NEA

Νέα έρευνα ρίχνει φως στον καθοριστικό ρόλο του ιού Epstein-Barr στην ανάπτυξη της Σκλήρυνσης Κατά Πλάκας

Νέα έρευνα ρίχνει φως στον καθοριστικό ρόλο του ιού Epstein-Barr στην ανάπτυξη της Σκλήρυνσης Κατά Πλάκας

Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη

 

Ερευνητές στο Ηνωμένο Βασίλειο πιστεύουν ότι μπορεί να βρίσκονται κοντά στην κατανόηση του τρόπου με τον οποίο ο ιός Epstein-Barr (EBV), ο οποίος προκαλεί λοιμώδη μονοπυρήνωση, μπορεί να συμβάλει στην εμφάνιση της Σκλήρυνσης Κατά Πλάκας (ΣΚΠ).

Η ανακάλυψη ότι ο ιός Epstein-Barr μπορεί να αποτελεί τον κύριο παράγοντα εμφάνισης σκλήρυνσης κατά πλάκας, δίνει νέα ώθηση στην επιστημονική έρευνα κα στην

Περισσότερα από 3 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως πάσχουν από Σκλήρυνση Κατά Πλάκας (ΣΚΠ), μια χρόνια φλεγμονώδης αυτοάνοση νόσος του κεντρικού νευρικού συστήματος. 

Παρά το γεγονός ότι οι θεραπείες για τη σκλήρυνση κατά πλάκας έχουν βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, δεν υπάρχει ακόμα οριστική θεραπεία καθώς οι ερευνητές εξακολουθούν να μην κατανοούν πλήρως τι “αποπροσανατολίζει” το ανοσοποιητικό σύστημα ώστε να προκαλείται ΣΚΠ. 

Ωστόσο, αν και τα αίτια της σκλήρυνσης κατά πλάκας δεν είναι ακόμη πλήρως κατανοητά, είναι πλέον αποδεδειγμένο επιστημονικά ότι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη ΣΚΠ φαίνεται να είναι ένας κοινός ερπητοϊός, ο ιός Epstein-Barr (EBV).

Ο ιός  μολύνει τους ανθρώπους συνήθως κατά την παιδική ηλικία, πολλές φορές όμως χωρίς να προκαλεί συμπτώματα, με αποτέλεσμα οι περισσότερες πρώιμες λοιμώξεις να περνούν απαρατήρητες από τους ασθενείς. Μετά την πρωτογενή μόλυνση, σε αντίθεση με τις περισσότερες ιογενείς λοιμώξεις, ο ιός Epstein-Barr δεν απομακρύνεται από το ανοσοποιητικό σύστημα - ο οποίος “κρύβεται” μέσα στα Β-κύτταρα, ένας τύπος ανοσοκυττάρων που παράγει αντισώματα που δεσμεύονται και καταστρέφουν εισβάλλοντες ιούς ή βακτήρια - και ο φορέας τον μεταφέρει εφ' όρου ζωή. Το 90% των ανθρώπων παγκοσμίως εκτιμάται ότι είναι φορείς του EBV.

Ωστόσο, εάν η πρώτη μόλυνση εμφανιστεί στην εφηβεία ή αργότερα, μπορεί να προκαλέσει λοιμώδη μονοπυρήνωση, γνωστή και ως η «νόσος του φιλιού».

Μεγάλες επιδημιολογικές μελέτες των τελευταίων ετών έχουν δείξει ότι η λοίμωξη από τον ιό Epstein-Barr αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης ΣΚΠ πάνω από 30 φορές. Η έρευνα έχει επίσης δείξει ότι σε άτομα με σκλήρυνση κατά πλάκας, η λοίμωξη από τον ιό Epstein-Barr εμφανίζεται πριν από τα πρώιμα στάδια της νόσου.

Πολλοί ερευνητές έχουν πλέον τη βεβαιότητα ότι η μόλυνση με τον ιό Epstein-Barr δεν είναι απλά ένας σημαντικός παράγοντας κινδύνου για ΣΚΠ αλλά είναι ο σημαντικότερος παράγοντας κινδύνου ανάπτυξης ΣΚΠ .

Ερευνητική ομάδα από το Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ στην Αγγλία θέλησε να διερευνήσει τον ρόλο που παίζει ο ιός EBV στην ανάπτυξη της σκλήρυνσης κατά πλάκας. Το βασικό ζητούμενο της μελέτης ήταν οι αντιδράσεις του ανοσοποιητικού συστήματος στην παρουσία του ιού Epstein-Barr.

Προηγούμενες έρευνες είχαν δείξει ότι ένα αντίσωμα που στοχεύει τον ιό και βρίσκεται στο αίμα, το οποίο ονομάζεται EBNA1, αναγνωρίζει και κάποιες πρωτεΐνες που εμφανίζονται στο κεντρικό νευρικό σύστημα, κάτι που πιθανώς εξηγεί πώς ο Epstein-Barr μπορεί να προκαλέσει βλάβες που συνδέονται με τη σκλήρυνση κατά πλάκας.

