Η απώλεια της ακοής προκαλεί δομικές αλλοιώσεις σε κρίσιμες περιοχές του εγκεφάλου, υποστηρίζει νέα έρευνα.
Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη
Μια νέα μεγάλη μελέτη από τη Γαλλία αποκαλύπτει ότι, η απώλεια της ακοής συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο γνωστικής έκπτωσης σε ενήλικες μέσης ηλικίας. Η ίδια μελέτη διαπιστώνει ότι δεν προκύπτει κάποιο πιθανό όφελος από την χρήση ακουστικών βαρηκοΐας στη γνωστική εξασθένηση.
Η απώλεια της ακοής είναι η τρίτη πιο συχνή χρόνια κατάσταση υγείας που αντιμετωπίζουν τα άτομα τρίτης ηλικίας. Η ακοή παίζει ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στη γνωστική λειτουργία του εγκεφάλου. Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι, όταν η ακοή είναι μειωμένη οι εγκεφαλικές δομές που είναι υπεύθυνες για την επεξεργασία του λόγου και του ήχου ατροφούν, οδηγώντας σε επιδείνωση των γνωστικών ικανοτήτων.
Ερευνητική ομάδα από το Πανεπιστήμιο Paris Cité θέλησε να διερευνήσει εάν και σε ποιο βαθμό συνδέεται η απώλεια ακοής με αυξημένο κίνδυνο γνωστικής έκπτωσης σε ενήλικες μέσης ηλικίας και ποιο είναι το πιθανό όφελος από την χρήση ακουστικών βαρηκοΐας στη γνωστική εξασθένηση.
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από περισσότερα από 62.000 άτομα στη Γαλλία ηλικίας 45 έως 69 ετών, από τον Ιανουάριο του 2012 έως και το Δεκέμβριο του 2020. Τόσο κατά την έναρξη της μελέτης όσο και κατά την ολοκλήρωσή της, οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε τεστ γνωστικής ικανότητας και τεστ ακοής.
Τα ευρήματα της μελέτης έδειξαν ότι, το 49% των συμμετεχόντων είχε φυσιολογική ακοή και το 38% είχε ήπια απώλεια ακοής. Περίπου το 10% των συμμετεχόντων είχε σοβαρή απώλεια ακοής, χωρίς χρήση ακουστικού βαρηκοΐας. Από την μελέτη προέκυψε ότι μόνο το 3% των συμμετεχόντων με σοβαρή απώλεια ακοής φορούσε ακουστικό βαρηκοΐας.
Συνολικά, το 27% των συμμετεχόντων με ήπια απώλεια ακοής και το 37% με σοβαρή απώλεια ακοής με αναπηρία είχαν γνωστικές βαθμολογίες ενδεικτικές της έκπτωσης. Οι ερευνητές δεν βρήκαν καμία σημαντική διαφορά στον κίνδυνο γνωστικής εξασθένησης μεταξύ των ατόμων με αναπηρία απώλειας ακοής που φορούσαν ακουστικό βαρηκοΐας και εκείνων που δεν φορούσαν ακουστικό βαρηκοΐας.
Οι συμμετέχοντες με τη χειρότερη ακουστική επίδοση ήταν πιο συχνά άνδρες, μεγαλύτερης ηλικίας, με συχνότερες κοινωνικές και προσωπικές δυσλειτουργίες, χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο, υψηλότερο δείκτη μάζας σώματος, περισσότερες συννοσηρότητες και πιο συχνά εκτεθειμένοι σε θόρυβο στην εργασία.
«Τα ευρήματα της μελέτης αποκάλυψαν ότι, η απώλεια της ακοής προκαλεί δομικές αλλοιώσεις και απώλεια όγκου σε κρίσιμες περιοχές του εγκεφάλου. Δεδομένης της μεγάλης επιβάρυνσης της γνωστικής έκπτωσης και της απουσίας θεραπευτικής θεραπείας, ο εντοπισμός τροποποιήσιμων παραγόντων κινδύνου είναι σημαντικός», τονίζει ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας Dr Baptiste Grenier.
Η απώλεια ακοής, η οποία επηρεάζει σήμερα περισσότερους από τους μισούς ενήλικες ηλικίας 60 έως 65 ετών, αποτελεί σύμφωνα με τους ερευνητές έναν βασικό δυνητικά τροποποιήσιμο παράγοντα κινδύνου για άνοια. Είναι σημαντικό επομένως τα άτομα τρίτης ηλικίας με σοβαρή απώλεια ακοής να ενθαρρύνονται για τη χρήση βοηθημάτων ακοής όχι για την πρόληψη της γνωστικής έκπτωσης αλλά κυρίως γιατί συμβάλλουν στην ενθάρρυνση της κοινωνικοποίησης, την τόνωση της αυτοπεποίθησης και τη γενικότερη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ηλικιωμένων.
Όπως υπογραμμίζουν οι ερευνητές, η έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση της απώλειας ακοής είναι ζωτικής σημασίας για την προστασία του εγκεφάλου. Με δεδομένο ότι ο επιπολασμός της γνωστικής εξασθένησης αυξάνεται και με τις επιστημονικές προβλέψεις να υπολογίζουν ότι μέχρι το 2050 περισσότερα από 150 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως θα ζουν με άνοια, ο εντοπισμός των τροποποιήσιμων παραγόντων κινδύνου της νόσου είναι σημαντικός.
Πηγή: JAMA Network Open