Την αισιοδοξία του ότι οι συζητήσεις για ΣΔΙΤ μεταξύ των δημοσίων νοσοκομείων και των ασφαλιστικών εταιρειών θα καταλήξουν θετικά μέσα στο 2025 εξέφρασε ο υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης, στο πλαίσιο της 6ης Εθνικής Συνδιάσκεψης εκλεγμένων ασφαλιστικών διαμεσολαβητών στα Επιμελητήρια της χώρας.
Αυτό που συζητείται σύμφωνα με τον υπουργό, είναι να δημιουργηθούν ασφαλιστικά πακέτα χαμηλότερων τιμολογίων (άρα και πολύ πιο προσιτών στο ευρύ κοινό) για νοσηλεία η οποία θα παρέχεται στο χώρο του ΕΣΥ.
«Συζητούμε -και ο διάλογος είναι σε ώριμο βαθμό- τη συνεργασία μεταξύ ΕΣΥ και ασφαλιστικών εταιρειών προκειμένου να δημιουργηθεί μια καινούργια αγορά με νέα προϊόντα και με αποτέλεσμα την αύξηση του ανταγωνισμού. Πιστεύω ότι μέσα στο 2025 θα έχουμε καταλήξει», σημείωσε ο υπουργός, προσθέτοντας ότι θα μπορούσαν να διατίθενται πακέτα των ασφαλιστικών εταιρειών που θα περιλαμβάνουν συνεργασίες με τις καλές ιδιωτικές κλινικές και άλλα φθηνότερα πακέτα που θα εξυπηρετούνται στις εγκαταστάσεις του ΕΣΥ.
Ο υπουργός Υγείας τόνισε επίσης με έμφαση ότι θα πρέπει να προωθηθούν όσο είναι δυνατόν οι συμπράξεις μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα στην υγεία. Με δεδομένο ότι υπάρχει έλλειμμα ανθρώπινου δυναμικού τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Ευρώπη, πρέπει το ελληνικό δημόσιο να καλύψει αυτό το έλλειμμα και μέσα από τη συνεργασία του με τον ιδιωτικό τομέα σημείωσε μεταξύ άλλων.
Στο πλαίσιο του Συνεδρίου τέθηκε έντονα από την πλευρά των διαμεσολαβούντων το ζήτημα των ολοένα και αυξανόμενων τιμολογίων στα συμβόλαια υγείας, με αποτέλεσμα το μεγάλο αριθμό ακυρώσεων και τα αρνητικά σχόλια των πολιτών προς τον ασφαλιστικό κλάδο.
Από την πλευρά των ασφαλιστικών εταιρειών τονίστηκε πως το τρέχον μοντέλο συνεργασίας μεταξύ ασφαλιστικών εταιρειών και κλινικών δεν είναι βιώσιμο (οι ασφαλιστικές εταιρείες ζημιώνονται 50-100 εκατ. κάθε χρόνο) και μίλησαν για την ανάγκη γρήγορης εξεύρεσης ενός νέου. Μεταξύ άλλων θα πρέπει: α) να αυξηθούν οι προσφερόμενες νοσοκομειακές κλίνες στην Αττική β) να δημιουργηθούν οργανωμένοι πρωτοβάθμιοι χώροι προκειμένου να μην κατευθύνονται σχεδόν όλες οι περιπτώσεις στις κλινικές. Θα πρέπει λοιπόν να γίνουν σημαντικές επενδύσεις στην πρωτοβάθμια υγεία και γ) η Πολιτεία θα πρέπει να επανεξετάσει το φορολογικό ζήτημα. Δεν μπορεί να υπάρχει διπλή φορολογική επιβάρυνση στα συμβόλαια υγείας με 15% φόρο ασφαλίστρων και με συντελεστή ΦΠΑ 24% στα νοσήλια των ιδιωτικών κλινικών.
Με την άποψη για ένα νέο μοντέλο συνεργασίας μεταξύ ασφαλιστικών εταιρειών και ιδιωτικών κλινικών συμφώνησε και ο διευθύνων σύμβουλος του Ιατρικού Κέντρου Αθηνών Βασίλης Αποστολόπουλος, αναφέροντας ως πρέπει να ξεκινήσει ο διάλογος αυτός για τη δημιουργία ενός νέου μοντέλου συνεργασίας.
«Αν θέλουμε να εξυπηρετήσουμε το οικοσύστημα θα πρέπει να δούμε ποια νέα μοντέλα μπορούμε να εισάγουμε. Το σημερινό είναι ξοφλημένο. Εμείς από την πλευρά μας θεωρούμε την ασφαλιστική αγορά σύμμαχό μας και επιδιώκουμε μακροπρόθεσμες συμφωνίες σε υγιείς βάσεις. Οι κλινικές αντιμετωπίζουν αυτή την περίοδο ένα ληστρικό καθεστώς claw back και rebate, ένα ολοένα και αυξανόμενο κόστος σε όλες τις γραμμές, υψηλό ΦΠΑ 24% και ελλείψεις σε νοσηλευτικό προσωπικό, όταν την ίδια ώρα επενδύουμε σε υποδομές και σε ανθρώπους έχοντας συμβάλλει στο brain gain».
Τέλος, ο Βασίλης Αποστολόπουλος χαρακτήρισε το κυβερνητικό σχέδιο για ΣΔΙΤ μεταξύ ασφαλιστικών εταιρειών και δημόσιων νοσοκομείων ως «ευχολόγιο».
Εγγραφείτε στις ενημερώσεις
Μάθετε τα τελευταία νέα για την υγεία.