Νέα θετικά ερευνητικά δεδομένα διάρκειας έξι ετών από τη μελέτη επέκτασης του alemtuzumab σε ασθενείς με υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα πολλαπλή σκλήρυνση (RRMS) ανακοίνωσαν η Sanofi και η παγκόσμια Επιχειρησιακής της Μονάδα Sanofi Genzyme . Tα αποτελέσματα παρουσιάστηκαν στο 32ο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη Θεραπεία και την Έρευνα της Πολλαπλής Σκλήρυνσης (ECTRIMS) στο Λονδίνο.
Σε ασθενείς με υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα πολλαπλή σκλήρυνση (RRMS) οι οποίοι έλαβαν θεραπεία με alemtuzumab στη διάρκεια των πιλοτικών μελετών Φάσης III CARE-MS, τα εντυπωσιακά αποτελέσματα των πρώτων δύο ετών των μελετών, διατηρήθηκαν για τέσσερα επιπλέον έτη κατά τη διάρκεια της μελέτης επέκτασης. Πάνω από το 90% των ασθενών που έλαβαν θεραπεία με alemtuzumab στις κλινικές μελέτες CARE-MS εντάχθηκε στη μελέτη επέκτασης. Αυτοί οι ασθενείς ήταν υποψήφιοι να λάβουν επιπλέον αγωγή με alemtuzumab στη μελέτη επέκτασης, εφόσον εμφάνιζαν τουλάχιστον μία υποτροπή ή τουλάχιστον δύο νέες ή αυξανόμενες σε μέγεθος βλάβες στον εγκέφαλο ή τον νωτιαίο μυελό.
Μετά τη χορήγηση των δύο αρχικών κύκλων θεραπείας στις κλινικές μελέτες CARE-MS, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν κατά την έναρξη των συνεδριών και τον 12ο μήνα, το 64% των ασθενών που έλαβαν θεραπεία με alemtuzumab στη μελέτη CARE-MS I και το 55% των ασθενών στη μελέτη CARE-MS II δεν έλαβαν επιπλέον θεραπεία με alemtuzumab για τα επόμενα πέντε έτη έως και τον 72ο μήνα.
- Το χαμηλό ετήσιο ποσοστό υποτροπών που παρατηρήθηκε στους ασθενείς που έλαβαν alemtuzumab στις μελέτες Φάσης III, CARE-MS I (0,16) και CARE-MS II (0,28), παρέμεινε σταθερό καθ’ όλη τη διάρκεια της μελέτης επέκτασης (0,12 και 0,15 στο έκτο έτος).
- Έως το έκτο έτος, το 77% και το 72% των ασθενών που έλαβαν θεραπεία με alemtuzumab στις μελέτες CARE-MS I και CARE-MS II, αντίστοιχα, δεν εμφάνισαν επιδείνωση της επιβεβαιωμένης αναπηρίας στους έξι μήνες, όπως αξιολογήθηκε με βάση την κλίμακα EDSS (Expanded Disability Status Scale/ Διευρυμένη Κλίμακα Κατάστασης Αναπηρίας).
- Έως το έκτο έτος, το 34% και το 43% των ασθενών που εμφάνιζαν αναπηρία πριν από τη χορήγηση θεραπείας με alemtuzumab στις μελέτες CARE-MS I και CARE-MS II, αντίστοιχα, παρουσίασαν βελτίωση με βάση την κλίμακα EDSS σε σύγκριση με τη βαθμολογία πριν από την έναρξη της θεραπείας, η οποία διατηρήθηκε για τουλάχιστον έξι μήνες.
- Έως το έκτο έτος, οι ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με alemtuzumab στις μελέτες CARE-MS I και II παρουσίασαν επιβράδυνση της εγκεφαλικής ατροφίας, όπως μετρήθηκε βάσει του κλάσματος εγκεφαλικού παρεγχύματος στη μαγνητική απεικόνιση (MRI). Από το τρίτο έως το έκτο έτος, η μέση ετήσια μείωση του όγκου του εγκεφάλου ήταν -0,20% ή μικρότερη, τιμή χαμηλότερη σε σχέση με την τιμή που παρατηρήθηκε στους ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με alemtuzumab στη διάρκεια των πιλοτικών μελετών διετούς διάρκειας (CARE-MS I: -0,59% το πρώτο έτος· -0,25% το δεύτερο έτος· CARE-MS II: -0,48% το πρώτο έτος· -0.22% το δεύτερο έτος).
- Κατά το τρίτο, τέταρτο, πέμπτο και έκτο έτος, οι περισσότεροι ασθενείς δεν παρουσίασαν καμία ένδειξη δραστηριότητας της νόσου βάσει μαγνητικής απεικόνισης (MRI) η οποία ορίζεται ως νέα προσλαμβάνουσα γαδολίνιο T1 βλάβη και νέα ή αυξανόμενη σε μέγεθος T2 βλάβη (66-72%, CARE-MS I· 68-70%, CARE-MS II).
- Έως το έκτο έτος, η ετήσια επίπτωση των πιο συχνά εμφανιζόμενων ανεπιθύμητων ενεργειών κατά τη διάρκεια της μελέτης επέκτασης ήταν συγκρίσιμη ή μειωμένη σε σύγκριση με τις πιλοτικές μελέτες. Η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών που σχετίζονταν με το θυρεοειδή ήταν υψηλότερη το τρίτο έτος και μειώθηκε στη συνέχεια.
Οι Φάσης III κλινικές μελέτες του alemtuzumab ήταν τυχαιοποιημένες, πιλοτικές μελέτες διετούς διάρκειας τυφλής αξιολόγησης που συνέκριναν τη θεραπεία με alemtuzumab με υψηλής δόσης υποδόρια ιντερφερόνη βήτα-1α σε ασθενείς με ενεργή υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα πολλαπλή σκλήρυνση, οι οποίοι είτε δεν είχαν λάβει προηγουμένως θεραπεία (CARE-MS I) είτε δεν είχαν ανταποκριθεί επαρκώς σε διαφορετική θεραπεία (CARE-MS II).