Οι νέες παρεμβάσεις και οι πρωτοβουλίες που ξεκινούν άμεσα και διαμορφώνουν πλέον την Εθνική πολιτική για τον καρκίνο βρέθηκαν στο επίκεντρο της συνάντησης εργασίας που πραγματοποιήθηκε με πρωτοβουλία του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ) και τη συμμετοχή του υπουργείου Υγείας, και της επιστημονικής και ακαδημαϊκής κοινότητας στα γραφεία του Ευρωκοινοβουλίου στην Αθήνα. Για τρίτη συνεχόμενη χρονιά οι εμπλεκόμενοι φορείς είχαν την ευκαιρία να συζητήσουν και να καταθέσουν τις απόψεις τους, αναφορικά με τη χάραξη της εθνικής στρατηγικής για τον καρκίνο, με στόχο την καλύτερη διαχείριση και φροντίδα των ασθενών.
Ακολουθούν τα κύρια σημεία των παρεμβάσεων των εκπροσώπων των ασθενών και των επιστημονικών φορέων:
Ο κ. Γιώργος Καπετανάκης, Πρόεδρος του Δ.Σ. της Ελληνικής Ομοσπονδίας Καρκίνου – ΕΛΛΟΚ και Πρόεδρος του Συλλόγου Καρκινοπαθών Πιερίας στην παρέμβασή του τόνισε πως: «Ο καρκίνος πραγματικά είναι ένα μεγάλο ζήτημα, αλλά για πρώτη φορά έχουμε πρόοδο σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές. Χρειαζόμαστε εντούτοις περισσότερη στήριξη, οικονομική ίσως, για τη βελτίωση της διαχείρισης της νόσου και της ποιότητας ζωής των ασθενών. Χρειάζεται η συστράτευση όλων των φορέων για να προσχωρήσουν οι αλλαγές και ένα Εθνικό σχέδιο θα μπορούσε να φέρει τη χώρα πιο μπροστά. Ήδη 20 χώρες της Ευρώπης έχουν Εθνικό σχέδιο για την καταπολέμηση του καρκίνου. Χρειάζεται επίσης να βρεθεί χρηματοδότηση για να στηριχθεί από το σχέδιο».
Ο κ. Κυριάκος Σουλιώτης, Καθηγητής Πολιτικής Υγείας και Κοσμήτωρ της Σχολής Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου είπε μεταξύ άλλων: «Υπάρχει πρόοδος σε σχέση ήδη από πέρσι, αλλά το ζητούμενο είναι η κατάλληλη φροντίδα, στον κατάλληλο ασθενή με το κατάλληλο κόστος. Πιστεύω πως η δουλειά μας είναι να «φωτίζουμε» την κεντρική διοίκηση. Τα σχέδια δράσης είναι σημαντικά, αλλά θα πρέπει να γίνεται και η σωστή τους εφαρμογή και υλοποίηση, με συγκεκριμένους άξονες».
Η κυρία Ζένια Σαριδάκη, Πρόεδρος της Εταιρείας Ογκολόγων Παθολόγων Ελλάδος ευχαρίστησε τον Υπουργό Υγείας για το έργο που έχει γίνει και σημείωσε: «Όταν προχωρήσει η ψηφιοποίηση και οι βιοδείκτες, θα έχουμε μια κοσμογονία στην Ελλάδα, θα έχουμε πρωτογενή δεδομένα και θα αλλάξει γενικότερα η πολιτική διαχείρισης της νόσου. Ήδη έχει βελτιωθεί η ποιότητα ζωής των ασθενών, όμως απαιτούνται και άλλες παρεμβάσεις όπως το πρόγραμμα Οίκοθεν, η καλύτερη συνεργασία των γιατρών, τα ογκολογικά συμβούλια, η ανακουφιστική φροντίδα κ.ά.».
Ο κ. Κώστας Αθανασάκης, Καθηγητής Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής ανέφερε: «Θα σταθώ στη δημιουργία ενός Εθνικού σχεδίου δράσης που θα είναι κοντά στο Ευρωπαϊκό. Προφανώς το σχέδιο πρέπει να εστιάζει σε όλους τους τομείς, από την πρόληψη μέχρι την αποκατάσταση. Ακόμη, δεν χρειάζεται μόνο να εφαρμοστεί, αλλά είναι απαραίτητο και να παρακολουθείται η πορεία του. Οι στόχοι είναι σημαντικοί, απαιτείται όμως και δημόσια παρακολούθηση όσων επιτεύχθηκαν, όσων δεν επιτεύχθηκαν και για ποιους λόγους».
