Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη.

Το άγχος στην παιδική ηλικία μπορεί να προκαλέσει γενετικές αλλαγές στο σπέρμα και κατά συνέπεια να επηρεάσει και τις επόμενες γενιές αποκαλύπτει μια νέα μελέτη.

Πρόκειται για την πρώτη έρευνα που εντοπίζει άμεση συσχέτιση μεταξύ του ψυχολογικού στρες στην παιδική ηλικία και των επιγενετικών αλλαγών στα σπερματοζωάρια. Η πρωτοποριακή αυτή ανακάλυψη έγινε στα πλαίσια της μελέτης Finn Brain του Πανεπιστημίου του Τούρκου στη Φινλανδία, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης, στη Δανία. Η μελέτη Finn Brain ξεκίνησε το 2010, συμμετέχουν περισσότερες από 4.000 οικογένειες και στοχεύει στη διερεύνηση περιβαλλοντικών και γενετικών παραγόντων που επηρεάζουν την ανάπτυξη ενός παιδιού.

Προηγούμενες μελέτες έχουν διαπιστώσει ότι η έκθεση του πατέρα σε ορισμένους περιβαλλοντικούς παράγοντες όπως οι τοξίνες, το κάπνισμα, η σωματική δραστηριότητα, οι διατροφικές συνήθειες και το χρόνιο στρες επηρεάζουν το γενετικό υλικό στο σπέρμα αλλά και τις επόμενες γενιές μέσω της επιγενετικής κληρονομικότητας.

Η επιγενετική κληρονομικότητα αναφέρεται στη μετάδοση πληροφοριών σχετικά με επίκτητες παθήσεις στην επόμενη γενιά χωρίς να έχει κωδικοποιηθεί στην αλληλουχία του DNA. Αυτά τα «επιγενετικά σημάδια» έχουν τη δυνατότητα να αλλάζουν την πρώιμη εμβρυϊκή αναπτυξιακή τροχιά,  να επηρεάζουν τον φαινότυπο των απογόνων και να μεταβιβάζονται από γενιά σε γενιά μέσω των γαμετών.

Ο ρόλος του παιδικού άγχους στην επιγενετική του σπέρματος

Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Τούρκου θέλησαν να διερευνήσουν εάν η κακοποίηση στην παιδική ηλικία και τα αυξημένα επίπεδα στρες επηρεάζουντο επιγονιδίωμα του σπέρματος και τα μελλοντικά χαρακτηριστικά των απογόνων.

Στην μελέτη συμμετείχαν 75 μεσήλικες άνδρες οι οποίοι κλήθηκαν να απαντήσουν στο ειδικό ερωτηματολόγιο Trauma and Distress Scale (TADS) που καταγράφει τις εμπειρίες κακοποίησης στην παιδική ηλικία. Στη στατιστική μοντελοποίηση ελέγχθηκαν και άλλοι παράγοντες υγείας, όπως η ηλικία, το βάρος, η διατροφή, οι συνήθειες καπνίσματος και αλκοόλ.

Μετά από τις αναλύσεις του επιγονιδιώματοςτου σπέρματος που είχε συλλεχθεί από τους συμμετέχοντες, σε συνδυασμό με την αξιολόγηση των απαντήσεων στα ερωτηματολόγια, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι, στους άνδρες που είχαν ενταχθεί στην ομάδα με τα υψηλότερα επίπεδα παιδικής κακοποίησης εντοπίστηκαν τρεις περιοχές του γονιδιώματος που έφεραν διακριτά προφίλ μεθυλίωσης DNA στο σπέρμα, κυρίως κοντά σε γονίδια που ρυθμίζουν την ανάπτυξη του κεντρικού νευρικού συστήματος.

«Αν και όλα τα κύτταρα στο σώμα έχουν τα ίδια γονίδια και το ίδιο DNA, έχουν ωστόσο διακριτά επιγενετικά προφίλ, τα οποία καθορίζουν τη διαφορετική εμφάνιση και λειτουργία τους. Με αυτόν τον τρόπο η επιγενετική ρύθμιση επιτρέπει τις διαφορές στα κύτταρα του εγκεφάλου, των μυών και του δέρματος και ενεργοποιεί τα γονίδια. Η επιγενετική κληρονομικότητα μέσω του επιγονιδιώματος του σπέρματος είναι ένα συναρπαστικό ερευνητικό θέμα και οι μηχανισμοί που εμπλέκονται βρίσκονται υπό διαρκή διερεύνηση από την ομάδα μας» δήλωσε η Δρ. Noora Kotaja, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας.

Σύμφωνα με τους ερευνητές τα ευρήματά αποδεικνύουν αναμφίβολα ότι η έκθεση στο στρες, ακόμη και από την παιδική ηλικία, μπορεί να αφήσει επιγενετικά αποτυπώματα στα σπερματοζωάρια, τα οποία παραμένουν σταθερά σε όλη τη διάρκεια της ζωής.

Τα ευρήματα της μελέτης μπορεί επίσης να έχουν πρακτικές επιπτώσεις για τις μελλοντικές γενιές μέσω της επιγενετικής κληρονομικότητας, καθώς πολλές από τις παρατηρούμενες επιγενετικές συσχετίσεις είναι πιθανόν να επιδρούν στη ρύθμιση της ανάπτυξης του κεντρικού νευρικού συστήματος της επόμενης γενιάς.

Πηγή: Molecular Psychiatry

Share.
Exit mobile version