Κενά νόμου στον Προσωπικό Γιατρό για τη συνταγογράφηση αναλώσιμων και μεγάλη καθυστέρηση στις εξετάσεις των διαβητικών, επισημαίνει ο πρόεδρος της ΠΟΣΣΑΣΔΙΑ
Της Τάνιας Η. Μαντουβάλου
Με καθυστέρηση 3-6 μήνες εξετάζονται από τον θεράποντα ιατρό τους και πραγματοποιούν τις εξετάσεις τους οι άνθρωποι με διαβήτη στη χώρα μας (με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ποιότητα ζωής τους), λόγω υποστελέχωσης σε Διαβητολογικά Ιατρεία και Διαβητολογικά Κέντρα τα τελευταία έξι χρόνια, δήλωσε στο DailyhPharmaNews ο πρόεδρος της ΠΟΣΣΑΣΔΙΑ Χρήστος Δαραμήλας, στο περιθώριο του 2ου Diabetes Empowerment Forum, που διοργάνωσε στους Δελφούς 8 και 9 Νοεμβρίου, η Πανελλήνια Ομοσπονδία Σωματείων Συλλόγων Ατόμων με Σακχαρώδη Διαβήτη.
Όπως λέει ο κ. Δαραμήλας αυτή τη στιγμή σε όλη την Ελλάδα υπάρχουν 21 διαβητολογικά Κέντρα, τα οποία είναι σε πανεπιστημιακά Νοσοκομεία της χώρας και λιγότερα από 18 Διαβητολογικά ιατρεία, όταν το 2004 υπήρχαν 23 Διαβητολογικά Κέντρα και 60 Ιατρεία. Αρκούν άραγε βάσει πληθυσμού αυτά τα Κέντρα που διαθέτει αυτή τη στιγμή η Ελλάδα, είναι το εύλογο ερώτημα που τίθεται στον πρόεδρο της ΠΟΣΣΑΣΔΙΑ. «Και βέβαια δεν φτάνουν. Θα έπρεπε να υπάρχει σε κάθε νοσοκομείο διαβητολογικό Ιατρείο (έχουμε 132 νοσοκομεία) όταν σύμφωνα με στοιχεία της ΗΔΙΚΑ το 11% του πληθυσμού έχει τη νόσο, ενώ τον τελευταίο χρόνο έχουν διαγνωστεί 56.000 περισσότερα άτομα, καθώς πέρσι είχαν καταγραφεί 1.181.000 νοσούντες και φέτος 1.246.000».
33,5% των ασθενών πραγματοποιεί καθυστερημένα τις εξετάσεις του
Η καθυστέρηση πάντως στην καθιερωμένη επίσκεψη στον θεράποντα και στις απαραίτητες εξετάσεις , αποτυπώνεται ευκρινώς και στην 2η Πανελλαδική μελέτη της ΠΟΣΣΑΣΔΙΑ, που διεξήχθη σε συνεργασία με τον Επίκουρο Καθηγητή Οικονομικών Υγείας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, Κωνσταντίνο Αθανασάκη, και παρουσιάστηκε στο Φόρουμ. Σύμφωνα με την μελέτη το 33,5%των ασθενών δήλωσε ότι το ραντεβού με τον θεράποντα γιατρό γίνεται με καθυστέρηση, όταν το 2022 αυτό το ποσοστό ήταν στο 20,8%. Και αυτό σύμφωνα πάντα με την μελέτη οφείλεται στην έλλειψη εξειδικευμένου ιατρικού προσωπικού στο σακχαρώδη διαβήτη. Το πρόβλημα που έχουμε αντιμετωπίσει στα διαβητολογικά Ιατρεία από το 2018 είναι ότι επειδή δεν εξειδικεύτηκαν νέοι γιατροί στην παθολογία και την παιδιατρική ,έχουμε έλλειψη γιατρών, με αποτέλεσμα και τα Διαβητολογικά Ιατρεία στην Περιφέρεια να κλείνουν, αλλά και τα διαβητολογικά Κέντρα σε όλη την Επικράτεια να υπολειτουργούν, αναφέρει ο κ. Δαραμήλας και εξηγεί: «Όταν ο ασθενής δεν πάει στο γιατρό του, δεν κάνει ιατρικές εξετάσεις, γιατί δεν υπάρχει κάποιος να του τις συνταγογραφήσει. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ο άνθρωπος με διαβήτη πρέπει κάθε 3 μήνες να κάνει τη γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη ως εξέταση και ο γιατρός να παρακολουθεί την καθημερινή διακύμανση της γλυκόζης γιατί η διακύμανση είναι αυτή η οποία προκαλεί τις επιπλοκές».
Ο προσωπικός γιατρός δεν έχει τη δυνατότητα να παρακολουθήσει ένα άτομο με σακχαρώδη διαβήτη
Κι εδώ υπάρχει το πρόβλημα με τον προσωπικό γιατρό, γιατί από ότι φαίνεται δυστυχώς στην Ελλάδα, ο προσωπικός γιατρός δεν έχει τη δυνατότητα να παρακολουθήσει ένα άτομο με σακχαρώδη διαβήτη, επισημαίνει ο κ. Δαραμήλας.
«Δηλαδή να μπορεί να γνωρίζει την πορεία της υγείας του, να μπορεί να συνταγογραφεί τα αναλώσιμα του, να μπορεί να ξέρει πως θα του συστήσει ή όχι τη διαδικασία χρήσης των φαρμάκων που έχει στα χέρια του. Σύμφωνα με το νομοθετικό πλαίσιο του προσωπικού γιατρού, οι χρόνια πάσχοντες μπορούν να παρακολουθούνται από τον θεράποντα γιατρό τους σε σχέση με τη χρόνια πάθηση και ο προσωπικός γιατρός να λειτουργεί ως συνταγογράφος γιατρός.
Το μεγάλο μας πρόβλημα στις ειδικότητες των προσωπικών γιατρών είναι ότι οι περισσότεροι προσωπικοί γιατροί είναι είτε γενικοί γιατροί, είτε παθολόγοι. Και αυτή τη στιγμή οι γενικοί γιατροί, βάσει της νομοθεσίας δεν έχουν τη δυνατότητα να συνταγογραφήσουν αναλώσιμα και αντλία ινσουλίνης. Οι παθολόγοι και οι ενδοκρινολόγοι, όπως και οι παιδίατροι μπορούν. Όμως οι ενδροκρινολόγοι δεν έχουν ενταχθεί στον προσωπικό γιατρό, για τους παιδιάτρους ακόμη δεν έχει ανοίξει η διαδικασία και οι παθολόγοι είναι πολύ λιγότεροι σε σχέση με τους γενικούς γιατρούς». Πως θα πρέπει να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα, ερωτάται ο κ. Δαραμήλας: «Ή θα πρέπει η Πολιτεία να ανοίξει την πόρτα στους γενικούς γιατρούς να συνταγογραφούν αναλώσιμα ως προσωπικοί γιατροί, ή θα πρέπει να διευρυνθούν χρονικά οι συνταγές σε εξάμηνες, έτσι ώστε να στέλνει ο Προσωπικός Γιατρός τον ασθενή στον νοσοκομείο και να κάνει εκεί την συνταγογράφηση για τα αναλώσιμα».