Αρκετές μελέτες έχουν ήδη δείξει ότι η χαμηλή δόση ασπιρίνης μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο υποτροπής του καρκίνου του παχέος εντέρου και να βελτιώσει την επιβίωση των ασθενών. Πρόσφατα, τα αποτελέσματα της κλινικής δοκιμής φάσης 3 ALASCCA (Aspirin for Locally Advanced Serrated Colorectal Cancer) έδειξαν ότι μικρή δόση ασπιρίνης μείωσε τον κίνδυνο υποτροπής του καρκίνου του παχέος εντέρου κατά περισσότερο από 50% σε ασθενείς με όγκους που φέρουν μεταλλάξεις στο σηματοδοτικό μονοπάτι PI3K. Η μελέτη ALASCCA είναι σημαντική, καθώς στοχεύει να προσδιορίσει εάν μια ευρέως διαθέσιμη και οικονομική θεραπεία, όπως η ασπιρίνη, μπορεί να βελτιώσει τα αποτελέσματα σε μια υποομάδα ασθενών με καρκίνο του παχέος εντέρου.
Από τη Ρούλα Σκουρογιάννη
Τα αποτελέσματα της μελέτης υπογραμμίζουν τη σημασία του γενετικού ελέγχου από την αρχή της διάγνωσης για τους ασθενείς με κολοορθικό καρκίνο, σύμφωνα με τα ευρήματα που παρουσιάστηκαν στο Συνέδριο της ASCO (American Society of Clinical Oncology) για τους γαστρεντερικούς καρκίνους, το 2025, στο Σαν Φρανσίσκο.
Τι έδειξαν προηγούμενες μελέτες
Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι η λήψη 600 mg ασπιρίνης ημερησίως για μέσο διάστημα 25 μηνών μπορεί να μειώσει την εμφάνιση καρκίνου μετά από 55,7 μήνες σε άτομα με γνωστές γενετικές προδιαθέσεις.
Τι έδειξε η μελέτη ALASCCA
Αυτή είναι η πρώτη μελέτη που δείχνει ότι μεταλλάξεις στο μονοπάτι PI3K, μπορούν να προβλέψουν την απόκριση στην ασπιρίνη, διευρύνοντας σημαντικά τον πληθυσμό των ασθενών που μπορεί να ωφεληθούν. Περίπου το 30% των περιστατικών κολοορθικού καρκίνου φέρουν αυτές τις γενετικές μεταλλάξεις.
Ενώ η ασπιρίνη ως χημειοπροφύλαξη στον καρκίνο του παχέος εντέρου έχει μελετηθεί, δεν υπάρχουν δεδομένα που να επιβεβαιώνουν την αποτελεσματικότητά της, καθώς και την υιοθέτηση αυτής της προσέγγισης στην πράξη.
Πώς λειτουργεί η ασπιρίνη στον καρκίνο του παχέος εντέρου
Η ασπιρίνη είναι ένας αναστολέας της κυκλοοξυγενάσης-1 (COX-1) και κυκλοοξυγενάσης-2 (COX-2), δύο ενζύμων που παίζουν ρόλο στη φλεγμονή και στην ανάπτυξη καρκινικών κυττάρων.
Μηχανισμοί δράσης:
- Αναστέλλει τη φλεγμονή που ευνοεί την ανάπτυξη όγκων.
- Μειώνει την αγγειογένεση, δηλαδή την ανάπτυξη νέων αιμοφόρων αγγείων που τροφοδοτούν τους όγκους.
- Εμποδίζει την εξάπλωση των καρκινικών κυττάρων.
- Ενεργοποιεί την απόπτωση (κυτταρικό θάνατο) στα καρκινικά κύτταρα.
Τα δεδομένα της μελέτης
Η μελέτη ALASCCA περιέλαβε 626 ασθενείς (μέση ηλικία 66 έτη, 52% γυναίκες) με καρκίνο παχέος εντέρου σταδίου ΙΙ-ΙΙΙ (67%) ή καρκίνο ορθού σταδίου Ι-ΙΙΙ (33%) σε 33 νοσοκομεία της Σουηδίας, Δανίας, Φινλανδίας και Νορβηγίας. Οι ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν σε δύο ομάδες και έλαβαν είτε 160 mg/ημέρα ασπιρίνης είτε εικονικό φάρμακο για 3 χρόνια. Η ασπιρίνη ήταν καλά ανεκτή, χωρίς σοβαρές παρενέργειες.
Σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο, η ασπιρίνη μείωσε τον κίνδυνο υποτροπής κατά 51% στους ασθενείς με μεταλλάξεις PIK3CA, με ποσοστό υποτροπής 7,7% στην ομάδα της ασπιρίνης έναντι 14,1% στην ομάδα ελέγχου. Στην ομάδα με άλλες μεταλλάξεις του μονοπατιού PI3K, η μείωση του κινδύνου ήταν 58% και επιπλέον, η χρήση ασπιρίνης βελτίωσε την επιβίωση χωρίς νόσο. Τέλος, η συχνότητα ανεπιθύμητων ενεργειών ήταν χαμηλή, και δεν παρατηρήθηκαν σοβαρές παρενέργειες από τη δόση των 160 mg/ημέρα.
Συνοψίζοντας, η κλινική δοκιμή ALASCCA έδειξε ότι η χαμηλή δόση ασπιρίνης μειώνει τον κίνδυνο υποτροπής του καρκίνου του παχέος εντέρου κατά 50-58% σε ασθενείς με μεταλλάξεις στο μονοπάτι PI3K. Τα αποτελέσματα αυτά επιβεβαιώνουν τη σημασία του γενετικού ελέγχου πριν από τη θεραπεία και αναμένεται να επηρεάσουν την κλινική πρακτική.