Σύμφωνα με μελέτη, από το 1990 το προσδόκιμο ζωής στους μακροβιότερους πληθυσμούς του κόσμου έχει αυξηθεί μόλις κατά 6,5 χρόνια κατά μέσο όρο.
Ο ρυθμός αύξησης του προσδόκιμου ζωής έχει επιβραδυνθεί σημαντικά τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, παρά την πρόοδο της ιατρικής, όπως διαπιστώνει μελέτη με επικεφαλής το Πανεπιστήμιο του Ιλινόις στο Σικάγο που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Nature Aging».
Η ιατρική πρόοδος, η υγιεινή διατροφή και άλλες βελτιώσεις στην ποιότητα ζωής οδήγησαν σε τεράστια αύξηση του προσδόκιμου ζωής κατά τη διάρκεια του 19ου και 20ου αιώνα και μάλιστα διπλασιασμό κατά τον 20ο αιώνα. Ωστόσο, σύμφωνα με τη μελέτη, από το 1990 το προσδόκιμο ζωής στους μακροβιότερους πληθυσμούς του κόσμου έχει αυξηθεί μόλις κατά 6,5 χρόνια κατά μέσο όρο. Αυτός ο ρυθμός υπολείπεται κατά πολύ των προσδοκιών ορισμένων επιστημόνων ότι το προσδόκιμο ζωής θα αυξανόταν με επιταχυνόμενο ρυθμό αυτό τον αιώνα και ότι οι περισσότεροι άνθρωποι που γεννιούνται σήμερα θα ζήσουν πάνω από 100 χρόνια.
Οι ερευνητές μελέτησαν δεδομένα από τις εννιά χώρες με το υψηλότερο προσδόκιμο ζωής σήμερα (Χονγκ Κονγκ, Ιαπωνία, Νότια Κορέα, Αυστραλία, Γαλλία, Ιταλία, Ελβετία, Σουηδία, Ισπανία), καθώς και από τις ΗΠΑ, μια από τις ελάχιστες χώρες που είδαν μείωση του προσδόκιμου ζωής κατά την περίοδο μελέτης.
Η ερευνητική ομάδα παρέχει στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία οι άνθρωποι πλησιάζουν σε ένα βιολογικά θεμελιωμένο όριο ζωής. Οι μεγαλύτερες αυξήσεις στη μακροζωία έχουν ήδη συμβεί μέσω της καταπολέμησης των ασθενειών, ωστόσο οι βλαβερές συνέπειες της γήρανσης παραμένουν το κύριο εμπόδιο στην περαιτέρω παράταση.
Η περίοδος της ταχείας αύξησης του προσδόκιμου ζωής έχει πλέον τεκμηριωμένα τελειώσει, υποστηρίζουν οι ερευνητές.
Όπως διαπιστώνεται, τα παιδιά που γεννήθηκαν τα τελευταία χρόνια έχουν σχετικά χαμηλές πιθανότητες να φτάσουν τα 100 χρόνια ζωής (5,3% πιθανότητες για τις γυναίκες και 1,8% πιθανότητες για τους άνδρες. Η υψηλότερη πιθανότητα τα παιδιά που γεννήθηκαν το 2019 να φτάσουν στην ηλικία των 100 ετών εντοπίστηκε στο Χονγκ Κονγκ, όπου το 12,8% των γυναικών και το 4,4% των ανδρών αναμένεται να φτάσουν αυτή την ηλικία. Στις ΗΠΑ το αντίστοιχο ποσοστό είναι 3,1% για τις γυναίκες και 1,3% για τους άνδρες.
«Οι περισσότεροι άνθρωποι που ζουν σήμερα σε μεγαλύτερες ηλικίες ζουν σε χρόνο που κατασκευάστηκε από την Ιατρική. Αλλά αυτά τα ιατρικά τσιρότα παράγουν λιγότερα χρόνια ζωής, παρόλο που συμβαίνουν με επιταχυνόμενο ρυθμό, γεγονός που σημαίνει ότι η περίοδος της ταχείας αύξησης του προσδόκιμου ζωής έχει πλέον τεκμηριωμένα τελειώσει», σημειώνει χαρακτηριστικά ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, Τζέι Ολσάνσκι από τη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Ιλινόις. «Θα πρέπει τώρα να στρέψουμε την προσοχή μας σε προσπάθειες που επιβραδύνουν τη γήρανση και παρατείνουν το φάσμα της υγείας», προσθέτει ο ίδιος.
Πηγή: ΑΠΕ ΜΠΕ