Η τροφική δυσανεξία είναι η χρόνια αντίδραση του οργανισμού απέναντι σε ορισμένες τροφές, τις οποίες αναγνωρίζει ως «εχθρικές». Στην τροφική δυσανεξία, ο ανθρώπινος οργανισμός αδυνατεί να απορροφήσει τα θρεπτικά συστατικά των τροφίμων και να τα χρησιμοποιήσει φυσιολογικά για τις καθημερινές του λειτουργίες.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, περίπου το 85% των ατόμων που υποφέρουν από δυσανεξία σε συγκεκριμένες τροφές είναι αδιάγνωστοι. Αν και δεν είναι μια απειλητική κατάσταση για την ζωή, τα δυσάρεστα συμπτώματα της τροφικής δυσανεξίας επηρεάζουν σημαντικά την υγεία και την ποιότητα ζωής του πάσχοντα.
Γράφει ο Αλλεργιολόγος Δρ. Κωνσταντίνος Πεταλάς.
Η δυσανεξία στις τροφές είναι ιδιαίτερα συχνή στην εποχή μας και αφορά στο 15-20% του γενικού πληθυσμού. Πρόκειται για μια κατάσταση που προκύπτει από την αντίδραση του οργανισμού στις «φαρμακολογικές» ιδιότητες των τροφών ή των επιμέρους συστατικών τους ή από την αντίδραση στη γλουτένη (όχι όμως όπως στην κοιλιοκάκη) ή από ενζυμική δυσλειτουργία. Τα πιο συχνά αίτια δυσανεξίας είναι τα δημητριακά, το λάχανο, τα κρεμμύδια, ο αρακάς/τα μπιζέλια, τα γαλακτοκομικά, τα λιπαρά, τα τηγανητά, ο καφές.
Υπάρχει μια πλειάδα συστατικών που υπάρχουν στις τροφές και παρουσιάζουν δυνητικά φαρμακολογικές ιδιότητες. Τέτοιες ουσίες είναι τα σαλικυλικά, οι αγγειοδραστικές αμίνες (πχ η ισταμίνη), τα γλουταμινικά (πχ το γλουταμινικό μονονάτριο) και η καφεΐνη.
Δυστυχώς, τα συστατικά αυτά είναι ευρέως διανεμημένα στη διατροφή μας με αποτέλεσμα η αποφυγή τους να είναι δύσκολη αφενός προβληματική αφετέρου διότι μπορεί να οδηγήσει σε μη λήψη απαραίτητων τροφών. Ειδικότερα:
-Τα σαλικυλικά συνήθως βρίσκονται σε φρούτα και λαχανικά και ερεθίζουν τα σιτευτικά κύτταρα προς απελευθέρωση λευκοτριενίων με αποτέλεσμα προφλεγμονώδη δράση και σύσπαση μυών.
-Οι αμίνες βρίσκονται σε μπύρα, κρασί, τυριά και εμποδίζουν την απομάκρυνση της ισταμίνης.
-Τα γλουταμινικά βρίσκονται σε ντομάτα και τυριά, δρουν με άγνωστο μηχανισμό αλλά ο αποκλεισμός τους από τη δίαιτα οδηγεί σε σημαντική βελτίωση των συμπτωμάτων.
-Η καφεΐνη δρα μέσω του κεντρικού νευρικού συστήματος και της απελευθέρωσης γαστρεντερικών νευροενδοκρινών ορμονών.
–Η μη κοιλιοκάκη ευαισθησία στη γλουτένη είναι μια νέα κλινική οντότητα και δηλώνει αυτή ακριβώς την ευαισθησία χωρίς τα ανοσολογικά χαρακτηριστικά της κοιλιοκάκης ή της αλλεργίας σε δημητριακά. Στο μέλλον θα προκύψουν τα απαιτούμενα δεδομένα για να γίνει πιο κατανοητή η νέα αυτή οντότητα.
Δυσανεξία στη λακτόζη
Η λακτόζη αποτελεί ένα δισακχαρίτη που βρίσκεται στο ζωικό γάλα και ο οποίος μεταβολίζεται στους μονοσακχαρίτες γλυκόζη και γαλακτόζη μέσω του ενζύμου λακτάση. Η λακτάση είναι ουσιώδης κατά την ανάπτυξη των βρεφών, πριν αρχίσει ο απογαλακτισμός.
Είναι ενδιαφέρον ότι ένα γονίδιο κωδικοποιεί την λακτάση και η επιμονή στην παραγωγή της οφείλεται σε κληρονομική αυτοσωματική επικρατούσα κατάσταση. Η μη επίμονη παραγωγή συμβαίνει στο 65% του γενικού πληθυσμού. Τα συμπτώματα της δυσανεξίας στη λακτόζη συμβαίνουν εφόσον η λακτάση παράγεται σε ποσά λιγότερο από 50%. Φυσιολογικά ένας άνθρωπος με μη επίμονη παραγωγή λακτάσης ανέχεται μέχρι 12-15 γραμμάρια την ημέρα.
Συμπτώματα
Τις περισσότερες φορές τα συμπτώματα είναι από το πεπτικό όπως, μετεωρισμός (φούσκωμα), κοιλιακός πόνος, διάρροιες. Σε περιπτώσεις που συνυπάρχουν άλλα νοσήματα του γαστρεντερικού τα ποσοστά αναφερόμενης δυσανεξίας στις τροφές εκτοξεύονται σε ποσοστά 50-84%.
Αντιμετώπιση
Η δυσανεξία στις τροφές είναι μια δυσάρεστη κατάσταση η οποία πλήττει την ποιότητα ζωής του ασθενούς. Όμως δεν είναι επικίνδυνη για τη ζωή του ασθενούς. Αποτελεί μια μη ανοσολογική αντίδραση σε τροφή σε αντίθεση με την τροφική αλλεργία η οποία είναι ανοσολογική αντίδραση και συνεπώς δυνητικά επικίνδυνη. Κατά συνέπεια η δυσανεξία δεν μπορεί να μετρηθεί και δεν μπορεί να γίνει διαγνωστικό τεστ για να προσδιορισθεί όπως με μεγάλη ακρίβεια συμβαίνει στην τροφική αλλεργία.
Το σημείο κλειδί για τη διάγνωση της τροφικής δυσανεξίας είναι ο αποκλεισμός της ύποπτης τροφής και η ανταπόκριση-βελτίωση των συμπτωμάτων σε ένα τέτοιο χειρισμό. Συνήθως τα συμπτώματα θα υποχωρήσουν σε 3-4 εβδομάδες.
Υπάρχουν επίσης τα τεστ αναπνοής υδρογόνου και μεθανίου για τη διάγνωση δυσανεξίας σε λακτόζης και φρουκτόζης τα οποία έχουν περιθώρια περαιτέρω τυποποίησης και επίσης η μέθοδος της laser συνεστιακής ενδομικροσκόπησης η οποία είναι πολύ πρόσφατη ανακαλυφθείσα μέθοδος και ίσως μπορεί σε κάποιες ιδιαίτερες περιπτώσεις να χρησιμοποιηθεί. Οι μέθοδοι αυτοί προς το παρόν δεν θεωρούνται απολύτως ακριβείς.