Δεν μπορώ να φανταστώ κάποια άλλη αλυσίδα από αυτή των φαρμακείων να μπορεί να παίξει αυτό το ρόλο που έπαιξε με τη μαζική διάθεση των self tests. Αυτό ήταν ένα χαρακτηριστικό κομμάτι των όσων ανέφερε ο πρόεδρος του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων στην έναρξη της 9ης Διημερίδας του Συνεταιρισμού Φαρμακοποιών Θεσσαλονίκης «Το φαρμακείο μπροστά σε μία νέα κανονικότητα» -η οποία πραγματοποιήθηκε διαδικτυακά το Σαββατοκύριακο 13 και 14 Μαρτίου- στην ομιλία του με θέμα «Η προσφορά του φαρμακείου στη διαχείριση και αντιμετώπιση της πανδημίας»
Από τον Χαράλαμπο Πετρόχειλο
Ο κ. Εξαδάκτυλος κάνοντας μία εισαγωγή στο θέμα προσπάθησε να δώσει με πολύ λίγα λόγια το ιδιαίτερο περιβάλλον μέσα στο οποίο λειτούργησαν οι υγειονομικοί μέσα στην πανδημία, μιλώντας για μία περίοδο που είχαμε γνώση με ανατροπές, με την έννοια ότι αυτό που κάποιοι θεωρούσαν ως δεδομένο στην αρχή, αργότερα έπρεπε να το αναθεωρήσουν.
Και εκεί ακριβώς αναδείχθηκε ο ρόλος του φαρμακοποιού. Γιατί υπήρχε η ανάγκη, η γνώση, αυτή που πολλές φορές ήταν αντικρουόμενη να διαχυθεί γρήγορα στο σύνολο της κοινωνίας η οποία καλείται να ανταποκριθεί σε καινούργιους κανόνες.
Ως κορυφαίο παράδειγμα ανέφερε το γεγονός ότι τον Απρίλιο του 2020 ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έλεγε ότι η χρήση της μάσκας δεν είναι απαραίτητη. «Το λέω γιατί ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος την ίδια στιγμή έλεγε ότι η χρήση της μάσκας βοηθά και έλεγε και ποιες μάσκες έπρεπε να χρησιμοποιούμε από την 1η Απριλίου του 2020, όταν όλοι οι άλλοι έλεγαν ότι δεν είναι απαραίτητη. Βέβαια εκεί κρυβόταν η έλλειψη επαρκών προμηθειών. Ανεξαρτήτως αυτού όμως η πληροφορία στους ανθρώπους ήταν η μία και η αντίθετή της.
Στη διάχυση λοιπόν της γνώσης στην κοινωνία, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης αποδείχθηκαν ανεπαρκή, τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης βρέθηκαν σε πολλές περιπτώσεις να παίζουν έναν αντίθετο ρόλο από αυτόν τον οποίο θα αναμέναμε κι έμενε ως αποκλειστικό σημείο αναφοράς οι συμβουλές εμπιστοσύνης. Οι συμβουλές που δίνονταν από το ιατρείο, από το φαρμακείο, τους νοσηλευτές, τους φοιτητές. Οι κύριοι πόλοι όμως ήταν το ιατρείο και το φαρμακείο διότι εκεί οι άνθρωποι πήγαιναν τακτικότερα και έχουν και τις γνωστές σχέσεις εμπιστοσύνης οι οποίες είναι χτισμένες από πάρα πολλά χρόνια».
Τα δε φαρμακεία, όπως είπε χρειάστηκε να παίξουν κι έναν ρόλο ο οποίος ήταν πολύ ιδιαίτερος, καθώς και με τη συνεργασία των ιατρών απέτρεψαν τους ασθενείς από τη χωρίς λόγο κατανάλωση σκευασμάτων όπως η χλωροκίνη και αυτό ήταν ένα μεγάλο κέρδος.
Ο φαρμακοποιός έπαιξε επίσης σημαντικό ρόλο σε ό,τι αφορά τα μέσα ατομικής προστασίας όπου παρατηρήθηκαν τρομερές ελλείψεις, προβλήματα ποιότητας αλλά και λανθασμένης χρήσης. «Έπαιξε το ρόλο του εκπαιδευτή για το πως θα φορεθεί η μάσκα, η προσωπίδα, για το πως λειτουργεί το οξύμετρο, για να βοηθήσει τον πολίτη» ανέφερε ο κ. Εξαδάκτυλος.
Σημαντικός ήταν ο ρόλος του φαρμακοποιού και στη φάση που η χώρα ξεκίνησε τα μαζικά τεστ. «Εκεί τα φαρμακεία έπαιξαν έναν διπλό ρόλο. Διένεμαν δωρεάν τα self tests στους δικαιούχους, κάτι το οποίο θα ήταν πάρα πολύ δύσκολο να το κάνει κάποια άλλη αλυσίδα.».
Tα rapid tests
Στο σημείο αυτό σημείωσε ότι «εμείς ως Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος είμασταν ευθύς εξαρχής πολύ συγκεκριμένοι. Πιστεύαμε ότι τα εργαστηριακά τεστ θα έπρεπε να γίνονται αποκλειστικά και μόνο από εργαστήρια και αυτό για δύο λόγους. Ο πρώτος ότι ανάμεσα σε αυτούς που είχαν αδειδότηση να διεξάγουν τέτοια τεστ, δηλαδή μικροβιολογικά εργαστήρια πρωτίστως και φαρμακεία δευτερευόντως, παρεισφρήσαν πάρα πολλοί οι οποίοι δεν είχαν κανενός είδους αδειοδότηση με αποτέλεσμα να έχουμε πληθώρα περιπτώσεων ανά την Ελλάδα όπου ανεύθυνοι διεξήγαγαν rapid tests θεωρώντας ότι αυτό ήταν ένα Ελντοράντο και έπρεπε οι Ιατρικοί Σύλλογοι, όπως ο Ιατρικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης να κυνηγά τυχοδιώκτες του είδους.
