Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη.
Μια νέα μεγάλη έρευνα διαπιστώνει ότι η Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένες φλεγμονώδεις καταστάσεις στο σώμα, διαταράσσοντας την ανοσολογική λειτουργία και ενδεχομένως αυξάνοντας την ευαισθησία σε αυτοάνοσα νοσήματα όπως ο Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος (ΣΕΛ).
Ο λύκος είναι μια χρόνια αυτοάνοση νόσος η οποία εκδηλώνεται όταν το ανοσοποιητικό σύστημα λανθασμένα επιτίθεται σε δικά του όργανα και ιστούς προκαλώντας φλεγμονή. Οι εκδηλώσεις της νόσου μπορεί να περιορίζονται στο δέρμα και στις αρθρώσεις – ειδικά στα μαλακά τους μόρια – ενώ στις σοβαρότερες περιπτώσεις επεκτείνονται σε νεφρά, καρδιά και άλλα ζωτικής σημασίας όργανα.
Σύμφωνα με επιδημιολογικά στοιχεία, η συχνότητα εμφάνισης και η παγκόσμια επικράτηση του ΣΕΛ αυξάνονται σε ποικίλους βαθμούς κάθε χρόνο και το ποσοστό θνησιμότητας είναι 2-3 φορές υψηλότερο από αυτό του γενικού πληθυσμού. Επιπλέον, οι ασθενείς με λύκο δεν μπορούν να θεραπευτούν πλήρως και ο συνολικός κίνδυνος υποτροπής εντός 4 ετών μπορεί να φτάσει έως και το 60%.
Επί του παρόντος, η διαχείριση της νόσου βασίζεται σε γλυκοκορτικοειδή, υδροξυχλωροκίνη, ανοσοκατασταλτικά ή βιολογικά φάρμακα. Ωστόσο, περισσότεροι από τους μισούς ασθενείς με λύκο δεν συμμορφώνονται με τη θεραπεία τους. Επομένως, η έγκαιρη ανίχνευση και η έγκαιρη παρέμβαση για τις ευπαθείς και τις ομάδες υψηλού κινδύνου είναι απαραίτητες για τη μείωση του ποσοστού θνησιμότητας του ΣΕΛ.
Ο ρόλος της διαταραχής μετατραυματικού στρες στον ΣΕΛ
Ερευνητές από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Κύπρου, στη Λευκωσία, πραγματοποίησαν μια συστηματική ανασκόπηση για να αξιολογήσει τη σχέση μεταξύ της διαταραχής μετατραυματικού στρες και του ΣΕΛ, να χαρακτηρίσουν κλινικές και ψυχιατρικές συννοσηρότητες μεταξύ των ασθενών που έχουν προσβληθεί και να διερευνήσουν πιθανές γενετικές προδιαθέσεις.
Για τον σκοπό αυτό, οι ερευνητές διεξήγαγαν μια ολοκληρωμένη βιβλιογραφική αναζήτηση για άρθρα που δημοσιεύθηκαν έως τον Ιανουάριο του 2025. Από τις 24 μελέτες που εντοπίστηκαν, 7 πληρούσαν τα κριτήρια ένταξης, με τις 6 από αυτές να έχουν διεξαχθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Μεταξύ των 11.614 ασθενών με ΣΕΛ που συμπεριλήφθηκαν στις μελέτες, 1.325 ασθενείς (11,4%) είχαν διαγνωστεί με διαταραχή μετατραυματικού στρες.
Τι έδειξαν τα ευρήματα
Όπως διαπιστώθηκε από τα αποτελέσματα, η διαταραχή μετατραυματικού στρες (PTSD) συσχετίστηκε με 2 έως 3 φορές αυξημένο κίνδυνο για ΣΕΛ, με κοινούς παράγοντες κινδύνου να περιλαμβάνουν την έκθεση σε τραύμα από την 11η Σεπτεμβρίου και την κακοποίηση στην πρώιμη παιδική ηλικία.
Τα κλινικά χαρακτηριστικά του ΣΕΛ σε ασθενείς με μετατραυματικό στρες περιελάμβαναν αρθρίτιδα (72-73%), αιματολογικές ανωμαλίες (63-64%) και νεφρική βλάβη (9-11%). Σχεδόν όλοι οι ασθενείς ήταν θετικοί για αντιπυρηνικά αντισώματα και πάνω από το 50% ήταν θετικοί σε αντι-δίκλωνο DNA.
Οι ψυχιατρικές συννοσηρότητες ήταν επίσης αρκετά συχνές. Οι ασθενείς με διαταραχή μετατραυματικού στρες εμφάνισαν υψηλά ποσοστά κατάθλιψης (53%) και άγχους (90%). Η παρουσία επιπρόσθετων διαταραχών, όπως η ψύχωση και η χρήση ουσιών, αύξησε περαιτέρω τους αυτοάνοσους κινδύνους.
Τα αποτελέσματα των γενετικών αναλύσεων έδειξαν μόνο 3 επικαλυπτόμενα γονίδια μεταξύ της διαταραχής μετατραυματικού στρες και του συστηματικού ερυθηματώδους λύκου, διαπίστωση που απέδωσε μια μη σημαντική συσχέτιση.
Η σημασία των ευρημάτων
Σύμφωνα με τους συγγραφείς της μελέτης, τα ευρήματα υπογραμμίζουν την ανάγκη περαιτέρω διερεύνησης της ανοσολογικής δυσλειτουργίας που προκαλεί η διαταραχή μετατραυματικού στρες και του ρόλου της στα αυτοάνοσα νοσήματα.
Η έγκαιρη ανίχνευση και παρέμβαση της διαταραχής, μαζί με τη βελτιωμένη ψυχοκοινωνική υποστήριξη, θα πρέπει να ενσωματωθούν στην πρακτική της ρευματολογίας για την καλύτερη αντιμετώπιση των ψυχικών και ανοσολογικών προκλήσεων στους ασθενείς με συστηματικό ερυθηματώδη λύκο.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο Rheumatology, επιστημονικό περιοδικό της Βρετανικής Εταιρείας Ρευματολογίας.