Οι ερευνητές συνέλεξαν, ανέλυσαν και σύγκριναν δείγματα αίματος που ελήφθησαν από άτομα με υποτροπιάζουσα – διαλείπουσα σκλήρυνση κατά πλάκας, από υγιή άτομα με προηγούμενη λοίμωξη από EBV αλλά χωρίς ιστορικό λοιμώδους μονοπυρήνωσης και από μια ομάδα ατόμων που ανέπτυξαν λοιμώδη μονοπυρήνωση, των οποίων τα δείγματα αίματος συλλέχθηκαν 4-6 μήνες μετά την υποχώρηση των συμπτωμάτων.

Ενώ οι προηγούμενες μελέτες έδειξαν ότι οι αποκρίσεις αντισωμάτων στην πρωτεΐνη EBV - EBNA1 αναγνωρίζουν έναν μικρό αριθμό πρωτεϊνών του κεντρικού νευρικού συστήματος, αυτή η μελέτη διαπίστωσε ότι τα Τ κύτταρα - ένα άλλο σημαντικό μέρος του ανοσοποιητικού συστήματος - που στοχεύουν τις ιικές πρωτείνες,  μπορούν επίσης να αναγνωρίσουν πρωτεΐνες του εγκεφάλου, υποδεικνύοντας μια άλλη πιθανή σύνδεση με τη σκλήρυνση κατά πλάκας.

Τα ευρήματα της μελέτης, τα οποία δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό PLOS Pathogens, είναι σημαντικά καθώς αποκαλύπτουν ότι τα άτομα με σκλήρυνση κατά πλάκας έχουν αυξημένες ανοσολογικές αποκρίσεις σε περισσότερες πρωτεΐνες του ιού Epstein-Barr από ότι πιστεύαμε μέχρι σήμερα.

Όπως εξηγεί στο DailyPharmaNews ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας Δρ. Graham Taylor, καθηγητής Ανοσολογίας Όγκων στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ στην Αγγλία, «η ανακάλυψη της σχέσης μεταξύ του ιού Epstein-Barr και της σκλήρυνσης κατά πλάκας έχει τεράστιες επιπτώσεις στην κατανόησή μας για την αυτοάνοση νόσο. Οι διαφορές που ανέδειξε η μελέτη στον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρονται τα Τ κύτταρα μπορεί να εξηγήσουν τη σύνδεση του ιού Epstein-Barr με την σκλήρυνση κατά πλάκας. Η ανίχνευση διασταυρούμενων Τ-κυττάρων σε υγιή άτομα υποδηλώνει ότι η ικανότητα αυτών των κυττάρων να έχουν πρόσβαση στον εγκέφαλο, μπορεί να παίζει σημαντικό ρόλο στην πολλαπλή σκλήρυνση και να ανοίξει ο δρόμος για μελλοντικές εξατομικευμένες θεραπείες».

Ο Δρ. Taylor τονίζει ότι « τα ευρήματα της μελέτης είναι ιδιαιτέρως σημαντικά καθώς παρέχουν σημαντικά στοιχεία που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ανάπτυξη νέων, στοχευμένων θεραπειών για τη σκλήρυνση κατά πλάκας και πιθανότατα σε νέους τρόπους πρόληψης της νόσου. Για παράδειγμα, αν μπορούσαμε να καταλάβουμε πώς ο ιός πυροδοτεί τη σκλήρυνση κατά πλάκας στον μικρό αριθμό ανθρώπων που την αναπτύσσουν μετά από μόλυνση από τον ιό Epstein-Barr, τότε θα μπορούσαμε να προσπαθήσουμε να παρέμβουμε σε αυτή τη διαδικασία και σε όσους έχουν ήδη μολυνθεί από τον ιό.

Για όσους δεν έχουν ήδη μολυνθεί, τότε ένα προληπτικό εμβόλιο θα ήταν ένας αποτελεσματικός τρόπος για να αποτραπεί η ανάπτυξη ΣΚΠ, δεδομένου ότι φαίνεται ότι απαιτείται μόλυνση από EBV για την εμφάνιση ΣΚΠ. Επί του παρόντος δεν υπάρχουν αδειοδοτημένα προληπτικά εμβόλια για τον ιό Epstein-Barr. Υπάρχουν όμως ορισμένα εμβόλια τα οποία βρίσκονται στην φάση των κλινικών δοκιμών και τα αποτελέσματα αυτών των δοκιμών πιθανότατα θα τα γνωρίζουμε σε ένα χρόνο περίπου από τώρα».

Δρ. Graham Taylor, 

καθηγητής Ανοσολογίας Όγκων στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ

 

Πηγές: