Listen to this article

Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη.

Μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, η προβολή της βρετανικής σειράς Adolescence έχει προκαλέσει τεράστια αίσθηση και συζητιέται έντονα σε όλες τις χώρες που έχει προβληθεί.

Η σειρά πραγματεύεται ένα σκληρό θέμα, που αποτελεί και τον μεγαλύτερο εφιάλτη κάθε γονιού: τους κινδύνους και τις παγίδες που αντιμετωπίζουν οι έφηβοι στη σύγχρονη κοινωνία.

Ο κόσμος μιας οικογένειας γκρεμίζεται όταν ο 13χρονος γιος συλλαμβάνεται για τη δολοφονία μιας συμμαθήτριάς του. Όποιος έχει δει τη σειρά εύλογα αναρωτιέται, πως είναι δυνατόν ένα “καλό παιδί” από μια συνηθισμένη οικογένεια, να εξελιχθεί σε στυγνό δολοφόνο.

Η ψυχολόγος Ειρήνη Γεωργίου αναλύει σε βάθος τα φανερά αλλά και τα “κρυφά» μηνύματα της σειράς και μας καλεί να προβληματιστούμε για τις αιτίες που βρίσκονται πίσω από την εφηβική παραβατικότητα.

«Η σειρά Adolescence δεν μας δείχνει μόνο μια ακραία ιστορία αλλά και ξεγυμνώνει μια διαρκώς διογκούμενη κρίση: αγόρια που μεγαλώνουν νιώθοντας ανεπαρκή, αόρατα ή ντροπιασμένα, βρίσκουν παρηγοριά και νόημα σε κοινότητες που τους υπόσχονται δύναμη, έλεγχο και δικαίωση.

Μας δείχνει επίσης πώς το bullying δεν έχει μόνο δρόμο διαφυγής την κατάθλιψη αλλά και την ακραία επιθετικότητα.

Θυμωμένοι έφηβοι με χαμηλή αυτοπεποίθηση

Τα παιδιά που μεγαλώνουν με χαμηλή αυτοεκτίμηση είναι πολύ θυμωμένα και πολύ ευάλωτα σε ομάδες ειδικών συμφερόντων που τους «καταλαβαίνουν» και υπόσχονται να ανακτήσουν την χαμένη τους περηφάνια και αξιοπρέπεια. Αντίστοιχος ψυχολογικός μηχανισμός έχει αναλυθεί ανάμεσα στα νέα παιδιά από περιθωριοποιημένες και γκετοποιημένες κοινωνικές ομάδες που ριζοσπαστικοποιούνται ακολουθώντας τρομοκρατικές οργανώσεις. Και αυτές οι ομάδες υπόσχονται ακριβώς την ανάκτηση της χαμένης περηφάνιας.

Τα παιδιά που προσχωρούν σε ομάδες όπως η «άντρο-σφαίρα,» που είναι και το θέμα της σειράς, τροφοδοτούνται συνεχώς με πεποιθήσεις και ιδέες που λένε ότι τα κορίτσια/ οι γυναίκες, δεν έχουν δικαίωμα να τους απορρίπτουν, επειδή όταν το κάνουν αυτό, ουσιαστικά τους αρνούνται κάτι που εκ θέσεως (επειδή είναι αγόρια) δικαιούνται και τους ανήκει.

Αυτό είναι σημαντικό να το καταλάβουμε: Πώς δηλαδή τα συναισθήματα αναξιότητας «είμαι άσχημος» ή «θα μείνω για πάντα εργένης (incel)», μετατρέπονται στο «αυτή φταίει, αυτή μου στερεί κάτι που εγώ δικαιούμαι να έχω» (τον εαυτό της δηλαδή). Περνάμε δηλαδή από το «εγώ είμαι ανεπαρκής» στο «είναι δικό της το φταίξιμο». Άρα αυτή η αδικία νομιμοποιεί το θυμό μου.