Τώρα για όσους είχαν τη δυνατότητα από την πολιτεία να τα διεξάγουν εκεί υπήρχαν προβλήματα διότι είχαμε πολλές φορές περιπτώσεις θετικών rapid tests καταχωρημένων τα οποία στη συνέχεια είχαν αρνητικά μοριακά τεστ και δεν υπήρχε η δυνατότητα να γυρίσουμε το αποτέλεσμα. Αυτό ήταν μία διαρκής δυσκολία και γι’ αυτό η πάγια θέση του Πανελληνίου ήταν ότι τα τεστ ήταν σωστότερο να διεξάγονται αποκλειστικά και μόνο από τα εργαστήρια. Σε κάθε περίπτωση αυτό ήταν μία ρύθμιση που η πολιτεία επέλεξε για ένα χρονικό διάστημα το οποίο λήγει στα τέλη Μαρτίου».
Η επόμενη φάση πέρα από το τεστ, όπου τα φαρμακεία συνέβαλαν καθοριστικά ήταν στον εμβολιασμό. Όπως είπε ο κ. Εξαδάκτυλος «γνωρίζουμε όλοι ότι εκατομμύρια ραντεβού συμπολιτών μας έχουν κλειστεί από τους φαρμακοποιούς, πολύ περισσότερα από ό,τι από τα ΚΕΠ. Θα πρέπει να σας πω ότι αυτό είχε δημιουργήσει και μία δυσαρέσκεια στο ιατρικό σώμα οι οποίοι δεν είχαν τη δυνατότητα να κλείνουν ραντεβού στους ασθενείς τους αλλά αυτό βεβαίως είναι σφάλμα της πολιτείας το οποίο, όταν διορθώθηκε δεν είχε και νόημα πλέον. Σε κάθε περίπτωση όμως οι παροτρύνσεις προς εμβολιασμό από τα ελληνικά φαρμακεία συνέβαλλαν στη διενέργεια πολλών εμβολιασμών. Διότι γνωρίζουμε όλοι ότι ενώ το σύστημα τεχνικά ήταν άρτιο, ήταν απολύτως απρόσωπο και για οποιονδήποτε δεν έχει εξοικείωση ή δεν νιώθει άνετα με την τεχνολογία. ‘Ήταν πραγματικά προβληματικό. Βεβαίως αυτή ήταν μία γραφειοκρατική εργασία κατά βάση –ο καθορισμός ενός ραντεβού- δεν είχε κάτι το επιστημονικό, εν πολλοίς θα μπορούσε να το χαρακτηρίσει κανείς και ως αγγαρεία αλλά είχε μέσα και την επιστημονική συμβουλή που ήταν απαραίτητη. για να αναστραφούν οι ψευδείς ειδήσεις που είχε ακούσει ενδεχομένως ο άνθρωπος που αμφέβαλλε για το εάν θα έπρεπε να εμβολιαστεί ή όχι και κάποιος άνθρωπος εμπιστοσύνης θα έπρεπε να του πει να εμβολιαστεί και αυτός βεβαίως ήταν ο γιατρός του αλλά ήταν και ο φαρμακοποιός του».
Η πραγματικότητα, ανέφερε ο κ. Εξαδάκτυλος, είναι ότι «το φαρμακείο έχει άλλη δυνατότητα και άλλη διείσδυση στην ελληνική κοινωνία πρώτα απ’ όλα γιατί στο φαρμακείο υπάρχει μία ατμόσφαιρα κοινού χώρου. Λειτουργεί επίσης πολλές ώρες, έχει βιτρίνα και μπαίνει κανείς εύκολα και όλα αυτά βοηθούν στη χαλαρή προσέγγιση πολλών ανθρώπων. Αυτό βοηθά πάρα πολύ στη μετάδοση οποιασδήποτε πληροφορίας επιθυμεί κανείς να μεταφέρει και βοηθά πάρα πολύ επίσης στο να ανοιχτεί ο άνθρωπος που μπαίνει για κάποιες απορίες. Επίσης δημιουργεί κι ένα κλίμα ευρύτερης συζήτησης στα πλαίσια της οποίας απαντώνται παρεμπίπτοντα ερωτήματα ή απόψεις.
Το μεγάλο πλεονέκτημα όμως του ελληνικού φαρμακείου, για τον πρόεδρο του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, «χωρίς ίχνος υπερβολής είναι ο Έλληνας φαρμακοποιός ο οποίος σε ένα μεγάλο ποσοστό προέρχεται από οικογένεια που βρίσκεται στο χώρο της υγείας και είναι ιδιοκτήτης του φαρμακείου του. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό διότι γι’ αυτόν η επιχείρηση είναι προσωποποιημένη, δεν εργάζεται σε μία αλυσίδα, έχει την απόλυτη ευθύνη για να δημιουργήσει τη σχέση εμπιστοσύνης που χρειάζεται με τους ανθρώπους που εμπιστεύονται τις υπηρεσίες του και την επιστημονική του γνώση και κατάρτιση την οποία την προσφέρει ανά πάσα ώρα και στιγμή καθώς τις περισσότερες από τις ώρες λειτουργίας του φαρμακείου είναι παρών».