Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη.
Πρόσφατη μεγάλη μελέτη που παρουσιάστηκε στο 43ο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Χειρουργών Καταρράκτη και Διαθλαστικής Χειρουργικής (ESCRS) έδειξε ότι πάνω από το 50% του γενικού πληθυσμού σε ΗΠΑ και Ευρώπη εμφανίζει συμπτώματα ξηροφθαλμίας, αλλά μόνο ένα μικρό ποσοστό λαμβάνει επίσημη διάγνωση και θεραπεία.
Η ξηροφθαλμία προκαλείται από δυσλειτουργία των μεϊβομιανών αδένων των ματιών, που έχει ως αποτέλεσμα τα μάτια να μην παράγουν αρκετά δάκρυα ή τα δάκρυα που παράγονται να εξατμίζονται πολύ γρήγορα.
Η διαταραχή αυτή των ματιών οδηγεί σε δυσάρεστα συμπτώματα όπως επίμονη ξηρότητα, ερυθρότητα των ματιών, κνησμό, τσούξιμο, αίσθηση ξένου σώματος στα μάτια, δακρύρροια και θολή όραση. Παρότι η συχνότητα εμφάνισής της ξηροφθαλμίας αυξάνεται με την ηλικία, παραμένει συχνά αδιάγνωστη ή χωρίς θεραπεία.
Πόσοι υποφέρουν από ξηροφθαλμία;
Ερευνητική ομάδα από το Οφθαλμολογικό Νοσοκομείο Optegra, στη Βαρσοβία, θέλησε να διερευνήσει ποιο είναι το ποσοστό του πληθυσμού σήμερα που επηρεάζεται από την ξηροφθαλμία.
Οι ερευνητές παρουσίασαν στο ESCRS τα αποτελέσματα μιας μεγάλης έρευνας που πραγματοποιήθηκε τον Απρίλιο του 2024 σε 2.003 ενήλικες στις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς και στοιχεία από μια μεγάλη διεθνή μελέτη της εταιρείας Bausch & Lomb.
Η μελέτη αυτή περιλαμβάνει περισσότερους από 5.000 ενήλικες σε χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η Γερμανία, η Πολωνία και η Σαουδική Αραβία. Τον Ιούνιο του 2025, στο πλαίσιο της ίδιας μελέτης, εξετάστηκαν επιπλέον 2.580 άτομα από τον γενικό πληθυσμό και 2.572 άτομα που είχαν ήδη διαγνωστεί με ξηροφθαλμία.
Τα ανησυχητικά ευρήματα
Τα ευρήματα ήταν αναπάντεχα και ανησυχητικά καθώς έδειξαν ότι:
• Το 58% του γενικού πληθυσμού αναφέρει συμπτώματα ξηροφθαλμίας, όμως μόνο 1 στους 5 έχει λάβει επίσημη διάγνωση από επαγγελματία υγείας.
• 1 στους 3 ζει με συμπτώματα ξηροφθαλμίας για περισσότερα από πέντε χρόνια πριν ζητήσει βοήθεια, ενώ περίπου οι μισοί ασθενείς ταλαιπωρούνται καθημερινά από τα δυσάρεστα συμπτώματα.
• Το 60% των ατόμων καθυστέρησε τουλάχιστον τέσσερις μήνες να αναζητήσει βοήθεια.
• Το 20% των ατόμων περίμενε πάνω από έναν χρόνο πριν συμβουλευθεί γιατρό.
• 1 στα 3 άτομα ανέφερε ότι τα συμπτώματά του είχαν επιδεινωθεί κατά το τελευταίο έτος, ενώ μόνο το 9% ανέφερε ότι είχε σημειωθεί βελτίωση.
• Οι λιπαντικές οφθαλμικές σταγόνες ήταν η πρώτη και πιο συνηθισμένη θεραπεία, η οποία επιλέγεται είτε από τον ασθενή είτε από τον οφθαλμίατρο. Ωστόσο, μόνο το 25% πίστευε ότι η τρέχουσα θεραπεία τους ήταν ειδικά προσαρμοσμένη στις ανάγκες τους.
«Αυτά τα ευρήματα υπογραμμίζουν τον ευρύτερο αντίκτυπο της ξηροφθαλμίας στην ποιότητα ζωής, δείχνοντας ότι ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων υποφέρει σιωπηλά .Αυτή η καθυστέρηση στην αναζήτηση θεραπείας είναι ανησυχητική, διότι η ξηροφθαλμία είναι μια προοδευτική ασθένεια και η έγκαιρη παρέμβαση μπορεί να αποτρέψει έναν φαύλο κύκλο φλεγμονής», εξηγεί ο Δρ. Piotr Wozniak, διαθλαστικός χειρουργός και ειδικός στην ξηροφθαλμία, στο Οφθαλμολογικό Νοσοκομείο Optegra.
Η σημασία των ευρημάτων
Σύμφωνα με τους ερευνητές, η ξηροφθαλμία δεν πρέπει να θεωρείται ένα αναπόφευκτο μέρος της γήρανσης, καθώς αφορά ένα σημαντικό ποσοστό πληθυσμού από όλες τις ηλικιακές ομάδες.
Όπως τονίζουν, τα ευρήματα της μελέτης είναι ανησυχητικά γιατί δείχνουν ότι η ξηροφθαλμία αναδεικνύεται σε ένα σημαντικό ζήτημα δημόσιας υγείας καθώς, ενώ πλήττει ένα πολύ μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού, παραμένει συχνά υποδιαγνωσμένη και χωρίς θεραπεία.
«Είναι αναγκαίο να εκπαιδεύσουμε τους ασθενείς και το κοινό σχετικά με τις αιτίες, τις συνέπειες και τις επιλογές θεραπείας για την ξηροφθαλμία, καθώς και τη σημασία των τακτικών οφθαλμολογικών ελέγχων. Επιπλέον, πρέπει να υποστηρίξουμε τους επαγγελματίες υγείας στη διάκριση μεταξύ διαφορετικών τύπων ξηροφθαλμίας και στην κατάλληλη αντιστοίχιση των θεραπειών. Η ξηροφθαλμία ενός ατόμου μπορεί να είναι εντελώς διαφορετική από εκείνη ενός άλλου ατόμου», καταλήγει ο Δρ. Wozniak.
