Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη.
Νέα έρευνα διαπιστώνει ότι το 85% των γυναικών με εμφυτεύματα στήθους αμελούν τις συνιστώμενες ετήσιες εξετάσεις που θα μπορούσαν να διαγνώσουν έγκαιρα μια πιθανή ρήξη του ενθέματος, με αποτέλεσμα να θέτεται η υγεία τους σε σοβαρό κίνδυνο.
Η αυξητική στήθους είναι μία από τις πιο δημοφιλείς επεμβάσεις της πλαστικής χειρουργικής. Τα εμφυτεύματα στήθους χρησιμοποιούνται σε πολλές περιπτώσεις για την αισθητική αποκατάσταση γυναικών με καρκίνο μαστού που έχουν υποβληθεί σε μαστεκτομή. Επιπλέον, τις τελευταίες δεκαετίες, χρησιμοποιούνται σε μεγάλο βαθμό από πολλές γυναίκες για κοσμητικούς λόγους.
Ωστόσο, τα εμφυτεύματα στήθους συχνά καταστρέφονται χωρίς να εκδηλώνουν συμπτώματα, αφήνοντας τις γυναίκες εκτεθειμένες σε μη ανιχνεύσιμες απειλές, ιδιαίτερα απειλητικές για την υγεία τους.
Γι΄αυτό το λόγο οι πλαστικοί χειρουργοί συνιστούν στις γυναίκες με ενθέματα σιλικόνης να ελέγχονται κάθε δύο – τρία έτη με μαγνητική μαστογραφία καθώς αποτελεί την καταλληλότερη εξέταση για τη διαπίστωση της ακεραιότητας των ενθεμάτων και την ανίχνευση ρήξεων.
Οι «σιωπηλές» ρήξεις των εμφυτευμάτων υπονομεύουν την υγεία χιλιάδων γυναικών παγκοσμίως
Η τοποθέτηση των εμφυτευμάτων θεωρείται μια σχετικά ασφαλής διαδικασία, ωστόσο κάποιες φορές μπορεί να εμφανιστούν ανεπιθύμητες επιπλοκές, όπως η ρήξη του εμφυτεύματος ή η σκλήρυνση της κάψας του εμφυτεύματος που απαιτούν επανεπεμβάσεις για την αποκατάσταση του στήθους.
Μια διαρροή ή ρήξη του ενθέματος θα μπορούσε να συμβεί οποιαδήποτε στιγμή, πολλές φορές μάλιστα χωρίς να το αντιληφθούν οι γυναίκες. Οι «σιωπηλές» ρήξεις των εμφυτευμάτων σιλικόνης συχνά περνούν απαρατήρητες για χρόνια, οδηγώντας δυνητικά σε σοβαρές μακροπρόθεσμες επιπλοκές, με κυριότερες τα σιλικονώματα αλλά και κάποιους τύπους καρκίνου. Πρόσφατα, μάλιστα, ο Αμερικανικός Οργανισμός Φαρμάκων εξέδωσε προειδοποιητική οδηγία για πιθανό κίνδυνο εμφάνισης πλακωδών καρκινωμάτων ή λεμφωμάτων μετά από ρήξη εμφυτευμάτων στήθους.
Οι τακτικοί απεικονιστικοί έλεγχοι θα μπορούσαν να συμβάλουν στον μετριασμό των κινδύνων, αλλά μέχρι τώρα, υπήρχαν ελάχιστα δεδομένα σχετικά με το πόσο συχνά διεξάγονται τέτοιες προληπτικές εξετάσεις.
Ερευνητική ομάδα από το Πανεπιστήμιο Επιστημών Υγείας Karl Landsteiner στην Αυστρία θέλησε να διερευνήσει πόσο συχνά διεξάγονται προληπτικές απεικονιστικές εξετάσεις από τις γυναίκες που έχουν ενθέματα στήθους.
Οι ερευνητές ανέλυσαν 1.128 χειρουργικές επεμβάσεις μαστού που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ Αυγούστου 2018 και Δεκεμβρίου 2023. Τα ευρήματα ήταν άκρως ανησυχητικά καθώς διαπιστώθηκε ότι μόνο το 15% των γυναικών με ενθέματα στήθους είχαν υποβληθεί σε τακτικό προληπτικό έλεγχο. Σχεδόν στο 75% των περιπτώσεων, οι ρήξεις εντοπίστηκαν μόνο όταν οι γυναίκες αναζήτησαν ιατρική συμβουλή για πόνο ή αισθητές αλλαγές στο σχήμα του μαστού, συχνά 15 – 18 χρόνια μετά την εμφύτευση ενθεμάτων.
Τα ευρήματα έδειξαν επίσης πως, περίπου το 26% των ρήξεων εμφυτευμάτων ήταν “σιωπηλές”, δηλαδή δεν εκδήλωσαν συμπτώματα και οι γυναίκες το πληροφορήθηκαν κατά τη διάρκεια της συμμετοχής τους στη μελέτη.
«Τα ευρήματα της μελέτης μας είναι άκρως ανησυχητικά. Πιστεύουμε ότι πολλές ρήξεις εμφυτευμάτων παραμένουν απαρατήρητες για χρόνια. Αυτή η καθυστέρηση μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές συνέπειες, όπως είναι τα σιλικονώματα και το σπάνιο αλλά σοβαρό αναπλαστικό λέμφωμα μεγάλων κυττάρων, μια νέα οντότητα καρκίνου που σχετίζεται με τα εμφυτεύματα στήθους», δήλωσε ο Δρ Tonatiuh Flores, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας και ερευνητής-ιατρός στο Κλινικό Τμήμα Πλαστικής, Αισθητικής και Επανορθωτικής Χειρουργικής στο Πανεπιστήμιο Επιστημών Υγείας Karl Landsteiner.
Όπως τονίζουν οι ερευνητές, είναι αναγκαία η ευαισθητοποίηση των γυναικών σχετικά με τους μακροπρόθεσμους κινδύνους που σχετίζονται με τα εμφυτεύματα στήθους. Οι κίνδυνοι αυτοί θα μπορούσαν να περιοριστούν με τη ετήσια ακτινολογική απεικόνιση και τον τακτικό έλεγχο των ενθεμάτων από χειρουργούς, Ο έγκαιρος εντοπισμός των ρήξεων στα εμφυτεύματα στήθους αρκετά χρόνια νωρίτερα θα μπορούσε πιθανώς να μειώσει τις σοβαρές συνέπειες, όπως το αναπλαστικό λέμφωμα, καταλήγουν οι ερευνητές.
Πηγή: Journal of Clinical Medicine