Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη
“Η περίπτωσή μου είναι μια ιστορία απίστευτης τύχης. Μια σειρά από γεγονότα συνέβαλαν στο να είμαι σήμερα ζωντανός και πάνω από όλα, ευγνώμων για τη δεύτερη ευκαιρία που μου δόθηκε για να ζήσω.
Ανακάλυψα ότι πάσχω από υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια εντελώς τυχαία σε μια άσχετη επίσκεψη στο νοσοκομείο για μια απλή ίωση, στην ηλικία μόλις των 20 ετών. Μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχα ιδέα τι ακριβώς είναι αυτό από το οποίο έπασχα. Δεν άργησα να πληροφορηθώ ότι πρόκειται για την πάθηση που προκαλεί αιφνίδιο θάνατο στους αθλητές μέσα στους αγωνιστικούς χώρους.
Βέβαια έναν 20χρονο φοιτητή δεν τον φοβίζει καμιά ιατρική σύσταση του τύπου «κινδυνεύεις, πρέπει να ζεις προσεχτικά, χωρίς άθληση και να σε παρακολουθεί συχνά καρδιολόγος». Όταν είσαι 20 χρονών συνεχίζεις να ζεις κανονικά την έντονη φοιτητική ζωή με ότι αυτό συνεπάγεται. Η αλήθεια μάλιστα είναι ότι την έζησα πολύ πιο έντονα από το κανονικό, δεν στερήθηκα τίποτα!
Αφού τελείωσα το ΕΜΠ, πήγα φαντάρος και τελειώνοντας άρχισα αμέσως να εργάζομαι σαν χημικός μηχανικός. Οι πρώτες μου δουλειές είχαν έντονη σωματική δραστηριότητα αλλά και πολύ άγχος. Στάθηκα τυχερός όμως και δε μου συνέβη το παραμικρό εκείνη την περίοδο. Συνέχισα να ζω έντονα, ήμουν νέος, ήθελα να ρουφήξω την ζωή: έντονη προσωπική ζωή, διασκέδαση, ξενύχτια, πολύωρη εξαντλητική δουλειά. Ζούσα δηλαδή όπως θα ζούσε οποιοσδήποτε φιλόδοξος νέος που αγαπάει τη ζωή, τις γυναίκες, τη δουλειά και κάνει όνειρα για το μέλλον. Όλα πήγαιναν όπως ήθελα.
Μέχρι που μια μέρα, στα 30 μου, έρχεται το πρώτο αιφνίδιο και παραλίγο μοιραίο λιποθυμικό επεισόδιο την ώρα που ήμουν μέσα στο αυτοκίνητο. Για άλλη μια φορά τυχερός, γιατί το αυτοκίνητο ήταν σταματημένο, δεν οδηγούσα εκείνη τη στιγμή. Μεταφέρθηκα άμεσα στο νοσοκομείο όπου υπέστη τέσσερις ανακοπές καρδιάς οι οποίες ανατάχθηκαν με απινιδωτή και με επανέφεραν πίσω στην ζωή. Και σε αυτή την περίπτωση, η τύχη ήταν, για άλλη μια φορά, στο πλευρό μου. Παρά τη δύσκολη κατάσταση, δεν φοβήθηκα. Η αισιόδοξη σκέψη και το χιούμορ με βοηθάνε πάντα στις δύσκολες στιγμές.
Θυμάμαι πάντα με χαμόγελο την επίσκεψή μου στο νοσοκομείο λίγο καιρό μετά από αυτό το γεγονός, για να με ενημερώσει ο γιατρός τι μέλλει γενέσθαι με την περίπτωσή μου. Είχα καλή ψυχολογία τότε, ήμουν και ερωτευμένος και έκανα όνειρα πολλά και μεγάλα. Φορούσα κουστούμι εκείνη την μέρα γιατί θα πήγαινα μετά στη δουλειά και φυσικά, τζελ στα μαλλιά.
Πάντα έβαζα, άρεσε στα κορίτσια.
