Τι λέει για τις ενστάσεις που διατυπώθηκαν από τον κ. Γιάννη Τσικανδηλάκη και ειδικότερα για το θέμα των κινήτρων που προφανώς απασχολεί πολύ τους φαρμακοποιούς
Από τον Χαράλαμπο Πετρόχειλο
Για το μεγάλο θέμα των συνενώσεων των φαρμακείων, το DailyPharmaNews δεν θα μπορούσε να μην απευθυνθεί στον κ. Αθανάσιο Γουβάλα, Φαρμακοποιό, Μέλος της αρμόδιας Επιτροπής που σύστησε ο Πανελλήνιος Φαρμακευτικός Σύλλογος και για πολλούς ο «αρχιτέκτονας» -λόγω και της επί 15ετίας ενασχόλησης αλλά και συμμετοχής του σε τέτοιου είδους σχήματα- της πρότασης που κατατέθηκε προς ψήφιση στη Γενική Συνέλευση του κλάδου, και που μπήκε ουσιαστικά αυτούσια στο τελευταίο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Υγείας που βρίσκεται μέχρι και τις 3 Νοεμβρίου σε διαβούλευση.
Ο κ. Γουβάλας αναφέρεται στη δουλειά που έγινε λέγοντας ότι «ήταν μία συλλογική εργασία, μία συλλογική προσπάθεια από όλους όσους συμμετείχαμε τότε στην επιτροπή και καταλήξαμε στα συμπεράσματα τα οποία τότε διαβιβάσαμε στο νομικό σύμβουλο του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου και μετουσιώθηκαν σε νομικό κείμενο. Η επιτροπή συνεδρίασε από τον Σεπτέμβριο του 2019 μέχρι περίπου τον Μάη του 2020, μεσολάβησε η πανδημία του COVID 19 και πραγματικά, στην ουσία συνέθεσε ένα πλήθος απόψεων και των μελών του Δ.Σ. που συμμετείχαν τότε στην Επιτροπή αλλά και τριών συναδέλφων εκ των οποίων ένας ήμουν κι εγώ που δεν ήμασταν μέλη του Δ.Σ. αλλά είχαμε μία προηγούμενη ενασχόληση ή εμπειρία με το θέμα αυτό. Οι συνάδελφοι εκτός Δ.Σ. ήταν ο κ. Λευτέρης Μαρίνος και ο κ. Βαγγέλης Οικονόμου από το Καρπενήσι.
Στηριχτήκαμε στην εμπειρία μας και κυρίως στο τι είχε πάει στραβά, στις ανεπάρκειες που υπήρχαν και νομοθετικά αλλά και στην πράξη με τα προβλήματα που προέκυψαν από τη λειτουργία των άτυπων εταιρειών που λειτούργησαν κάτω από τα σχήματα που από το 1998 με αφετηρία το Καρπενήσι έτρεξαν ανά τη χώρα.
Δύο ήταν οι βασικοί πυλώνες που θέσαμε. Ο ένας ήταν η διαφανής λειτουργία και ο δεύτερος η οικονομικά αποτελεσματική λειτουργία αυτών των σχημάτων. Ήταν κάτι που δεν επέτρεπε το νομικό καθεστώς έτσι όπως ήταν μέχρι τώρα με αποτέλεσμα να υπάρξουν στη δημιουργία και στην πράξη προβλήματα και διαχείρισης αλλά και διαφάνειας στα όσα σχήματα έτρεξαν τέτοιου είδους δραστηριότητες».
Ο κ. Γουβάλας θεωρεί ότι η δουλειά που έγινε στην Επιτροπή ήταν πολύ καλή. Όπως λέει «εάν το κείμενο μετουσιωθεί σε νόμο –είναι κάτι που μένει να το δούμε- όπως είχε η πρόταση του Πανελληνίου Φαρμακευτικού Συλλόγου θα έχουμε ουσιαστικά εξασφαλίσει δύο θεμελιώδεις αρχές. Η μία είναι ο συμμετέχων να είναι μόνο, απαραίτητα αδειούχος φαρμακοποιός και η δεύτερη, η λειτουργία των νέων σχημάτων να γίνεται κάτω από ένα ΑΦΜ. Αυτό δηλαδή που παλιά ταλαιπώρησε όσους ασχολήθηκαν και θέλησαν να μπουν σε τέτοιου είδους προσπάθειες, να μιλάμε για διαφορετικά φαρμακεία με διαφορετικά ΑΦΜ που για την όποια συνεργασία έπρεπε να γίνουν άτυπες συμφωνίες, λύνεται πλέον. Εφόσον αυτά μετουσιώνονται σε νόμο, πιστεύω ότι ανοίγεται μία νέα δυνατότητα, μία νέα προοπτική για εμάς τους αδειούχους φαρμακοποιούς.
