Ο πυκνός μαστός αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα κινδύνου για εμφάνιση καρκίνου του μαστού. Σύμφωνα με έρευνες, οι γυναίκες με πυκνούς μαστούς έχουν περίπου τριπλάσιο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού συγκριτικά με τις γυναίκες με λιγότερο πυκνούς μαστούς.
Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι η αυξημένη πυκνότητα μαστού πολλαπλασιάζει τις πιθανότητες καρκίνου, οι περισσότερες γυναίκες αγνοούν αυτόν το σημαντικό παράγοντα κινδύνου και δεν προχωρούν στον αναγκαίο ετήσιο προληπτικό έλεγχο.
Γράφει η Δρ. Λυδία Ιωαννίδου-Μουζάκα, Χειρουργός – Γυναικολόγος, Ειδικός Μαστολόγος, Πρόεδρος Ελληνικής Εταιρείας Μαστολογίας.
Η πυκνότητα των μαστών μεταβάλλεται όσο μεγαλώνει η γυναίκα. Όσο περνούν τα χρόνια ο μαστός τείνει να γίνεται λιγότερο πυκνός. Η παραγωγή οιστρογόνων επίσης επηρεάζει την πυκνότητα των μαστών. Όσο υψηλότερα είναι τα οιστρογόνα, τόσο μεγαλύτερη είναι και η πυκνότητα του μαστού. Αυτό σημαίνει ότι, στις νεαρότερες ηλικίες έχουμε μεγαλύτερη παραγωγή οιστρογόνων με πιο πυκνό μαστό ενώ στην εμμηνόπαυση έχουμε μικρότερη παραγωγή οιστρογόνων και επομένως λιγότερο πυκνό μαστό.
Δεδομένου ότι στην μαστογραφία ο λιπώδης ιστός απεικονίζεται με μαύρο χρώμα, ενώ τα υπόλοιπα στοιχεία με άσπρο χρώμα, όπως επίσης και ένας καρκινικός όγκος απεικονίζεται με άσπρο χρώμα, καταλαβαίνουμε πολύ εύκολα τι μας ανησυχεί σε έναν πυκνό μαστό. Σε έναν πυκνό μαστό λοιπόν ένας καρκινικός όγκος είναι πιο δύσκολο να εντοπιστεί.
Τι έδειξε έρευνα
Έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Jama Network Open διαπιστώνει άγνοια της πλειονότητας των γυναικών για τη σύνδεση καρκίνου του μαστού και πυκνότερων μαστών. Αν και η αυξημένη πυκνότητα μαστού πολλαπλασιάζει τις πιθανότητες καρκίνου κατά 1,2 έως τέσσερις φορές, ελάχιστες γυναίκες την προσδιόρισαν ως σοβαρό προδιαθεσικό παράγοντα σε αντίθεση με το οικογενειακό ιστορικό που αναφέρθηκε ως κύρια αιτία για το 93% και το υπερβολικό σωματικό βάρος ή την παχυσαρκία για το 65% των γυναικών που συμμετείχαν στη μελέτη.
Ως πυκνοί μαστοί αναφέρονται εκείνοι που έχουν περισσότερο ινοαδενικό ιστό έναντι λιπώδους, οι οποίοι αποτυπώνονται στη μαστογραφία με λευκό και σκούρο χρώμα αντίστοιχα. Στη μελέτη διερευνήθηκε κατά πόσο ήταν γνωστό ότι αποτελούν παράγοντα κινδύνου συγκριτικά με άλλες καταστάσεις που πολλαπλασιάζουν τις πιθανότητες όπως το υπερβολικό βάρος ή η παχυσαρκία, η κατανάλωση περισσότερων από ένα αλκοολούχων ποτών την ημέρα, η μη απόκτηση παιδιών και το ιστορικό βιοψίας μαστούς.
Άγνοια κινδύνου για 9 στις 10 γυναίκες
Στην έρευνα συμμετείχαν 1.858 γυναίκες 40 έως 76 ετών χωρίς ιστορικό καρκίνου, γνώριζαν περί πυκνότητας στήθους και είχαν υποβληθεί σε μαστογραφία εκείνο το διάστημα. Τα αποτελέσματα ήταν αποκαλυπτικά: μόλις 6 από τις 61 γυναίκες (10% περίπου) που συμμετείχαν στο σκέλος της έρευνας με τις συνεντεύξεις γνώριζαν ότι η πυκνότητα του στήθους αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου. Oι περισσότερες συμμετέχουσες ωστόσο ανέφεραν σωστά ότι οι πυκνοί μαστοί μειώνουν τη διαγνωστική ικανότητα της μαστογραφίας. Στο ερώτημα για το πώς θα μπορούσαν να μειώσουν τον καρκίνο του μαστού, περίπου το ένα τρίτο των γυναικών απάντησαν ότι δεν ήταν σίγουρες αν ήταν δυνατόν να το καταφέρουν ή ότι δεν γνώριζαν τους τρόπους.
Τα πλεονεκτήματα της 3D μαστογραφίας
Βασική κίνηση για την πρόληψη του καρκίνου του μαστού αποτελεί η μαστογραφία, βασική μέθοδος για την πρώτη διαγνωστική προσέγγιση του μαστού, η οποία έχει συνδεθεί με 30% μικρότερη θνητότητα από την κακοήθεια. Αν και, σύμφωνα με το National Cancer Institute των ΗΠΑ, οι μισές σχεδόν γυναίκες 40 ετών και άνω έχουν πυκνούς μαστούς – με την κληρονομικότητα, τη θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης ή το χαμηλό σωματικό βάρος αιτίες πυκνών μαστών στις μικρότερες ηλικίες- η εξέλιξη της απλής ψηφιακής μαστογραφίας, η τομοσύνθεση ή τρισδιάστατη (3D) μαστογραφία μπορεί να δώσει λύση.
Η τομοσύνθεση, αναλύοντας την εικόνα του μαστού σε όλο το βάθος ανά 1 χιλιοστό, δίνει τη δυνατότητα στον ακτινοδιαγνώστη ιατρό να μελετήσει με πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια περιοχές αυξημένης ακτινοσκιερότητας, δίνοντας έτσι λύση σε έναν από τους σημαντικότερους περιορισμούς της απλής ψηφιακής μαστογραφίας.