Μετά το ΕΣΥ, στο στόχαστρο της κυβέρνησης μπαίνουν τώρα και οι ιδιώτες γιατροί, τονίζει, σε ανακοίνωσή του, το Δίκτυο Υγειονομικών της Νέας Αριστεράς σχετικά με την επικίνδυνη καμπή που βρίσκεται το ΕΣΥ και τις απόπειρες της κυβέρνησης να επιτάξει ιδιώτες γιατρούς προκειμένου να καλύψει τα κενά που η ίδια δημιούργησε.
Αυστηρή είναι και η κριτική του Δικτύου προς τον «σκληρό μεταρρυθμιστή» Άδωνι Γεωργιάδη που έχει παρελθόν «ακρωτηριασμού» και διάλυσης των δημόσιων δομών ΠΦΥ…
Αναλυτικά η ανακοίνωση του Δικτύου Υγειονομικών της Νέας Αριστεράς
«Από μια κυβέρνηση θιασώτη των ιδιωτικοποιήσεων και με διαχρονική «δυσανεξία» απέναντι στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας, αλλά και έναν υπουργό Υγείας που έχει παρελθόν «ακρωτηριασμού» και διάλυσης των δημόσιων δομών ΠΦΥ (βλ. πολυιατρεία του ΙΚΑ-ΕΟΠΥΥ), δεν περιμέναμε τίποτα καλύτερο για το ΕΣΥ. Όμως μπροστά στην πασιφανή και μη διαχειρίσιμη κατάρρευση του ΕΣΥ, ειδικά των Νοσοκομείων της επαρχίας, η κυβέρνηση Μητσοτάκη ξεπέρασε κάθε όριο πολιτικού αυταρχισμού και γελοιότητας.
Έχοντας κάνει ό,τι μπορούσε για να απαξιώσει το ΕΣΥ, να διώξει έμπειρους γιατρούς από τα νοσοκομεία και να ευνοήσει προκλητικά τους επιχειρηματίες υγείας, έρχεται σήμερα με θράσος να «πουλήσει» ενδιαφέρον για το ΕΣΥ και τον ασθενή! Και εμφανίζει ως λύση την επίταξη των ιδιωτών γιατρών και την υποχρεωτική συνδρομή τους στην εφημερία των νοσοκομείων, εκβιάζοντας τους με διακοπή της δυνατότητας ηλεκτρονικής συνταγογράφησης αν δεν «συμμορφωθούν», κάτι που πρωτίστως θα ταλαιπωρήσει και θα επιβαρύνει οικονομικά τους ασθενείς.
Παριστάνει ο υπουργός Υγείας τον «σκληρό μεταρρυθμιστή» που τάχα δε λογαριάζει πολιτικό κόστος, μόνο που όλες οι «μεταρρυθμίσεις» του (ιδιωτικό ιατρείο στους γιατρούς ΕΣΥ, απογευματινά χειρουργεία, «χαράτσι» για συνταγογράφηση εξετάσεων, αλλαγές στην Ψυχική Υγεία-Εξαρτήσεις κλπ) υπονομεύουν το δημόσιο χαρακτήρα του ΕΣΥ και επιβαρύνουν την «τσέπη» των πολιτών.
Οι ιδιώτες γιατροί αρνούνται -και σωστά- να «βάλουν πλάτη» σε ένα σύστημα που γίνεται κάθε μέρα πιο επισφαλές και επικίνδυνο, τόσο για τους υγειονομικούς όσο, κυρίως, για τους ασθενείς. Παρότι η αμοιβή τους για το εφημεριακό ή κλινικό έργο που καλούνται να προσφέρουν είναι προκλητικά ανισότιμη σε σχέση με τους υπηρετούντες γιατρούς του ΕΣΥ, που χρόνια τώρα κρατούν όρθιο το ΕΣΥ με αναξιοπρεπείς μισθούς και εξαντλητική υπερεφημέρευση.
Η κυβέρνηση θέλει ένα ΕΣΥ που απλώς καλύπτει όπως–όπως (με «μετακινούμενους» ή «επιταγμένους» γιατρούς) την καθημερινή 24ωρη εφημερία των νοσοκομείων, αδιαφορώντας για την ουσία: τη στελέχωση των κλινικών και τμημάτων με μόνιμο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, που εργάζεται με ασφάλεια, αμείβεται αξιοπρεπώς, μετεκπαιδεύεται και εξελίσσεται επιστημονικά και η Πολιτεία του διασφαλίζει τις καλύτερες δυνατές συνθήκες για την παροχή αξιόπιστης, δωρεάν και υψηλής ποιότητας δημόσιας περίθαλψης. Όσο αυτό δεν δρομολογείται και όσο η γενναία επένδυση επιπλέον πόρων στο ΕΣΥ (δημόσιες δαπάνες υγείας 7,5% του ΑΕΠ) δεν είναι κορυφαία πολιτική προτεραιότητα, η κρίση στελέχωσης του συστήματος υγείας θα χειροτερεύει και η ανασφάλεια των πολιτών για την υγεία τους θα επιδεινώνεται.
Για τη Νέα Αριστερά δεν υπάρχουν λύσεις σε περιβάλλον συρρίκνωσης και ιδιωτικοποίησης του ΕΣΥ ή απαξίωσης των λειτουργών της υγείας. Προτεραιότητα σήμερα είναι ο «ανένδοτος αγώνας» των υγειονομικών και της κοινωνίας για την υπεράσπιση και ριζική ανασυγκρότηση του Δημόσιου Συστήματος Υγείας».