Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη.
Εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο εξακολουθούν να μην έχουν πρόσβαση σε βασική φροντίδα των ματιών, όπως είναι τα γυαλιά, σύμφωνα με νέα μελέτη.
Ερευνητική ομάδα από το Πανεπιστήμιο Anglia Ruskin στο Ηνωμένο Βασίλειο, αναλύοντας δεδομένα από 815.273 συμμετέχοντες από 76 χώρες, θέλησε να διερευνήσει πόσοι άνθρωποι έχουν πρόσβαση σε θεραπεία για το μη διορθωμένο διαθλαστικό σφάλμα (eREC), μία από τις πιο κοινές μορφές απώλειας όρασης.
Από τα ευρήματα προέκυψε ότι, ενώ μεταξύ 2000 και 2023, υπήρξε βελτίωση κατά 50% στον αριθμό των ατόμων που έλαβαν τη σωστή συνταγή για γυαλιά, ο ρυθμός της προόδου είναι πολύ αργός και πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να μην έχουν πρόσβαση σε βασική φροντίδα των ματιών.
Συγκεκριμένα, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η παγκόσμια διαθλαστική διόρθωση βρίσκεται σήμερα στο 65,8%, μόλις 6 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερη από σε σχέση με το 2010.
Ανέφικτος ο στόχος που έχει θέσει ο ΠΟΥ
Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν ότι ο στόχος που έχει θέσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) για αύξηση 40 ποσοστιαίων μονάδων για τη θεραπεία του μη διορθωμένου διαθλαστικού σφάλματος έως το 2030 είναι πιθανό να μην επιτευχθεί, εκτός εάν ληφθούν επείγοντα μέτρα σε όλο τον κόσμο για την αύξηση της πρόσβασης σε βασικές θεραπείες, όπως τα γυαλιά.
«Η διόρθωση του διαθλαστικού σφάλματος είναι η ασφαλέστερη, η πιο αποτελεσματική και η πιο οικονομική παρέμβαση για τη βελτίωση της καθημερινής ποιότητας της όρασης για την πλειονότητα των ατόμων που επηρεάζονται από προβλήματα όρασης παγκοσμίως, συμβάλλοντας στη μείωση της φτώχειας και στη βελτίωση της ευημερίας, της παραγωγικότητας στην εργασία, της εκπαίδευσης και της ισότητας. Τα ευρήματα της μελέτης μας δείχνουν ότι βρισκόμαστε εκτός πορείας για την επίτευξη των στόχων που έχει θέσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Εάν περισσότερες χώρες μπορέσουν να ακολουθήσουν το παράδειγμα εκείνων που ήδη σημειώνουν πρόοδο, υπάρχει ελπίδα ότι οι μελλοντικές μελέτες θα δείξουν μεγαλύτερους αριθμούς», εξηγείοΔρ. RupertBourne, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας και καθηγητής Οφθαλμολογίας στο Πανεπιστήμιο Anglia Ruskin.
Οι ερευνητές εκφράζουν την έντονη ανησυχία τους σημειώνοντας πως η ανάγκη για γυαλιά δεν θα σταματήσει να αυξάνεται, σε μεγάλο βαθμό λόγω των παραγόντων κινδύνου που σχετίζονται με τον τρόπο ζωής, με κυριότερους τον αυξημένο χρόνο μπροστά σε οθόνες και τις μειωμένες δραστηριότητες σε εξωτερικούς χώρους κατά την παιδική ηλικία.
Εντονότερο το πρόβλημα στις χώρες χαμηλού εισοδήματος
Σε περιοχές υψηλού εισοδήματος, όπως η Βόρεια Αμερική και η Δυτική Ευρώπη, η πρόσβαση σε γυαλιά είναι πολύ καλύτερη. Περίπου το 85% των ανδρών και το 83% των γυναικών σε αυτές τις περιοχές έχουν πρόσβαση σε διόρθωση όρασης.
Αντίθετα, σε φτωχότερες περιοχές όπως η Υποσαχάρια Αφρική, ο αριθμός αυτός μειώνεται σε περίπου 30% για τους άνδρες και 27% για τις γυναίκες.
Ισχυρές δράσεις χωρών για την αντιμετώπιση του προβλήματος
Σύμφωνα με την μελέτη, ορισμένες χώρες, όπως η Γαλλία και το Πακιστάν, έχουν λάβει ισχυρά μέτρα για τη βελτίωση της πρόσβασης στην οφθαλμολογική φροντίδα.
Στη Γαλλία, τα γυαλιά καλύπτονται πλέον πλήρως από την εθνική ασφάλιση υγείας από το 2021. Το Πακιστάν έχει εφαρμόσει μια σειρά εθνικών σχεδίων για την οφθαλμολογική φροντίδα τα τελευταία 20 χρόνια, τα οποία έχουν αυξήσει τη χρήση γυαλιών και έχουν μειώσει την οπτική βλάβη που προκαλείται από μη διορθωμένο διαθλαστικό σφάλμα.
Αυτά τα παραδείγματα, σημειώνουν οι ερευνητές, δείχνουν ότι η αλλαγή είναι εφικτή όταν οι κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν την οφθαλμολογική φροντίδα ως προτεραιότητα και θεσπίζουν ισχυρά συστήματα υποστήριξης.
Πηγή: The Lancet Global Health