Ο ρόλος του διαδικτύου και των social media

Προσέξτε λίγο: εδώ μιλάμε για πραγματικό κίνδυνο στην ψυχική ανάπτυξη των αγοριών, όχι για μυθοπλασία. Αυτές οι ιδέες διακινούνται στην πραγματική ζωή. Εκφράζονται έντονα και μέσω γνωστού ινφλουένσερ που έχει καταδικαστεί για βιασμούς, τράφικινγκ κι άλλα εγκλήματα (του οποίου δεν γράφω το όνομα για να μη διαφημίσω). Αυτές οι ιδέες κατακλύζουν το ίντερνετ.

Τέτοιες ιδέες ήταν απρόσιτες σε παλαιότερες γενιές και αν εκφραζόταν μέσα από κάποια άτομα ήταν πολύ περιορισμένες και δεν μπορούσαν να πάρουν το χαρακτήρα κοινότητας και να προσφέρουν την αίσθηση του «ανήκειν» στο νεαρό αγόρι. Επιπλέον το τρομακτικό είναι ότι το παιδί έρχεται σε επαφή με αυτές τις ομάδες μέσα από την κρεβατοκάμαρα του ασφαλούς σπιτιού του, δε χρειάζεται να βγει στο δρόμο να τους ψάξει.

Η σχέση πατέρα – γιου

Το κρίσιμο σημείο στην ψυχολογία του νεαρού εφήβου είναι όμως, το πώς προσλαμβάνει τον πατέρα του. Διαφορετικά, η επαφή με τις πιο πάνω ομάδες μόνο δε θα ήταν αρκετή. Στην σειρά γίνεται πασιφανές ότι ο νεαρός ντρέπεται για τον πατέρα του, για την κοινωνική του θέση, ότι τον θεωρεί αδύναμο και ίσως αδικημένο από το σύστημα. Ο θυμός του είναι στην πραγματικότητα θυμός απέναντι στον πατέρα. Σημειώστε σας παρακαλώ, ότι, η προσλαμβανόμενη ταπείνωση του πατέρα είναι επίσης θεμελιώδης σε πολλές μελέτες που έχουν γίνει σχετικά με προσχώρηση εφήβων σε εξτρεμιστικές/ τρομοκρατικές ομάδες.

Πολύ σωστά εστιάζει λοιπόν η σειρά σε αυτή τη σχέση πατέρα -γιου γιατί υπάρχει και ένα στοιχείο, χωρίς το οποίο δεν θα ταίριαζαν τα πράγματα: δεν ντρέπεται μόνο ο γιος για τον πατέρα, αλλά και ο πατέρας ντρέπεται για τον γιο! Στην προσπάθειά του να τον κάνει «άντρα» τον γράφει στα σπορ, αλλά όταν ο μικρός αποτυγχάνει, ο πατέρας «γυρίζει το βλέμμα του άλλου».

Το μήνυμα εδώ είναι: σε εγκρίνω μόνο όταν είσαι δυνατός και με κάνεις περήφανο. Ο γιος κληρονομεί από τον πατέρα έτσι την αποστροφή προς την αδυναμία. Το λάθος και η ανεπάρκεια είναι ντροπή. Θα κάνει τα πάντα στη συνέχεια για να μη φαίνεται κατώτερος αδύναμος. Ακόμα και φόνο.

Επιπλέον, ο πατέρας αποτυγχάνει να δει τα πραγματικά ταλέντα του γιου του, την μοναδική προσωπικότητα του, τον σπρώχνει σε κάτι που δεν του αρέσει, αντί να τον ενθαρρύνει να κάνει ζωγραφική, που είναι κάτι που μπορεί να έδινε διέξοδο και ανθεκτικότητα στο παιδί. Έτσι χάνει ο έφηβος μια χρυσή ευκαιρία να χτίσει μια υγιή και ρεαλιστική ταυτότητα και να δει τον εαυτό μου με θετικό τρόπο.

Ο ρόλος της μητέρας

Πέρα από τον πατέρα όμως, ούτε η μητέρα ακούει το παιδί, υποθέτοντας ότι είναι καλά στο δωμάτιό του, χωρίς να τσεκάρει ποτέ. Και παρότι δε φαίνονται ιδιαίτερα δυσλειτουργικά σχήματα, -το αντίθετο -, μοιάζει μια μέση, συνηθισμένη οικογένεια, οι γονείς μάλλον ποτέ δε ρώτησαν «τι βλέπεις τόση ώρα στο internet;». Ή «δείξε μου κι εμένα, θες να σου κάνω παρέα, βάλε με στον κόσμο σου, έλα να δούμε μαζί».

