Με αφορμή την Εβδομάδα Πρόληψης του Καρκίνου του Τραχήλου της Μήτρας 2024, από τις 22 έως τις 28 Ιανουαρίου, ο Mαιευτήρας – Χειρουργός – Γυναικολόγος Δρ. Παναγιώτης Ψαθάς, εξηγεί γιατί δεν πρέπει οι γυναίκες να αμελούν τον προληπτικό έλεγχο του τραχήλου της μήτρας και τον εμβολιασμό για τον ιό HPV.
Γνωρίζετε ότι ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας είναι ένα σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα που μπορεί να προληφθεί ή να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά αν διαγνωσθεί έγκαιρα; Tο Test Pap είναι η κύρια μέθοδος πρόληψης του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας και έχει μειώσει σημαντικά τη συχνότητα και τη θνησιμότητα από τη νόσο, στις χώρες που εφαρμόζεται συστηματικά.
Τι ακριβώς εξετάζουμε με το Τεστ ΠΑΠ;
Tο test Pap (κυτταρολογική εξέταση του κολπο-τραχηλικού επιχρίσματος κατά Παπανικολάου) εξετάζει αλλοιώσεις που ενδέχεται να εμφανισθούν στον τράχηλο της μήτρας και συχνά οφείλονται στον ιό των θηλωμάτων (HPV).
Από τα πολλά στελέχη του συγκεκριμένου ιού, περίπου 30 υπολογίζεται ότι μπορεί να προσβάλουν το γεννητικό σύστημα. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε όμως ότι η παρουσία του ιού και μόνο δεν οδηγεί απαραίτητα σε ανάπτυξη καρκίνου του τραχήλου.
Πως μεταδίδεται ο ιός HPV
O ιός HPV μεταδίδεται κυρίως με τη σεξουαλική επαφή. H πρόωρη έναρξη σεξουαλικών επαφών καθώς και οι πολλοί σύντροφοι, δημιουργούν προϋποθέσεις μόλυνσης από πολλά στελέχη.
Έχει υπολογισθεί ότι μέχρι και το 70% των γυναικών που έχουν σεξουαλικές επαφές έρχονται σε επαφή με κάποιο τύπο του ιού HPV.
H συμβολή του Test Pap στην ανίχνευση των βλαβών που προκαλεί ο ιός είναι καθοριστική!
H μόλυνση από τον ιό μπορεί να οδηγήσει:
-Σε λανθάνουσα λοίμωξη που δεν θα διαγνωσθεί ποτέ με τις συνήθεις τεχνικές και θα προκαλέσει διέγερση του ανοσοποιητικού συστήματος και ανοσία.
-Σε ανάπτυξη οξυτενών κονδυλωμάτων από τα στελέχη χαμηλού κινδύνου.
-Σε ενεργό λοίμωξη και ανάπτυξη υποκλινικών, αόρατων στο γυμνό οφθαλμό προκαρκινικών αλλοιώσεων, από στελέχη υψηλού κινδύνου.
Οι αλλοιώσεις αυτές χαρακτηρίζονται ως:
-Ήπιες ή χαμηλού βαθμού αλλοιώσεις (HPV, CIN1 ή LGSIL).
-Βαριές ή υψηλόβαθμες αλλοιώσεις (CIN2, CIN3 ή HGSIL).
-Άτυπες αλλοιώσεις του αδενικού επιθηλίου (AGUS).
-Διηθητικός καρκίνος.
-Αδιευκρίνιστες αλλοιώσεις.
Οι περισσότερες αλλοιώσεις που προκαλεί ο ιός είναι γενικά καλοήθεις και υποχωρούν αυτόματα σε διάστημα 12-36 μηνών.
Ακόμη δεν έχει εξηγηθεί γιατί ορισμένες αλλοιώσεις υποστρέφουν γρήγορα, ενώ άλλες επιμένουν ή εξελίσσονται.
Για να μάθει μία γυναίκα ποιους τύπους HPV έχει, μπορεί να κάνει μοριακό τεστ, το λεγόμενο HPV DNA test.
Οι βαριές δυσπλασίες απαιτούν θεραπεία κωνοειδούς εκτομής του τραχήλου η οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη χρήση:
-Νυστεριού.
-Laser διοξειδίου του άνθρακα (CO2).
-Μονοπολικής διαθερμίας με τη μορφή αγκύλης (LETZ).
-Μονοπολικής διαθερμίας με τη μορφή βελόνης (NETZ).
Εμβολιασμός, ένα σημαντικό «όπλο» κατά του HPV
Στη χώρα μας ο εμβολιασμός κατά του HPV έχει ενταχθεί επίσημα στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών του Υπουργείου Υγείας και παρέχεται από τα ασφαλιστικά ταμεία.
Ο εμβολιασμός κατά του HPV προλαμβάνει λοιμώξεις από τον HPV, αλλά δεν αντιμετωπίζει υπάρχουσες λοιμώξεις ή ασθένειες. Για αυτό τον λόγο συνιστάται να γίνεται το εμβόλιο πριν από οποιαδήποτε έκθεση στον ιό δηλαδή πριν ξεκινήσουν οι σεξουαλικές σχέσεις.
Μετά τον εμβολιασμό πρέπει να συνεχίσω να κάνω TEST PAP;
Ο εμβολιασμός προστατεύει αποτελεσματικά από τα νοσήματα που προκαλούν οι τύποι που περιλαμβάνονται στα εμβόλια. Δεν προστατεύει πλήρως από όλους τους ογκογόνους τύπους, συνεπώς θα πρέπει να συνεχίσετε να εξετάζεστε και μετά τον εμβολιασμό. Δύο τύποι, οι 16 και 18 είναι υπεύθυνοι για το 70% των καρκίνων του τραχήλου της μήτρας. Ο τακτικός έλεγχος για τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας είναι απαραίτητος, ακόμα κι αν έχετε κάνει το εμβόλιο κατά του HPV.
Ο τακτικός έλεγχος για τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας είναι απαραίτητος, ακόμα κι αν έχετε κάνει το εμβόλιο κατά του HPV. Εάν λοιπόν ελέγχεστε σε τακτά χρονικά διαστήματα με τις εξετάσεις που έχουμε στη διάθεσή μας σήμερα όπως το τεστ Παπανικολάου κι αν χρειάζεται HPV-τεστ, κολποσκόπηση και βιοψία, τότε είστε ασφαλής καθώς οι προκαρκινικές αλλοιώσεις μπορούν να εντοπιστούν έγκαιρα και να θεραπευτούν.