Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη.

Οι καιρικές συνθήκες που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή επιδεινώνουν την εξάπλωση τροφιμογενών παθογόνων μικροοργανισμών, όπως η σαλμονέλα, σύμφωνα με νέα έρευνα από την Σχολή Κτηνιατρικής του Πανεπιστημίου του Surrey.

Η σαλμονέλωση είναι μια λοίμωξη που προκαλείται από το βακτήριο σαλμονέλα. Πρόκειται για ένα συχνό νόσημα που μεταδίδεται συνήθως με την κατανάλωση μολυσμένων τροφίμων. Η σαλμονέλα μεταδίδεται μέσω της εντερο-στοματικής οδού. Ο συχνότερος τρόπος μετάδοσης είναι η κατανάλωση μολυσμένου με κόπρανα τροφίμου ή νερού.

Η σαλμονέλα πολλαπλασιάζεται σε θερμοκρασίες από 7°C έως 46°C, επομένως ανεπαρκές ψήσιμο των τροφίμων μπορεί να επιτρέψει τον πολλαπλασιασμό των μικροοργανισμών σε ικανό αριθμό για να προκαλέσουν λοίμωξη.

H νόσος εκδηλώνεται ως οξεία γαστρεντερίτιδα με διάρροια, πυρετό, κοιλιακό άλγος, μυαλγία, πονοκέφαλο, ναυτία και έμετο. Συνήθως τα συμπτώματα της σαλμονέλωσης έχουν αιφνίδια έναρξη.

Η αφυδάτωση αποτελεί σοβαρή επιπλοκή της νόσου, κυρίως στα μικρά παιδιά και τους ηλικιωμένους. Άλλες σπάνιες επιπλοκές είναι η σηψαιμία και ο σχηματισμός αποστημάτων (σηπτική αρθρίτιδα, εγκεφαλικό απόστημα, μηνιγγίτιδα, πυελονεφρίτιδα), κυρίως σε ομάδες υψηλού κινδύνου. Η θεραπεία της σαλμονέλωσης είναι κατά κανόνα συμπτωματική και περιλαμβάνει ενυδάτωση και αναπλήρωση ηλεκτρολυτών

Η νόσος συναντάται σε πολλές χώρες του κόσμου, ωστόσο η δηλούμενη επίπτωση της νόσου είναι υψηλότερη στη Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη, πιθανότατα λόγω των αποτελεσματικότερων συστημάτων επιτήρησης.

Οι καιρικοί παράγοντες που συμβάλλουν στην αύξηση κρουσμάτων σαλμονέλας

Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν ένα νέο στατιστικό μοντέλο για την εκτίμηση της συχνότητας εμφάνισης σαλμονέλωσης με βάση 14 διαφορετικούς καιρικούς παράγοντες. Αυτοί οι παράγοντες προσδιορίστηκαν μέσω ανάλυσης των δεδομένων της Υπηρεσίας Ασφάλειας Υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου (UKHSA) για επιβεβαιωμένα κρούσματα μόλυνσης από σαλμονέλα  στην Αγγλία και την Ουαλία μεταξύ 2000 και 2016, σε σύγκριση με τα καιρικά δεδομένα από το Μετεωρολογικό Γραφείο του Ηνωμένου Βασιλείου.

Εξετάζοντας τη συνδυασμένη επίδραση των διαφόρων καιρικών συνθηκών στη συχνότητα εμφάνισης σαλμονέλωσης οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι, οι θερμότερες θερμοκρασίες πάνω από 10 βαθμούς Κελσίου, η σχετική υγρασία, η θερμοκρασία του σημείου δροσιάς (μεταξύ 7-10 βαθμοί Κελσίου) και οι μεγαλύτερες ημέρες (πάνω από 12-15 ώρες) προσδιορίστηκαν ως οι βασικοί καιρικοί παράγοντες που σχετίζονται με την αύξηση των κρουσμάτων σαλμονέλας, ανεξάρτητα από τη γεωγραφική τοποθεσία.

Άλλοι καιρικοί παράγοντες, όπως η ατμοσφαιρική πίεση, η ταχύτητα του ανέμου, το εύρος της θερμοκρασίας και η διάρκεια της ηλιοφάνειας, έδειξαν περιορισμένη ή καθόλου συσχέτιση με τον αριθμό των κρουσμάτων σαλμονέλωσης.

«Η μελέτη υπογραμμίζει πώς ο καιρός παίζει σημαντικό ρόλο στα κρούσματα σαλμονέλας και παρέχει ένα πολύτιμο εργαλείο για την πρόβλεψη μελλοντικών κινδύνων και την προσαρμογή των παρεμβάσεων, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της κλιματικής αλλαγής», δήλωσε η Δρ Laura Gonzalez Villeta, πρώτη συγγραφέας της μελέτης και ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο του Surrey.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, η καλύτερη κατανόηση της συμπεριφοράς της νόσου είναι απαραίτητη για την ετοιμότητα και την πρόληψη ασθενειών, ειδικά σε σχέση με τον αυξανόμενο ανθρωπογενή αντίκτυπο στο περιβάλλον και την κλιματική αλλαγή. Η παγκόσμια κλιματική αλλαγή αναμένεται να αυξήσει τη συχνότητα και την ένταση των ακραίων γεγονότων θερμοκρασίας. Τα ευρήματα της μελέτης παρέχουν ισχυρές ενδείξεις ότι αυτό θα έχει άμεσο αντίκτυπο στη συνολική επιβάρυνση μολυσματικών ασθενειών όπως η σαλμονέλωση. 

Πηγή: Journal of Infection

Share.
Exit mobile version
Μετάβαση στο περιεχόμενο