Τα «πεταχτά αυτιά» είναι μια από τις πιο συχνές δυσμορφίες που μπορεί να παρουσιάζει ένα παιδί. Πρόκειται για μια κατάσταση που, ενώ δεν επηρεάζει την ακοή, δημιουργεί ωστόσο αισθητικό και ψυχολογικό πρόβλημα στο παιδί, λόγω των επικρίσεων που δέχεται συχνά από το περιβάλλον του.
Πως διορθώνονται τα “πεταχτά αυτιά” και ποια είναι η κατάλληλη ηλικία για να υποβληθεί το παιδί σε ωτοπλαστική; Μας απαντά ο Παιδοχειρουργός Dr Κωνσταντίνος Φαρμάκης MD, MSc, PhD.
Τα αφεστώτα ώτα ή αλλιώς «πεταχτά αυτιά» είναι μια γενετική δυσμορφία, που έχει συνήθως κληρονομικά αίτια, αφού τις περισσότερες φορές υπάρχει στο οικογενειακό περιβάλλον του παιδιού κάποιο άτομο με την εν λόγω ιδιαιτερότητα.
Σε αυτή την κατάσταση τα αυτιά προεξέχουν από το κεφάλι περισσότερο από το φυσιολογικό ως συνέπεια έλλειψης ή δυσπλασίας της χονδρικής ανθέλικας –της εσωτερικής αναδίπλωσης του πτερυγίου του ωτός- κατά την ανάπτυξη του εμβρύου στην εγκυμοσύνη, ενώ το πρόβλημα μπορεί να ξεκινά και από την ανωμαλία σχηματισμού της κόγχης.
Πρόκειται για μια από τις συχνότερες συγγενείς ανωμαλίες των πτερυγίων, με το 5-7% των παιδιών που γεννιούνται παγκοσμίως να έχει αφεστώτα ώτα, χωρίς διακρίσεις στα φύλα. Η συγγενής αυτή ανωμαλία μπορεί να είναι ετερόπλευρη η αμφοτερόπλευρη, ενώ κάποιες φορές είναι και ασύμμετρη.
Πέραν του αντίκτυπου στην εξωτερική εμφάνιση, η ύπαρξή της μπορεί να έχει σοβαρές ψυχολογικές συνέπειες στο παιδί, αφού το περιθωριοποιεί και το θέτει στο επίκεντρο πειραγμάτων και κριτικής κυρίως στο σχολικό του περιβάλλον, που καταφέρνουν σημαντικό πλήγμα στην αυτοπεποίθησή του με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κοινωνικότητά του.
Αφεστώτα ώτα και ωτοπλαστική
Τα αφεστώτα ώτα μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά. Για την αποκατάστασή τους η λύση είναι χειρουργική και δεν είναι άλλη από την ωτοπλαστική. Με την επέμβαση αυτή, που είναι καλό να διενεργείται στην ηλικία των 6-7 ετών, αφού δηλαδή έχει ολοκληρωθεί η διάπλαση του αυτιού, το πτερύγιο επιστρέφει στη φυσιολογική ανατομική του θέση σε σχέση με το κρανίο του παιδιού.
Η ωτοπλαστική διενεργείται υπό γενική αναισθησία και κατά τη διάρκειά της πραγματοποιείται μια τομή πίσω από το αυτί, προκειμένου να αποκαλυφθεί ο χόνδρος του πτερυγίου και ο παιδοχειρουργός να μπορεί να διαπλάσει τη χόνδρινη ανθέλικα. Όταν αυτό γίνει, το πτερύγιο δεν υφίσταται πλέον, οπότε το αυτί παίρνει το επιθυμητό σχήμα. Στόχος της επέμβασης είναι να μειώσει την απόσταση μεταξύ κεφαλής και αυτιού στις 25-30 μοίρες.
Πλέον στη διάθεση των ιατρών βρίσκεται και μια πρωτοποριακή μέθοδος για την αποκατάσταση των αφεστώτων ώτων, η ωτοπλαστική με Earfold. Είναι μια μέθοδος που χρησιμοποιεί ένα ελάχιστα επεμβατικό εμφύτευμα, ανάλογο με αυτό που χρησιμοποιείται στα stent στην επεμβατική καρδιολογία.
Το παιδί μετά από μια τέτοια επέμβαση αναρρώνει σε μόλις επτά ημέρες έναντι έξι εβδομάδων της κλασικής ωτοπλαστικής και η επιστροφή στο σχολείο και την καθημερινότητα είναι άμεση. Μάλιστα με την ωτοπλαστική με Earfold μπορεί εκ των προτέρων να αποφασιστεί η θέση των αυτιών του ασθενούς.
Η επέμβαση δεν απαιτεί επιδέσμους, πραγματοποιείται με γενική αναισθησία και διαρκεί μόλις 20 λεπτά και για τα δύο αυτιά στον αντίποδα της κλασικής ωτοπλαστικής που μπορεί να διαρκέσει έως και 2 ώρες.
Είναι σημαντικό οι γονείς να είναι ευαισθητοποιημένοι για τον πιθανό αντίκτυπο που μπορεί να έχουν τα αφεστώτα ώτα στη ζωή των παιδιών τους, ώστε να αναζητήσουν εγκαίρως λύση.