Ο κ. Ελευθέριος Ζέρβας, Ταμίας της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας και Συντονιστής της Ομάδας Εργασίας Καρκίνου Πνεύμονα σημείωσε πως: «Εκτός από τη θεραπεία και τους στόχους που έχουμε για την αποζημίωση των βιοδεικτών, πρέπει να πάμε και λίγο πιο πίσω, στην αξία του προσυμπτωματικού ελέγχου. Και ο καρκίνος του πνεύμονα πρέπει να μπει στο πρόγραμμα του προληπτικού ελέγχου. Είναι πολύ σημαντικό να μπορούμε να διαγνώσουμε και να αντιμετωπίσουμε στον καρκίνο του πνεύμονα σε πρώιμο στάδιο».
Ο κ. Γιώργος Βασιλόπουλος, Πρόεδρος της Ελληνικής Αιματολογικής Εταιρείας σημείωσε: «Θεωρούμε πολύ σημαντικό το ζήτημα των βιοδεικτών, μαζί με τα θεραπευτικά πρωτόκολλα. Θα θέλαμε μεγαλύτερη διείσδυση των γενοσήμων φαρμάκων και των βιο-ομοειδών. Δεν πρέπει να χάσουμε το «τρένο» της καινοτομίας και παράλληλα χρειάζεται να στηρίξουμε την εγχώρια παραγωγή φαρμάκων».
Ο κ. Δημήτριος Δογάνης, Παιδίατρος, Ογκολόγος, Διευθυντής Ογκολογικού Τμήματος Γ.Ν. Παίδων Αθηνών «Παναγιώτη και Αγλαΐα Κυριακού» ανέφερε: «Έχουμε πλέον καινοτόμες θεραπείες στη χώρα μας και τα παιδιά σήμερα λαμβάνουν τις θεραπείες όπως στην Ευρώπη και την Αμερική. Όμως το ζήτημα είναι που πάνε τα παιδιά αυτά μετά τη θεραπεία τους, όταν ξεπερνούν τα 16 έτη. Φεύγουν από τα παιδιατρικά νοσοκομεία και δεν γνωρίζουν που θα νοσηλευτούν μετά»,
Η κυρία Ελένη Κουρέα, Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Παθολογικής Ανατομικής ανέφερε σχετικά: «Είναι εξαιρετική η πρωτοβουλία του υπουργείου Υγείας για τους βιοδείκτες. Είναι κάτω από το 1% της φαρμακευτικής δαπάνης, αλλά προσφέρει τεράστια εξοικονόμηση. Είναι σημαντική η πρόσβαση των ασθενών στους βιοδείκτες, αλλά και η άμεση συνταγογράφηση και εκτέλεσή τους, κάτι που επιταχύνει τη διάγνωση. Η διάγνωση είναι μια διαδικασία με πολλές διαστάσεις, επίπονη και πολυσύνθετη. Θέλει χρόνο και συνεχή εκπαίδευση. Από τα εργαστήρια έχουν φύγει άτομα, χωρίς να έχουν αντικατασταθεί. Γίνονται προσπάθειες στελέχωσης, αλλά πλέον έχουν αυξηθεί και τα δείγματα, και ο ποιοτικός φόρτος».
Ο κ. Δημήτρης Μπούμπας, Πρόεδρος ΚεΣΥ σημείωσε «Ο ρόλος του ΚεΣΥ είναι να εκπαιδεύσει τους γιατρούς και να τους ενημερώσει για το θέμα του καρκίνου. Επίσης είναι σημαντική η εξειδίκευση, πέρα από τη γενική ογκολογία. Είμαστε έτοιμοι μετά το Εθνικό σχέδιο δράσης, να εργαστούμε πάνω στην ανακουφιστική φροντίδα και στα κέντρα που θα την προσφέρουν».
Ο κ. Νίκος Δέδες, Γενικός Γραμματέας Ένωσης Ασθενών Ελλάδας τόνισε: «Αυτό μου μας ενδιαφέρει στη σημερινή συζήτηση είναι ποιος σχεδιασμός γίνεται για την εφαρμογή των παρεμβάσεων, αλλά και η παρακολούθηση της υλοποίησής τους. Τα Εθνικά σχέδια είναι πολύ σημαντικά, όπως και η διαδικασία που ακολουθείται για την εφαρμογή τους».
Ο κ. Γιώργος Στύλιος, Πρόεδρος της Επιτροπής Κοινωνικών Υποθέσεων τόνισε πως «Για να γίνει πράξη και να προχωρήσει μια μεταρρύθμιση και ένα Εθνικό σχέδιο, απαιτείται να το κατανοήσουν αυτοί που θα το εφαρμόσουν. Επιπλέον, χρειάζονται στοιχεία και δεδομένα που θα μπορούμε να τα επεξεργαστούμε, ώστε να μπορέσουμε στη συνέχεια να έχουμε και πολιτικές παρεμβάσεις».