Οι νοσοκομειακές λοιμώξεις αποτελούν ένα σημαντικό πρόβλημα υγείας που θέτει συχνά σε μεγάλο κίνδυνο την ασφάλεια των ασθενών. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο περίπου 4.100.000 ασθενείς εμφανίζουν νοσοκομειακή λοίμωξη, με τον εκτιμώμενο αριθμό θανάτων να αγγίζει τις 37.000.
Αντίστοιχη είναι και η κατάσταση στα ελληνικά νοσοκομεία, τα οποία κυρίως κατά την τελευταία δεκαετία, έρχονται αντιμέτωπα με τα ολοένα αυξανόμενα επίπεδα της μικροβιακής αντοχής και την εμφάνιση νοσοκομειακών λοιμώξεων από πολυανθεκτικούς Gram – αρνητικούς μικροοργανισμούς. Μια από τις συνηθέστερες νοσοκομειακές λοιμώξεις είναι η νοσοκομειακή πνευμονία ή αλλιώς «πνευμονία του αναπνευστήρα».
Γράφει ο Κωνσταντίνος Παπανικολάου, Ειδικός Παθολόγος, Λοιμωξιολόγος
Οι νοσοκομειακές λοιμώξεις αποτελούν ένα σημαντικό πρόβλημα δημόσιας υγείας καθώς επιπλέκουν και παρατείνουν τη νοσηλεία ασθενών που συχνά είναι βαρέως πάσχοντες με σημαντικές συννοσηρότητες. Ως νοσοκομειακές λοιμώξεις ορίζονται εκείνες που:
-Εκδηλώνονται > 48 ώρες μετά την εισαγωγή ασθενή στο νοσοκομείο και δεν βρίσκονταν σε περίοδο επώασης κατά την εισαγωγή.
-Εκδηλώνονται ακόμα και 6 μήνες μετά την έξοδο του ασθενή από το νοσοκομείο, εφόσον οφείλονται σε βακτήρια με τα οποία αποικίστηκε αυτός κατά τη νοσηλεία του.
Παρά το γεγονός ότι σποραδικά προσβάλλονται από νοσοκομειακές λοιμώξεις και νέοι στην ηλικία ασθενείς που έχουν σύντομη νοσηλεία (π.χ. για κάποια χειρουργική επέμβαση), στις περισσότερες περιπτώσεις προσβάλλονται ασθενείς που φέρουν ήδη παράγοντες κινδύνου για σοβαρές λοιμώξεις όπως σακχαρώδη διαβήτη, καρκινοπαθείς υπό χημειοθεραπεία, παχύσαρκοι, ασθενείς με μακρά νοσηλεία και δη σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας ή άλλοι που υποβάλλονται σε μεγάλες χειρουργικές επεμβάσεις ή τέλος ασθενείς που για διαφόρους λόγους λαμβάνουν επί μακρόν αντιβιοτικά.
Η νοσοκομειακή πνευμονία ή αλλιώς «πνευμονία του αναπνευστήρα» είναι από τις συχνóτερες ενδονοσοκοµειακές λοίµωξεις. Σε κίνδυνο για πνευμονία βρίσκονται πρωτίστως οι διασωληνωμένοι ασθενείς σε ΜΕΘ και ειδικά ασθενείς που παραμένουν επί μακρόν σε μηχανική υποστήριξη της αναπνοής ή που αποσωληνώθηκαν και επαναδιασωληνώθηκαν. Επίσης ασθενείς με βαριά καρδιακή ανεπάρκεια ή που υποβλήθηκαν σε χειρουργείο καρδιάς (για Στεφανιαία νόσο ή βαλβιδοπάθεια) αλλά και ασθενείς που νοσηλεύονται με γρίπη ή με Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια.
Οι νοσοκομειακές πνευμονίες προκαλούνται συνηθέστερα από βακτήρια όπως η Klebsiella pneumoniae, το Acinetobacter baumanii και η Pseudomonas aeruginosa. Άλλα παθογόνα είναι διάφορα είδη Enterobacter και ο Staphylococcus aureus. Ιδίως τα πρώτα αποτελούν και τα πλέον ανθεκτικά παθογόνα που απαντώνται στις ΜΕΘ των νοσοκομείων. Η διάγνωση τίθεται με την εύρεση πύκνωσης (πνευμονίας) στην απλή ακτινογραφία ή αξονική τομογραφία θώρακος σε ασθενή που έχει πυρετό και αυξημένους δείκτες φλεγμονής.
Η θεραπεία μιας νοσοκομειακής πνευμονίας είναι αρχικά εμπειρική, στηρίζεται δηλαδή στα επιδημιολογικά δεδομένα κάθε νοσοκομείου (ποια είναι τα συνηθέστερα βακτήρια και σε ποια αντιβιοτικά είναι ευαίσθητα). Μόλις υπάρξει μικροβιολογική τεκμηρίωση, δηλαδή βρεθεί το παθογόνο από καλλιέργειες πτυέλων ή αίματος και έχουμε το αντιβιόγραμμα του, τροποποιείται αναλόγως η αγωγή και γίνεται πλέον στοχευμένη. Είναι υποχρεωτικά ενδοφλέβια αγωγή και διαρκεί 7 – 14 ημέρες.
Στις ευπαθείς ομάδες ασθενών οι νοσοκομειακές λοιμώξεις, μεταξύ των οποίων και η νοσοκομειακή πνευμονία, μπορούν να αποβούν ακόμα και θανατηφόρες, ενώ προκαλούνται συχνά από πολυανθεκτικούς μικροοργανισμούς για την αντιμετώπιση των οποίων δεν υπάρχουν πολλά διαθέσιμα αντιβιοτικά. Για αυτούς τους λόγους είναι σημαντικές η πρώιμη διάγνωση και η έγκαιρη και ορθή αντιμικροβιακή θεραπεία αυτών των λοιμώξεων.