Ο πατέρας αναγνωρίζει ότι έπρεπε να περνάει πιο πολύ χρόνο με το γιο του, όπως κάποτε που έπαιζαν μαζί ηλεκτρονικά. Πράγματι, εάν συνέχιζαν να παίζουν μαζί, αν συνέχιζαν την επαφή τους, αν μπορούσε ο γιος να του εκμυστηρευτεί τον πόνο του, ότι νιώθει άσχημος και απορριπτέος από τα κορίτσια, ότι τον κοροϊδεύουν στο ινσταγκραμ, χωρίς να φοβάται, ότι ο μπαμπάς του θα ντραπεί για αυτόν, αν ένιωθε μια ασφάλεια ότι θα τον καθοδηγήσει, ίσως τίποτα απ’ όλα αυτά να μην είχε συμβεί. Δεν θα χρειαζόταν να προσχωρήσει σε άλλες ομάδες για να μη νιώθει μόνος και αβοήθητος. Δε θα χρειαζόταν να εκδικηθεί για φανταστικά αδικήματα που του έγιναν. Το ένστικτο του πατέρα είναι σωστό, αλλά έρχεται αργά.

Έφηβοι σε ελεύθερη πτώση – Η αποτυχία του συστήματος

Το πόσο ο νεαρός θύτης διψάει για κατανόηση και βοήθεια, φαίνεται στη σπαρακτική του αντίδρασή του, όταν η ψυχολόγος, τού λέει ότι, «θα είναι η τελευταία μας συνεδρία». Υπήρξε έστω ένας άνθρωπος, που κάποια στιγμή ενδιαφέρθηκε «να κατανοήσει το πώς κατανοεί ο ίδιος στον κόσμο». Αλλά εδώ είναι επίσης η αποτυχία του συστήματος, «με χρειάζονται κάπου αλλού λέει». Και αυτή η σχέση, αυτή η ελπίδα πρέπει να κοπεί πριν αρχίσει. Η απελπισία τον κατακλύζει.

Ούτε όμως το πλαίσιο στο οποίο περνάει το περισσότερο χρόνο- το σχολείο-, μπόρεσε να αντιληφθεί έγκαιρα και να τον προστατεύσει. Οι καθηγητές επίσης περιφέρονται αδύναμοι, σε αφασία, θλιβεροί.

Και βέβαια ούτε το ευρύτερο κοινωνικό σύστημα δεν έχει προνοήσει να τον προστατέψει με κανένα τρόπο, αφήνοντας όλο το βάρος στους ώμους των γονιών. Δεν έχει εισαγάγει κανέναν ελεγκτικό μηχανισμό στην κυκλοφορία τέτοιων σελίδων, κανένα περιορισμό, καμία προστασία, καμία ενημέρωση απέναντι σ’ αυτούς τους εφήβους που είναι χαμένοι, φοβισμένοι, μόνοι, αδικημένοι και με ένα κλικ μπορούν να ριζοσπαστικοποιηθούν πάρα πολύ εύκολα είτε σε τρομοκρατικές ομάδες είτε σε επικίνδυνες ιδεολογικές μισογυνικές εν προκειμένω οργανώσεις. Όσο δεν νομοθετούμε για το διαδίκτυο, είναι σα να επιτρέπουμε τα όπλα τα ναρκωτικά και το αλκοόλ να μπαίνουν στο δωμάτιο των παιδιών μας.

Στο τέλος της ταινίας στην πιο σπαραξικάρδια σκηνή, ο πατέρας συντρίβεται από τα λάθη του και βάζει συμβολικά με τρυφερότητα για ύπνο το αρκουδάκι. Τη χαμένη παιδικότητα και αθωότητα του γιου του. Σα να αποχαιρετά και εκ μέρους μας τη χαμένη μας αφέλεια, την επίπλαστή μας ασφάλεια, την επικίνδυνη ανευθυνότητά μας, αυτή που καθιστά τα πιο ευάλωτα μέλη ανάμεσά μας, θύματα και θύτες».

Share.
Exit mobile version
Μετάβαση στο περιεχόμενο