Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη.
Τα άτομα που έχουν διαγνωστεί με ΔΕΠΥ τείνουν να έχουν μικρότερη διάρκεια ζωής και υψηλότερο κίνδυνο προβλημάτων ψυχικής υγείας διαπιστώνει μια νέα μελέτη ερευνητών του University College του Λονδίνου (UCL). Πρόκειται για την πρώτη μελέτη του είδους της που εξετάζει το προσδόκιμο ζωής των ατόμων με ΔΕΠΥ στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) είναι μια από τις πιο συχνές συμπεριφορικές διαταραχές και η συχνότερη νευροαναπτυξιακή διαταραχή της παιδικής ηλικίας. Εκτιμάται ότι περίπου το 3-4 των ενηλίκων παγκοσμίως έχουν ΔΕΠΥ, ωστόσο ένα μεγάλο ποσοστό παραμένει αδιάγνωστο.
Η ΔΕΠΥ επηρεάζει όλους τους τομείς της ζωής, από τη διαχείριση της καθημερινότητας, τις σπουδές και τον εργασιακό χώρο έως τις σχέσεις και την αυτοφροντίδα. Τα κύρια χαρακτηριστικά της ΔΕΠΥ είναι η έλλειψη προσοχής και η παρορμητικότητα, τα οποία επηρεάζουν την ικανότητα του ατόμου να λειτουργήσει αποτελεσματικά, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται σημαντικά προβλήματα στις διαπροσωπικές σχέσεις, την εργασία και την αυτοεκτίμηση.
Αν και τα συμπτώματα συνήθως βελτιώνονται όσο μεγαλώνει ένας άνθρωπος που πάσχει από ΔΕΠΥ, πολλοί ενήλικες συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν προβλήματα, ενώ κάποιοι μπορεί να εμφανίσουν επιπλέον ψυχιατρικές διαταραχές όπως αγχώδεις διαταραχές, διαταραχές διάθεσης, διαταραχές προσωπικότητας, διαταραχές κατάχρησης ή εξάρτησης.
Οι ενήλικες με ΔΕΠΥ έχουν μικρότερο προσδόκιμο ζωής
Οι ερευνητές εξέτασαν δεδομένα πρωτοβάθμιας περίθαλψης από 30.029 ενήλικες με ΔΕΠΥ από όλο το Ηνωμένο Βασίλειο, τους οποίους συνέκριναν με 300.390 συμμετέχοντες που δεν είχαν ΔΕΠΥ. Οι συμμετέχοντες αντιστοιχίστηκαν ανάλογα με την ηλικία, το φύλο και την πρακτική της πρωτοβάθμιας περίθαλψης.
Τα ευρήματα αποκάλυψαν ότι, οι άνδρες με διάγνωση ΔΕΠΥ είχαν 6,8 χρόνια μικρότερο προσδόκιμο ζωής κατά μέσο όρο από εκείνους χωρίς ΔΕΠΥ, ενώ οι γυναίκες με διάγνωση ΔΕΠΥ είχαν 8,6 χρόνια μικρότερο προσδόκιμο ζωής κατά μέσο όρο συγκριτικά με τις συμμετέχουσες χωρίς ΔΕΠΥ.
Εκτός από τις διαφορές στο προσδόκιμο ζωής, η μελέτη αποκάλυψε επίσης ότι η ΔΕΠΥ συνδέεται με υψηλότερο κίνδυνο προβλημάτων ψυχικής υγείας όπως, άγχος, κατάθλιψη, αυτοτραυματισμός, αυτοκτονία και διαταραχές προσωπικότητας.
Ο αυτισμός, οι διανοητικές αναπηρίες, επιβλαβείς συνήθειες όπως το κάπνισμα και το αλκοόλ και παθήσεις όπως ο διαβήτης και η υψηλή χοληστερόλη ήταν επίσης πιο συχνά στην ομάδα των ατόμων με ΔΕΠΥ.
«Είναι βαθιά ανησυχητικό το γεγονός ότι ορισμένοι ενήλικες με διαγνωσμένη ΔΕΠΥ έχουν μικρότερη διάρκεια ζωής από το αναμενόμενο. Τα άτομα με ΔΕΠΥ έχουν πολλά δυνατά σημεία και μπορούν να έχουν μια φυσιολογική και ποιοτική ζωή με τη σωστή υποστήριξη και θεραπεία. Ωστόσο, συχνά στερούνται υποστήριξης και βιώνουν πιο έντονα τα στρεσογόνα γεγονότα ζωής και τον κοινωνικό αποκλεισμό, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται η υγεία τους και η αυτοεκτίμησή τους» εξηγεί ο Δρ. Josh Stott, καθηγητής στο University College του Λονδίνου και επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι διαφορές στο προσδόκιμο ζωής των ατόμων με ΔΕΠΥ στο Ηνωμένο Βασίλειο θα μπορούσε να οφείλεται εν μέρει στην ελλιπή θεραπεία της ΔΕΠΥ και τις συνοδών παθήσεων, ιδιαίτερα στους ενήλικες.
«Παρόλο που πολλοί άνθρωποι με ΔΕΠΥ ζουν μια μακρά και υγιή ζωή, το εύρημα της μελέτης μας ότι κατά μέσο όρο ζουν λιγότερα χρόνια συγκριτικά με τα άτομα χωρίς ΔΕΠΥ, υποδηλώνει ανεκπλήρωτες ανάγκες υποστήριξης. Είναι σημαντικό να μάθουμε τους λόγους που προκαλούν τους πρόωρους αυτούς θανάτους, ώστε να μπορέσουμε να αναπτύξουμε στρατηγικές για να τους αποτρέψουμε στο μέλλον» δήλωσε η Δρ. Liz O’Nions, επίτιμη ερευνήτρια στο University College του Λονδίνου.
Όπως σημειώνουν οι ερευνητές, αν και τα ευρήματα της μελέτης είναι σημαντικά, ωστόσο βασίζονται σε δεδομένα παρατήρησης που αναπόφευκτα αφήνουν πολλά σημαντικά ερωτήματα αναπάντητα, καθώς η σχέση αιτίου-αποτελέσματος δεν μπορεί να εδραιωθεί πλήρως.
Πηγή: British Journal of Psychiatry