7 Γενάρη του 1999, λοιπόν στο κυλικείο του Γ.Ν.Γ. Γεννηματάς πετυχαίνω τον γιατρό μου.
– Θοδωρή, θα το ξαναπάθεις. Πρέπει να κάνουμε εμφύτευση απινιδωτή.
– Γιατρέ, θα ζήσω;
– Τι να σου πω ρε φίλε; Ένας άνθρωπος που έπαθε τέσσερις ανακοπές, έκανε 20 μέρες στην εντατική κι έρχεται την επόμενη κουστουμαρισμένος και με τζελ στα μαλλιά, δεν πεθαίνει!…
Ένα όμως ήταν σίγουρο εκείνη την ημέρα. Ο γιατρός ήταν απόλυτος, τα επεισόδια των θανατηφόρων υπερκοιλιακών ταχυκαρδιών θα τα έβρισκα και πάλι μπροστά μου κάποια στιγμή και μάλιστα σύντομα. Αποφασίστηκε λοιπόν να μου γίνει εμφύτευση απινιδωτή που θα ανέτασε τις ανακοπές και να μου χορηγηθεί φαρμακευτική αγωγή δια βίου. Ο τρόπος ζωή μου από κει και πέρα έπρεπε να αλλάξει, ήταν ξεκάθαρο πια. Δεν ήταν όμως καθόλου εύκολο. Σαν το μεγαλύτερο παιδί που προέρχεται από φτωχή οικογένεια, έπρεπε να συνεχίσω να εργάζομαι. Δεν θα άντεχα ποτέ να με συντηρεί η οικογένειά μου. Και εδώ στάθηκα τυχερός γιατί με στήριξαν όλοι, εργοδότες, συνάδελφοι, πελάτες, φίλοι. Και πάνω από όλους ο φίλος και γιατρός μου, Άρης Αναστασάκης. Υπήρξα ιδιαίτερα τυχερός άνθρωπος που είχα κοντά μου σε όλη αυτή την περιπέτεια της ζωής μου υπέροχους ανθρώπους.
Είχα βέβαια κι άσχημες στιγμές, όταν για παράδειγμα, μετά από μια σειρά συνεντεύξεων με προσέλαβε μεγάλη πολυεθνική εταιρεία πετρελαιοειδών και, παρά την πρόσληψή μου, λίγο μετά με απέρριψε ο γιατρός της εταιρείας, λόγω του ζητήματος της υγείας μου.
Το Πάσχα του 2003 η πάθησή μου είχε πια εξελιχθεί βαθμιαία σε διατατική μυοκαρδιοπάθεια, με απλά λόγια ήμουν πλέον αντιμέτωπος με την καρδιακή ανεπάρκεια και βάδιζα σταθερά προς το πνευμονικό οίδημα και τον αιφνίδιο θάνατο. Με προστάτευε ο απινιδωτής, ο οποίος μου έσωσε εκείνη την περίοδο τρεις φορές την ζωή μου (η τύχη μου ήταν εκεί για άλλη μια φορά!). Η καρδιακή ανεπάρκεια είναι ζόρικη κατάσταση. Επιδεινώνεται διαρκώς, σε καταβάλει, σε εμποδίζει να κάνεις στοιχειώδη πράγματα όπως ένα μικρό περίπατο ή να ανέβεις τρία σκαλιά. Μοναδική διέξοδος από αυτή την κόλαση, όπως μου είπαν οι γιατροί, ήταν η μεταμόσχευση καρδιάς.