Η δυνατότητα λειτουργίας σχημάτων -ας το πούμε εταιρικών- δίνεται και τώρα και μάλιστα, μέχρι δέκα φαρμακεία για κάθε φαρμακοποιό, όμως όλα σήμερα κινούνται μακριά από την κατεύθυνση που εμείς θέλαμε να δώσουμε.
Αυτό που ως Πανελλήνιος Φαρμακευτικός Σύλλογος θέλαμε ήταν να δώσουμε τη δυνατότητα στον ιδιοκτήτη του μικρού και μεσαίου φαρμακείου να συνεργαστεί με άλλους συναδέλφους που είναι στο ίδιο πνεύμα και στην ίδια φιλοσοφία σε σχέση με τη λειτουργία του φαρμακείου και να μην υπάρχει δυνατότητα παρείσφρησης άλλων πλην των φαρμακοποιών».
Ενδιαφέρον έχει η θέση του κ. Γουβάλα σε σχέση με τα όσα πρότεινε ο κ. Γιάννης Tσικανδυλάκης, Φαρμακοποιός, μέλος της Διοίκησης του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου στην Επιτροπή Συνενώσεων (δες εδώ), πράγματα που τα είχε θέσει στις συνεδριάσεις της Επιτροπής.
«Ο κ. Τσικανδηλάκης ήταν εξέχον μέλος της Επιτροπής, με πολύ σημαντική συμβολή. Όντως αυτό το κομμάτι (σ.σ. στο οποίο αναφέρεται μιλώντας στο DailyPharmaNews) αποτέλεσε αντικείμενο μεγάλης συζήτησης και διαβούλευσης. Προκρίνει το σχήμα με ίσα μερίδια. Προτείνει δηλαδή όλοι οι συμμετέχοντες σε ένα σχήμα συνένωσης να έχουν ίσα μερίδια.
Η δική μου άποψη ήταν και παραμένει ότι αυτή η επιλογή θα οδηγούσε μάλλον σε ανάσχεση στην απόφαση ορισμένων στο να εισέλθουν σε τέτοιου είδους σχήματα. Αντίθετα, με την απόφασή μας αυτή και με την πρόταση που έχουμε καταθέσει δεν αναιρούμε σε καμία περίπτωση την ισομερή συμμετοχή των συναδέλφων. Αυτό δεν αποκλείεται ούτε κανένας αντιβαίνει σε αυτό. Δίνεται όμως η δυνατότητα να εισέλθουν φαρμακοποιοί με διαφορετικά μερίδια -ανάλογα φυσικά με το πως θα αποφασίσουν αυτοί που θα μπουν στη διαδικασία συμμετοχής σε τέτοια σχήματα- και από εκεί και μετά να επιλέξουν εάν θα συνεχίσουν να συμμετέχουν με διαφοροποίηση στα μερίδιά τους ή θα συγκλίνουν. Πιστεύουμε λοιπόν ότι είναι πολύ πιο πλουραλιστική η δική μας προσέγγιση και πρόταση σε σχέση με τη στενότητα που ουσιαστικά επιβάλλει η ισομερής συμμετοχή από την αρχή έως το τέλος. Κι εγώ ο ίδιος όταν μπήκα σε τέτοια εταιρεία, με διαφοροποιημένα αρχικά ποσοστά εισήλθαμε και συγκλίναμε σε 2-3 χρόνια, όπως συνέβη και σε ανάλογες τέτοιες προσπάθειες σε όλη τη χώρα. Εάν διαβάσετε το σχέδιο νόμου δεν υπάρχει κάποιο σημείο που να το απαγορεύει αυτό. Είναι και θεμιτό και απόλυτα λογικό να το θέλει κάποιος».
Το σημείο – κλειδί πάντως για τον κ. Γουβάλα που θα βοηθήσει ώστε η προώθηση του σχεδίου νόμου και η ψήφισή του στη Βουλή να φέρει πρακτικά ένα αποτέλεσμα οδηγώντας σε συνενώσεις είναι η αλλαγή της κουλτούρας των φαρμακοποιών. «Το μεγαλύτερο “πρόβλημα” είναι η κουλτούρα του κλάδου. Επί ενάμιση περίπου χρόνο με τον Πρόεδρο του Πανελληνίου Φαρμακευτικού Συλλόγου κ. Βαλτά και τον, πλέον, Αντιπρόεδρο, Γενικό Γραμματέα μέχρι πρότινος κ. Ζήκα έχουμε επισκεφτεί τις περισσότερες περιοχές της χώρας για να παρουσιάσουμε και να αναλύσουμε την πρότασή μας για τις συνενώσεις.
