Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη.
Τα χαμηλότερα επίπεδα βιταμίνης Β12, ακόμη και όταν βρίσκονται εντός του φυσιολογικού επιπέδου, μπορεί να συμβάλουν στην εξασθένηση της γνωστικής λειτουργίας, σύμφωνα με μια νέα μελέτη.
Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, στο Σαν Φρανσίσκο, διαπίστωσαν ότι οι ηλικιωμένοι με χαμηλότερη βιολογικά ενεργή Β12 είχαν πιο αργή γνωστική επεξεργασία και περισσότερες αλλοιώσεις λευκής ουσίας που συνδέονται με άνοια, παρά το γεγονός ότι πληρούσαν τις τρέχουσες διατροφικές απαιτήσεις.
Η Β12 είναι μια βιταμίνη ζωτικής σημασίας για πολλές λειτουργίες του οργανισμού. Μεταξύ άλλων, η Β12 παίζει κρίσιμο ρόλο στο μεταβολισμό των υδατανθράκων, των λιπών και των πρωτεϊνών, είναι απαραίτητη για την παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων, εμπλέκεται στη σύνθεση του DNA, διασφαλίζοντας ότι το γενετικό υλικό αναπαράγεται σωστά κατά τη διάρκεια της κυτταρικής διαίρεσης, έχει καίριο ρόλο στη διατήρηση υγιών νευρικών κυττάρων και νευρολογικής λειτουργίας, εξασφαλίζει επαρκή επίπεδα για την ψυχική ευεξία.
Πόση βιταμίνη B12 χρειαζόμαστε ημερησίως
Σύμφωνα με τις τρέχουσες συστάσεις από την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA), οι ενήλικες, άνδρες και γυναίκες, πρέπει να καταναλώνουν ημερησίως τουλάχιστον 4 mg, ενώ για τις μητέρες που θηλάζουν η ημερήσια πρόσληψη Β12 πρέπει να είναι 5 mg.
Το όριο μεταξύ των φυσιολογικών και ελλιπών επιπέδων βιταμίνης Β12 στο αίμα ποικίλλει ανάλογα με το εργαστήριο, αλλά οτιδήποτε χαμηλότερο από 200 ή 250 pg/mL θεωρείται συνήθως ανεπαρκές.
Τα ευρήματα αμφισβητούν τις τρέχουσες συστάσεις για την Β12
Η συσχέτιση μεταξύ ανεπάρκειας Β12 και νευρολογικής δυσλειτουργίας είναι ευρέως γνωστή, ωστόσο το ακριβές όριο για την επάρκεια παραμένει απροσδιόριστο όσον αφορά τη λειτουργική έκπτωση.
Οι ερευνητές θέλησαν να διερευνήσουν εάν τα επίπεδα Β12, εντός του τρέχοντος φυσιολογικού εύρους, σε μια ομάδα υγιών ηλικιωμένων μπορεί να συσχετιστούν με μετρήσιμα στοιχεία νευρολογικής βλάβης ή εγκεφαλικής δυσλειτουργίας. Στη μελέτη συμμετείχαν 231 υγιείς ηλικιωμένοι χωρίς άνοια ή ήπια γνωστική εξασθένηση, με μέση ηλικία τα 71 έτη.
Ο αρχικός έλεγχος έδειξε ότι οι ποσότητες Β12 στο αίμα τους ήταν κατά μέσο όρο 414,8 pmol/L, πολύ πάνω από το ελάχιστο όριο των ΗΠΑ που είναι 148 pmol/L. Στη συνέχεια, οι ερευνητές εξέτασαν το βιολογικά ενεργό συστατικό της Β12, το οποίο παρέχει μια πιο ακριβή μέτρηση της ποσότητας της βιταμίνης που μπορεί να χρησιμοποιήσει το σώμα.
Τα ευρήματα έδειξαν ότι, οι συμμετέχοντες με χαμηλότερα επίπεδα ενεργού Β12 είχαν χειρότερη επίδοση σε γνωστικά τεστ που μετρούν την ταχύτητα επεξεργασίας και τους χρόνους αντίδρασης. Έδειξαν επίσης σημαντικές καθυστερήσεις στην απόκριση σε οπτικά ερεθίσματα, υποδεικνύοντας μικρότερες ταχύτητες οπτικής επεξεργασίας και γενικά πιο αργή αγωγιμότητα του εγκεφάλου.
Επιπλέον, οι μαγνητικές τομογραφίες αποκάλυψαν ότι οι συμμετέχοντες με χαμηλότερη Β12 είχαν μεγαλύτερο όγκο βλαβών στη λευκή ουσία του εγκεφάλου, βλάβες οι οποίες μπορεί να συμβάλλουν σε κίνδυνο άνοιας και εγκεφαλικού.
«Τα ευρήματα εγείρουν σημαντικά ερωτήματα σχετικά με τις τρέχουσες συστάσεις για τη βιταμίνη Β12. Προηγούμενες μελέτες που καθόριζαν ποιες είναι οι υγιείς ποσότητες Β12 μπορεί να μην είχαν εντοπίσει ανεπαίσθητες λειτουργικές εκδηλώσεις υψηλών ή χαμηλών επιπέδων που μπορεί να επηρεάσουν τους ανθρώπους χωρίς να προκαλούν εμφανή συμπτώματα. Η επανεξέταση του ορισμού της ανεπάρκειας Β12 για την ενσωμάτωση λειτουργικών βιοδεικτών θα μπορούσε να οδηγήσει σε πρώιμη παρέμβαση και πρόληψη της γνωστικής έκπτωσης», δήλωσε ο Δρ. Ari J. Green, MD, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας και καθηγητής στο Τμήμα Νευρολογίας και Οφθαλμολογίας του UCSF.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι οι υπάρχουσες κατευθυντήριες γραμμές για τη Β12 μπορεί να είναι ξεπερασμένες, καθώς όπως διαπιστώθηκε από την μελέτη, ακόμη και τα «φυσιολογικά» επίπεδα θα μπορούσαν να βλάψουν τη λειτουργία του εγκεφάλου.
Οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι αυτή η ανεπαίσθητη γνωστική έκπτωση που συνδέεται με την ανεπάρκεια Β12 μπορεί να επηρεάσει περισσότερους ανθρώπους από το αναμενόμενο. Η επανεξέταση του ορισμού για το ποια είναι τα υγιή επίπεδα Β12 θα μπορούσε να προωθήσει την έγκαιρη παρέμβαση και την πρόληψη της γνωστικής έκπτωσης, ειδικά στους ηλικιωμένους που φέρουν αυξημένο κίνδυνο για δυσαπορρόφηση και ανεπάρκεια της βιταμίνης Β12. Επιπλέον, εκτός από τον επαναπροσδιορισμό της ανεπάρκειας Β12, οι κλινικοί γιατροί θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο λήψης συμπληρωμάτων σε ηλικιωμένους ασθενείς με νευρολογικά συμπτώματα, ακόμη και αν τα επίπεδά τους είναι εντός των φυσιολογικών ορίων.
Πηγή: Annals of Neurology