Το καλοκαίρι του 2003 πέρασα το κατώφλι του Ωνασείου. Κι εδώ σταματάει η περίοδος της τύχης. Γιατί στο Ωνάσειο τίποτα δε γίνεται και τίποτα δεν αφήνεται στην τύχη. Στο Πρόγραμμα Μεταμοσχεύσεων του κου Πέτρου Αλιβιζάτου, ο ασθενής παρακολουθείται από μια ομάδα επαγγελματιών με αφοσίωση, προσήλωση και αδιανόητη οργάνωση που εμπνέει απίστευτη σιγουριά. Μετά από έναν αυστηρό κι επίπονο προμεταμοσχευτικό έλεγχο μπήκα στην λίστα αναμονής και το μόνο που απέμενε ήταν να βρεθεί το κατάλληλο μόσχευμα, η νέα καρδιά. Ούτε αυτό ήταν θέμα τύχης, από πλευράς οργάνωσης.
Εκείνο το βράδυ, πριν την μεταμόσχευση, έγιναν όλα όπως έπρεπε. Είχε προηγηθεί η διάγνωση του εγκεφαλικού θανάτου του υποψήφιου δότη, έγινε σωστά κι επαγγελματικά η επικοινωνία των εντατικολόγων με την οικογένειά του και τους οικείους του κι εκείνοι έκαναν την τεράστια υπέρβαση, την υπέρτατη πράξη ανθρωπισμού κι αλληλεγγύης και δώρισαν τα όργανά του. Η καρδιά του ταίριαζε σε μένα. Ήταν θέμα ωρών να ξυπνήσω με την καρδιά του Κώστα και να ξαναγεννηθώ. Και μέσα μου υποσχέθηκα πως θα αγωνίζομαι πάντα από εκείνη την ημέρα και μετά η καρδιά αυτού του παιδιού να συνεχίσει να χτυπάει στο στήθος ενός καλού ανθρώπου.
10 Νοέμβρη 2003, ώρα οκτώ το βράδυ, Ωνάσειο. «Όλα έτοιμα» μου λένε αλλά εγώ νυστάζω, θέλω να κοιμηθώ. Στο Ερρίκος Ντυνάν η οικογένεια του Κώστα είχε πει το μεγάλο «ναι». Μια καρδιά υπήρχε για μένα. Και εκείνο το βράδυ μου δόθηκε απλόχερα.
Σίγουρα υπάρχει ακόμη μεγάλη προκατάληψη και έλλειψη ενημέρωσης για τη δωρεά των οργάνων. Είναι αναγκαίο όμως να αλλάξει αυτό. Να γίνεται η διαδικασία της δωρεάς οργάνων συστηματικά, επαγγελματικά και οργανωμένα σε κάθε ΜΕΘ της χώρας. Έτσι θα σώζονται ζωές. Εκεί πρέπει να επικεντρωθεί η Πολιτεία και ο ιατρικός κόσμος, στην ενίσχυση των ΜΕΘ και στην ενημέρωση των πολιτών.
Σήμερα αισθάνομαι πραγματικά σαν να έχω ξαναγεννηθεί. Εργάζομαι, γυμνάζομαι, διασκεδάζω, κάνω όνειρα. Τίποτα από όλα αυτά δεν θα είχε συμβεί εάν δεν υπήρχε ένας γονιός σε μια εντατική να πάρει την απόφαση, παρά τον πόνο του, να δωρίσει τα όργανα του αγαπημένου του παιδιού που «έφευγε» σε κάποιον άγνωστο. Δεν θα ζούσα σήμερα εάν αυτοί οι γονείς δεν έπαιρναν την μεγάλη απόφαση η καρδιά του παιδιού τους να συνεχίσει να χτυπάει στο δικό μου στήθος.
Σήμερα βλέπω τον κόσμο και τους ανθρώπους με άλλη ματιά. Έχω γίνει νομίζω καλύτερος άνθρωπος και πιστεύω με την … καρδιά μου στην ανιδιοτελή προσφορά.
Και σχεδόν δεκαεννιά χρόνια μετά εξακολουθώ να βάζω πάντα τζελ στα μαλλιά κάθε μέρα!…”.
Ο κ. Κοτσαρίνης, είναι 55 ετών, Χημικός Μηχανικός και Μέλος του Πανελλήνιου Συλλόγου Μεταμόσχευσης Καρδιάς – Πνευμόνων «Σκυτάλη»