποδες κι έτσι δεν εξελίσσονται σε καρκίνο.  Το self test, από την άλλη είναι εύκολο, απλό, γρήγορο, το κάνει κάποιος σπίτι του και ανιχνεύει την παρουσία αίματος στα κόπρανα. Η δύναμη του είναι και η αχίλλειος πτέρνα του.  Κι αυτό γιατί αν ένας πολύποδας, μία προκαρκινική βλάβη δεν ματώνει, τότε ο αυτοεξεταζόμενος δεν θα δει το πρόβλημα, θα το χάσει. Επίσης, πολλοί πολύποδες δεν ματώνουν, οπότε και αυτούς δεν θα τους βρει. Κι έτσι μπορεί αυτό να έχει ως αποτέλεσμα κάποιος να εφησυχάσει, να μην πάει για κολονοσκόπηση, ένας πολύποδας να μεγαλώνει και το άτομο να διαγνωστεί με καρκίνο, όταν είναι ήδη αργά». Το ερώτημα που εύλογα προκύπτει είναι ποιος είναι τελικά ο λόγος ύπαρξης αυτής της εξέτασης. Αν δεις θετική αιμοσφαιρίνη κοπράνων δεν έχεις καμία δικαιολογία να αποφύγεις την κολονοσκόπηση. Είναι επί της ουσίας ένα μέσο πίεσης για να ακολουθήσουμε το gold standard που είναι η κολονοσκόπηση, απαντά ο κ. Παπανικολάου, επισημαίνοντας παράλληλα ότι ένας πολύποδας εξελίσσεται σε καρκίνο, σε βάθος δεκαετίας.

Σε βάθος τετραετίας μπορεί να αντικατασταθεί η κολονοσκόπηση

Πότε προσδιορίζετε χρονικά ότι μία αιματολογική εξέταση θα μπορεί να αντικασταστήσει την κολονοσκόπηση, ερωτάται στη συνέχεια ο καθηγητής: Εμείς ελπίζουμε να είμαστε έτοιμοι σε 3-4 χρόνια, λέει ο κ. Παπανικολάου, ενώ την ίδια στιγμή παραθέτει δεδομένα για την απήχηση που έχει η κολονοσκόπηση στον πληθυσμό. «Σύμφωνα με δεδομένα που παρουσιάστηκαν στο τελευταίο πανευρωπαϊκό συνέδριο Γαστρεντερολογίας, στην κολονοσκόπηση συμμετέχουν από 1% των προσκεκλημένων, έως 73%, το οποίο είναι εντυπωσιακό και πολύ ικανοποιητικό ποσοστό. Αυτό συναντάται σε χώρες με οργανωμένα συστήματα υγείας όπως πχ η Ολλανδία, ενώ το χαμηλότερο ποσοστό συμμετοχής είναι σε χώρες κυρίως της Αν. Ευρώπης».

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Share.
Exit mobile version