Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη.
Οι διαφορές του φύλου στη δομή του εγκεφάλου είναι παρούσες από τη γέννηση, σύμφωνα με τα ευρήματα μελέτης από το Ερευνητικό Κέντρο Αυτισμού στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ.
Οι διαφορές φύλου στον ανθρώπινο εγκέφαλο αποτελεί ένα ερευνητικό πεδίο που έχει προσελκύσει έντονα τις τελευταίες δεκαετίες το επιστημονικό ενδιαφέρον. Σύμφωνα με τους ερευνητές, η μελέτη των διαφορών του φύλου κατά τη γέννηση μπορεί να βοηθήσει στην κατανόηση του τρόπου με τον οποίο προγεννητικοί και πρώιμοι μεταγεννητικοί παράγοντες συμβάλλουν στη διαμόρφωση των διαφορών του φύλου στον εγκέφαλο.
Παρά το γεγονός ότι οι διαφορές φύλου στη νεογνική περίοδο αποτελούν ένα κρίσιμο και δυναμικό στάδιο για την ανάπτυξη του εγκεφάλου, το επιστημονικό αυτό πεδίο παραμένει σημαντικά ανεξερεύνητο.
Οι ερευνητές αξιολόγησαν τις διαφορές φύλου σε παγκόσμιους και περιφερειακούς όγκους εγκεφάλου σε 514 νεογνά, χρησιμοποιώντας δεδομένα από το αναπτυσσόμενο ερευνητικό πρόγραμμα Human Connectome Project. Όλα τα βρέφη υποβλήθηκαν σε μαγνητική τομογραφίας εγκεφάλου κατά τις πρώτες 28 ημέρες ζωής τους.
Οι λήψεις μαγνητικής τομογραφίας εγκεφάλου βελτιστοποιήθηκαν για ογκομετρική ανάλυση χρησιμοποιώντας έναν αλγόριθμο διόρθωσης κίνησης και οι εγκάρσιες εικόνες συγχωνεύτηκαν σε έναν ενιαίο τρισδιάστατο όγκο για υψηλή ανάλυση και ακριβή εκτίμηση του όγκου του εγκεφάλου.
Η μέτρηση του συνολικού όγκου του εγκεφάλου προέκυψε αθροίζοντας τους όγκους όλων των φλοιωδών και υποφλοιωδών δομών εξαιρουμένων των κοιλιών και του εγκεφαλονωτιαίου υγρού. Η μέτρηση του συνολικού ενδοκρανιακού όγκου προέκυψε προσθέτοντας όγκο εγκεφαλονωτιαίου υγρού στον συνολικό όγκο εγκεφάλου.
Για τη διερεύνηση των διαφορών του φύλου στην ανάπτυξη του νεογνικού εγκεφάλου, οι ερευνητές πραγματοποίησαν επίσης την στατική μέθοδο ανάλυσης διακύμανσης ANOVA, αξιολογώντας τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ του φύλου και της ηλικίας μετά τη σύλληψη κατά τη σάρωση σε όλους τους παγκόσμιους και περιφερειακούς όγκους εγκεφάλων.
Ποιες διαφορές φύλου εντοπίζονται στον εγκέφαλο από τη γέννηση
Από την μελέτη προέκυψε ότι, οι διαφορές φύλου στη δομή του εγκεφάλου είναι ήδη παρούσες κατά τη γέννηση και παραμένουν συγκριτικά σταθερές κατά την πρώιμη μεταγεννητική ανάπτυξη.
Τα ευρήματα αποκάλυψαν ότι, κατά μέσο όρο, τα αρσενικά βρέφη έχουν μεγαλύτερο συνολικό όγκο εγκεφάλου από τα θηλυκά βρέφη. Ωστόσο, όταν υπολογίστηκε το συνολικό μέγεθος του εγκεφάλου, τα θηλυκά βρέφη έτειναν να έχουν σημαντικά περισσότερη φαιά ουσία, ενώ τα αρσενικά βρέφη είχαν σημαντικά περισσότερη λευκή ουσία.
Η φαιά ουσία αποτελείται από σώματα κυττάρων νευρώνων και δενδρίτες, που παίζουν βασικό ρόλο στην επεξεργασία και την ερμηνεία πληροφοριών που σχετίζονται με την αίσθηση, την αντίληψη, τη μάθηση, την ομιλία και τη γνώση. Αντίθετα, η λευκή ουσία αποτελείται από άξονες, δηλαδή νευρικές ίνες που συνδέουν νευρώνες σε διαφορετικές περιοχές του εγκεφάλου, επιτρέποντας την επικοινωνία σε όλο τον εγκέφαλο.
«Τα ευρήματα της μελέτης δίνουν απάντηση στο πανάρχαιο ερώτημα σχετικά με το εάν ο ανδρικός και ο γυναικείος εγκέφαλος διαφέρουν κατά τη γέννηση. Γνωρίζουμε ότι υπάρχουν διαφορές στον εγκέφαλο των μεγαλύτερων παιδιών και των ενηλίκων, αλλά τα ευρήματά αποκαλύπτουν ότι οι διαφορές αυτές υπάρχουν ήδη από τις πρώτες ημέρες της γέννησης. Οι διαφορές αυτές μπορεί να αντικατοπτρίζουν τις βιολογικές διαφορές φύλου κατά την προγεννητική ανάπτυξη του εγκεφάλου, οι οποίες στη συνέχεια αλληλεπιδρούν με τις περιβαλλοντικές εμπειρίες, με την πάροδο του χρόνου, για να διαμορφώσουν περαιτέρω διαφορές φύλου στον εγκέφαλο» εξηγεί η Δρ. Yumnan Khan, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, η πρώιμη εμφάνιση αυτών των διαφορών υποστηρίζει την υπόθεση ότι οι προγεννητικοί παράγοντες παίζουν καθοριστικό ρόλο στην έναρξη των διαφορών φύλου στον εγκέφαλο.
Είναι πιθανό επίσης οι πρώιμες διαφορές φύλου που εντοπίστηκαν στην έρευνα να επηρεάζουν τη νευροβιολογική ανάπτυξη από την αρχή της ζωής, εξηγώντας πιθανώς τις διαφορές φύλου που παρατηρούνται σε πρώιμα αναδυόμενες νευροψυχιατρικές και νευροαναπτυξιακές καταστάσεις.
Ο καθηγητής Simon Baron-Cohen, Διευθυντής του Ερευνητικού Κέντρου Αυτισμού στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ πρόσθεσε: «Αυτές οι διαφορές δεν υπονοούν ότι ο εγκέφαλος των ανδρών και των γυναικών είναι καλύτερος ή χειρότερος. Είναι μόνο ένα παράδειγμα νευροποικιλομορφίας. Αυτή η έρευνα μπορεί να είναι χρήσιμη για την κατανόηση άλλων ειδών νευροποικιλομορφίας, όπως ο εγκέφαλος σε παιδιά που αργότερα διαγιγνώσκονται ως αυτιστικά, καθώς αυτό διαγιγνώσκεται πιο συχνά στους άνδρες».
Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύονται στο περιοδικό Biology of Sex Differences .