Μία ακόμη στρέβλωση προκαλείται στην αγορά του φαρμάκου -οι επιπτώσεις της οποίας δεν έχουν αποτιμηθεί από την Πολιτεία- αλλά επιβαρύνουν άμεσα τους ασθενείς και τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις, μετά την πρόσφατη (29/11/2024) Υπουργική Απόφαση, εκτιμά ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας.
Σε συνέχεια της έκδοσης της Υπουργικής Απόφασης για τις τροποποιήσεις στις «Διατάξεις τιμολόγησης φαρμάκων», που αφορούν στην αναπροσαρμογή του Κόστους Ημερήσιας Θεραπείας (ΚΗΘ) πάνω από το οποίο γίνεται ανατιμολόγηση, ο ΣΦΕΕ σημειώνει οτι με αυτόν τον τρόπο μεταφέρονται υποχρεώσεις από κάποιες ομάδες κατηγοριών φαρμάκων σε άλλες.
Η μείωση στη συμμετοχή των ασθενών δεν θα γίνει πράξη
«Η αιφνιδιαστική αύξηση κατά 65% του ορίου τιμής που ένα φάρμακο εξαιρείται από την ετήσια ανακοστολόγηση, πρακτικά σημαίνει πως, ενώ μέχρι τώρα δεν μειωνόταν η τιμή στα φάρμακα με λιανική τιμή έως €6 για μηνιαία θεραπεία, πλέον αυτό θα ισχύει για λιανική τιμή έως €10. Η εξέλιξη αυτή θα δημιουργήσει στο άμεσο μέλλον αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης, αύξηση των υποχρεωτικών επιστροφών που καλούνται να καταβάλλουν οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις, ενώ η μείωση στη συμμετοχή των ασθενών για όλα τα φάρμακα με λιανική τιμή από €6 έως €10 για μηνιαία θεραπεία δεν θα γίνει πράξη.
Για μια ακόμα φορά, ακυρώνεται η προσπάθεια μείωσης των υποχρεωτικών επιστροφών και μεταφέρονται υποχρεώσεις από κάποιες ομάδες κατηγοριών φαρμάκων σε άλλες. Πρόκειται για μία ακόμη στρέβλωση στην αγορά του φαρμάκου, οι επιπτώσεις της οποίας δεν έχουν αποτιμηθεί από την Πολιτεία.
Τέτοιες πρακτικές επιδεινώνουν το ήδη ασφυκτικό περιβάλλον υποχρηματοδότησης της δημόσιας δαπάνης για το φάρμακο και συμβάλλουν στο να στερηθεί ο Έλληνας ασθενής νέες, καινοτόμες θεραπείες, των οποίων η είσοδος στη χώρα, υπό τις παρούσες συνθήκες, δεν είναι βιώσιμη.
Κλείνοντας, δυστυχώς δυσοίωνα, το 2024, και ενόψει του νέου έτους ο ΣΦΕΕ ζητά τη διαμόρφωση επιτέλους μιας βιώσιμης εθνικής φαρμακευτικής πολιτικής, με επίκεντρο τον ασθενή, με στόχο την καλή Δημόσια Υγεία και τη βιωσιμότητα του συστήματος υγείας και των φαρμακευτικών επιχειρήσεων», καταλήγει η ανακοίνωση του Συνδέσμου.