Όπως ενημερώνει, με ανακοίνωσή της, η Ελληνική Ακτινολογική Εταιρεία, μόλις πριν ένα μήνα τέθηκε σε εφαρμογή το μέτρο της αποκλειστικής συνταγογράφησης των σκιαγραφικών μέσων που χρησιμοποιούνται για απεικονιστικές εξετάσεις αποκλειστικά και μόνο από ιατρούς Ακτινολόγους στο σύστημα της ΗΔΙΚΑ.
Επισημαίνεται ότι το μέτρο αυτό εντάχθηκε σε ΦΕΚ ήδη από το έτος 2011, μετά από σχετική γνωμοδότηση της Επιστημονικής Επιτροπής του ΕΟΦ από το έτος 2009, λαμβάνοντας συνεχείς παρατάσεις εφαρμογής του από τους εκάστοτε υπουργούς Υγείας.
Οι εκπρόσωποι της Ελληνικής Ακτινολογικής Εταιρείας κοινοποιούν Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβούλου του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου, Ευάγγελου Κατσίκη, η οποία, μετά από διεξοδική ανάλυση της ισχύουσας νομοθεσίας και των αρχών της ιατρικής δεοντολογίας αναφέρει:
«Η εφαρμογή ισχύος της εισαγωγής φίλτρου στη συνταγογράφηση σκιαγραφικών προϊόντων από ιατρό Ακτινοδιαγνώστη, σημαίνει πρακτικά πως για οποιαδήποτε εξέταση τέτοιου τύπου απαιτείται ειδική συνταγή για το προτεινόμενο σκεύασμα, με την οποία ο ασθενής θα το προμηθεύεται πριν την προγραμματισμένη εξέταση.
Η πραγματοποίηση της εξέτασης δεν είναι δυνατή αν δεν προηγηθεί η σχετική διαδικασία για τη συνταγογράφηση του σκιαγραφικού και τη χορήγηση του κατά την εξέταση, αφού απαιτείται για την αυξημένη αναλυτική ικανότητα του ιατρικού μηχανήματος.
Η χρήση σκιαγραφικού δεν είναι πάντοτε αναγκαία, ωστόσο, η αναγκαιότητα είναι ζήτημα κρίσης του γιατρού, ο οποίος -συνεκτιμώντας όλους τους σχετικούς παράγοντες- καταλήγει στο συμπέρασμα αν απαιτείται ή όχι σκιαγραφικό υγρό και κατόπιν αυτού επιλέγει το κατάλληλο και ενδεδειγμένο για την εξέταση σκεύασμα. Στη συνέχεια, ο ασθενής εφοδιασμένος με τη σχετική συνταγή προμηθεύεται το ανάλογο σκεύασμα με το οποίο προσέρχεται για την πραγματοποίηση της προγραμματισμένης εξέτασης.
Η αναγκαιότητα της συνταγογράφησης σκιαγραφικού προϊόντος αποφασίζεται κατόπιν εξέτασης αυτού ώστε να αξιολογηθούν οι ειδικότερες ανάγκες κάθε ασθενούς, η εξέταση που πρέπει να πραγματοποιήσει και το είδος του σκευάσματος και της φαρμακευτικής ουσίας που κρίνονται κατάλληλα. Τονίζεται ότι τα σκιαγραφικά φάρμακα εμπεριέχουν ως πρώτιστο κίνδυνο να παρουσιάσει ο ασθενής αλλεργική αντίδραση, η οποία μπορεί να αποβεί θανατηφόρα.
Προκειμένου να συνταγογραφηθεί και να χορηγηθεί το σκιαγραφικό με ασφάλεια απαιτείται καταρχήν λήψη αναλυτικού ιατρικού ιστορικού του ασθενούς για την καταγραφή τυχόν αλλεργιών σε φάρμακα, χρόνιες παθήσεις και άλλοι παράγοντες που πρέπει να συνεκτιμηθούν προ της επιλογής και της συνταγογράφησης του κατά περίπτωση κατάλληλου σκευάσματος.
Όλα τα παραπάνω συνιστούν ιατρική πράξη, όπως ειδικά αυτή περιγράφεται στον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας και συνεπώς ο συνταγογραφών ιατρός δικαιούται ιατρικής αμοιβής για την ιατρική πράξη, στην οποία προβαίνει. Ουδεμία ιατρική πράξη προβλέπεται χωρίς αμοιβή (πέραν των ειδικά αναφερόμενων στον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας), διότι αυτό έρχεται σε ευθεία αντίθεση τη ρητή πρόβλεψη αυτού, στο άρθρο 19 του οποίου ορίζεται ότι ο ιατρός πρέπει να παρέχει τις υπηρεσίες του με αμοιβή οπωσδήποτε εύλογη και σε αναλογία με την έκταση της ιατρικής πράξης.
Ως εκ των ανωτέρω προκύπτουν τα εξής:
Η συνταγογράφηση σκιαγραφικών προϊόντων από ιατρό Ακτινοδιαγνώστη προϋποθέτει την είσπραξη αμοιβής για την ιατρική αυτή πράξη, η οποία δεν περιλαμβάνεται στην αμοιβή του διαγνωστικού εργαστηρίου για την εξέταση, καθότι αποτελεί ξεχωριστή ιατρική πράξη.
Δεδομένων όλων των παραμέτρων, η αμοιβή για τη συνταγογράφηση σκιαγραφικών προϊόντων από ιατρό Ακτινοδιαγνώστη καθορίζεται ελεύθερα και διαχωρίζεται εντελώς από την τυχόν συμμετοχή του ασφαλισμένου στο συνταγογραφούμενο φάρμακο, ή στη διενεργούμενη εξέταση με τη χρήση αυτών των σκιαγραφικών προϊόντων».