Μελέτη διαπιστώνει ότι τα ελαττωματικά σπερματοζωάρια διπλασιάζουν τον κίνδυνο προεκλαμψίας σε έγκυες γυναίκες.
Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη
Μια νέα έρευνα συνδέει για πρώτη φορά την κακή ποιότητα σπερματοζωαρίων με τον αυξημένο κίνδυνο προεκλαμψίας σε γυναίκες που έχουν μείνει έγκυες με εξωσωματική γονιμοποίηση.
Η προεκλαμψία αποτελεί μια σοβαρή επιπλοκή της εγκυμοσύνης που συνήθως προκαλείται από κάποια δυσλειτουργία στον πλακούντα, η οποία μειώνει τη ροή του αίματος και των θρεπτικών συστατικών για το μωρό, δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα στην ανάπτυξή του. Η αντιμετώπιση της προεκλαμψίαςείναι άμεση και επείγουσα καθώς συνοδεύεται από σοβαρές επιπλοκές όπως πρόωρο τοκετό, χαμηλό βάρος γέννησης του μωρού και σε κάποιες περιπτώσεις, θνησιμότητα της μητέρας.
Ερευνητική ομάδα από το Πανεπιστήμιο Lund στη Σουηδία ανέλυσειατρικά δεδομένα, που προέρχονται από τοΣουηδικό Εθνικό Μητρώο Γεννήσεων, από841 υπογόνιμα ζευγάρια που απέκτησαν παιδιά μετά από θεραπεία γονιμότητας. Οι ερευνητές εστίασαν την έρευνά τους στην ανάλυση της ακεραιότητας του DNAτου σπέρματος για να εντοπίσουν τυχόν ελαττώματα στην μορφολογία του.
Προηγούμενες μελέτες είχαν δείξει ότι, η γενετική ακεραιότητα του σπερματοζωαρίου είναι απαραίτητη για τη φυσιολογική ανάπτυξη του εμβρύου και την επιτυχή έκβαση μιας εγκυμοσύνης. Επίσης, ανεξάρτητα από την χρησιμοποιούμενη τεχνολογία υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, το υψηλό επίπεδο κατάτμησης του σπερματικού DNA έχει αποδειχθεί ότι μειώνει σημαντικά τις πιθανότητες μιας επιτυχούς εγκυμοσύνης.
Περίπου το 20-30% των μωρών που γεννιούνται με την μέθοδο της εξωσωματικής γονιμοποίησης έχουν πατέρες με βλάβες στο DNA των σπερματοζωαρίων τους.Το σπέρμα με βλάβη στο DNA μπορεί να εξακολουθεί να είναι γόνιμο, αλλά οι πιθανότητες γονιμοποίησης είναι μικρότερες και εάν το ποσοστό του κατακερματισμού υπερβαίνει το 30%, τότε οι πιθανότητες φυσικής σύλληψης σχεδόν μηδενίζονται.
Αν και οι τρέχουσες τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής δείχνουν ότι οι άνδρες με υψηλό κατακερματισμό στο DNAτου σπέρματος μπορούν να γίνουν μπαμπάδες, μέχρι σήμερα ελάχιστη είναι η γνώση για τον αντίκτυπο του κατακερματισμού του DNA στην εγκυμοσύνη και την υγεία του μωρού.
Πως τα ελαττωματικά σπερματοζωάρια συνδέονται με την εκδήλωση προεκλαμψίας στις εγκύους
Τα ευρήματα της μελέτης αποκάλυψαν ότι, οι άνδρες που είχαν ελαττωματικά σπερματοζωάρια είχαν διπλάσιο κίνδυνο οι σύντροφοί τους να αναπτύξουν προεκλαμψία κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης καθώς και να γεννήσουν πρόωρα. Υψηλός ήταν επίσης ο κίνδυνος για χαμηλό βάρος γέννησης και χαμηλό σκορ Apgarστα νεογέννητα.
« Μέχρι τώρα οι έρευνες είχαν κυρίως επικεντρωθεί στους μητρικούς παράγοντες κατά την αξιολόγηση των κινδύνων που σχετίζονται με την προεκλαμψία και ελάχιστα γνωρίζαμεγια τον αντίκτυπο που έχουν οι βλάβες στο DNA του σπέρματος στην εγκυμοσύνη και την υγεία του μωρού. Η μελέτη αυτή μετατοπίζει το επιστημονικό ενδιαφέρον στο ρόλο του πατέρα, υποδεικνύοντας ότι η υγεία του σπέρματος μπορεί να επηρεάσει όχι μόνο τη σύλληψη αλλά και την πορεία της εγκυμοσύνης», δήλωσε η DrAmelieStenqvist, μέλος της ερευνητικής ομάδας, λέκτορας στο Πανεπιστήμιο Lund και ειδικός Γυναικολογίας και Μαιευτικής στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Skåne στο Malmö.
Όπως επισημαίνουν οι ερευνητές, από την μελέτη προκύπτει επίσης ότι ο υψηλός κατακερματισμός του DNA στο σπέρμα συνδέεται άμεσα με τη συνολική υγεία του πατέρα και είναι δυνητικά θεραπεύσιμος. Όπως εξηγούν, ένας σημαντικός αιτιολογικός παράγοντας για τη βλάβη στο σπερματικό DNA είναι το οξειδωτικό στρες, το οποίο είναι μια ανισορροπία μεταξύ των επιβλαβών μορίων και των αντιοξειδωτικών που προστατεύουν τα κύτταρα. Άλλοι παράγοντες που αυξάνουν τον κατακερματισμό του DNA είναι η ηλικία του άνδρα, το κάπνισμα, η παχυσαρκία, η έκθεση σε περιβαλλοντικούς και επαγγελματικούς ρύπους, τα εμπύρετα νοσήματα και οι λοιμώξεις.
Εάν οι αιτίες της κατάτμησης του DNA προκαλούνται από ελεύθερες ρίζες οξυγόνου τότε, η αλλαγή του τρόπου ζωής και μια διατροφή κατάλληλα σχεδιασμένη ώστε να προστατεύει έναντι του οξειδωτικού στρες, μπορούν να βοηθήσου στη μείωση των επιπέδων κατακερματισμού του DNA. Η θεραπεία πιθανών λοιμώξεων με αντιβιοτικά θα μπορούσε επίσης να μειώσει την κατάτμηση του DNA, καταλήγουν οι ερευνητές.
Πηγή: Fertility and Sterility