Πιστεύω ακράδαντα ότι χωρίς την ενημέρωση μία τέτοια σημαντική αλλαγή δεν μπορεί να ξεκινήσει να εμπεδώνεται συνειδησιακά και να αρχίσει να υλοποιείται. Το πιο εύκολο πεδίο υλοποίησης μιας τέτοιας δραστηριότητας, όπως παρουσιάστηκε είναι οι οικογενειακές επιχειρήσεις. Εκεί τα πράγματα, πραγματικά είναι πολύ εύκολα. Φαρμακεία δηλαδή συζύγων που λειτουργούν διαφορετικά, φαρμακεία γονέων και τέκνων που λειτουργούν αυτή τη στιγμή ουσιαστικά σαν μία επιχείρηση χωρίς όμως να είναι μία επιχείρηση, σε αυτές τις περιπτώσεις οι συνενώσεις μπορούν να υλοποιηθούν πλέον πολύ εύκολα. Από το feedback (σ.σ. ανατροφοδότηση μέσα από τις επαφές) που έχουμε πάρει όλο αυτό το διάστημα και το ενδιαφέρον που έχει εκδηλωθεί από διάφορες περιοχές, κυρίως –να μην κρυβόμαστε- στην επαρχία, πιστεύουμε ότι περιφερειακά θα ξεκινήσει να τρέχει, να υλοποιείται κάποια τέτοιου είδους δραστηριότητα και σιγά σιγά και μέσα από το αποτέλεσμα που θα φανεί μέσα από τις πρώτες συνενώσεις, θα δοθεί η ώθηση, η δυναμική έτσι ώστε να υπάρξει περαιτέρω εξάπλωση σε μεγαλύτερη έκταση ή και, ενδεχομένως, σε όλη τη χώρα».
Βεβαίως πέρα από τον νέο νόμο οι φαρμακοποιοί περιμένουν να δουν η Πολιτεία να δίνει και συγκεκριμένα κίνητρα ενίσχυσης αυτής της ιδέας των συνενώσεων. «Αναμφισβήτητα τα κίνητρα», αναφέρει ο κ. Γουβάλας, «είναι πάντα ένα πολύ σημαντικό κομμάτι. Υπάρχει το rebate, υπάρχουν τα αναπτυξιακά και τα φορολογικά κίνητρα τα οποία μπορεί να ενσωματωθούν στον αναπτυξιακό νόμο. Όντως δεν θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν στη νομοθέτηση αλλά θα είναι το προϊόν μίας Υπουργικής Απόφασης ή ενός Προεδρικού Διατάγματος. Αυτή τη στιγμή είμαστε στη διαδικασία της ολοκλήρωσης της συζήτησης για την παροχή κινήτρων από την Κυβέρνηση και στην κατεύθυνση του rebate αλλά και στην κατεύθυνση των αναπτυξιακών και φορολογικών κινήτρων».
Και συνεχίζει: «Καταρχάς βάλαμε ένα πλαίσιο. Εμάς αυτό που μας ενδιέφερε ήταν να υπάρχει ένα νέο νομοθετικό πλαίσιο. Το πλαίσιο αυτό για το δικό μας επάγγελμα είναι αντικείμενο του Υπουργείου Υγείας. Όλα τα υπόλοιπα αφορούν τα συναρμόδια υπουργεία τα οποία εμπλέκονται και υπ’ αυτήν την έννοια δεν θα μπορούσαν να ενσωματωθούν μαζί σ’ ένα νομοθέτημα όπως αυτό που προωθείται. Αυτό που θέλαμε είναι να έχουμε μία νομική βάση πάνω στην οποία να στηριχτούμε για να διεκδικήσουμε πλέον εκ των πραγμάτων τα κίνητρα που θα ενεργοποιήσουν ή θα κινητοποιήσουν περαιτέρω τον κλάδο. Υπάρχουν τεχνικές λεπτομέρειες που πρέπει να ρυθμιστούν αλλά πραγματικά πλέον έχουμε “σημείο εκκίνησης” και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό για τον κλάδο».