Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη.
Μια νέα μελέτη αποκαλύπτει ότι οι μεγαλύτεροι, ακανόνιστοι και συχνοί ύπνοι κατά τη διάρκεια της ημέρας, και ιδιαίτερα το μεσημέρι, συνδέονται με υψηλότερο κίνδυνο θανάτου.
Ο αντίκτυπος του ύπνου στην υγεία είναι πλέον καλά τεκμηριωμένος, με πολυάριθμες μελέτες να συνδέουν τις κακές συνήθειες ύπνου με μια σειρά από δυσμενείς συνέπειες για την υγεία, όπως οι καρδιαγγειακές παθήσεις, η υπέρταση, η παχυσαρκία, ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2, η γνωστική έκπτωση, η κατάθλιψη, η στυτική δυσλειτουργία και η ακράτεια ούρων.
Ένα σημαντικό ποσοστό ανθρώπων συνηθίζει να κοιμάται και κατά τη διάρκεια της ημέρας, ιδιαίτερα κατά τις μεσημεριανές ώρες. Σύμφωνα με τους ειδικούς, αν και ένας ελαφρύς ύπνος μέσα στην ημέρα προσφέρει αρκετά οφέλη υγείας, είναι εξαιρετικά σημαντικό ο μεσημεριανός ύπνος να είναι σύντομος, ώστε να μην επηρεάσει το φυσιολογικό κύκλο του ύπνου.
Η Αμερικανική Ακαδημία Ιατρικής Ύπνου ενθαρρύνει τους υγιείς ενήλικες να περιορίζουν τους μεσημεριανούς ύπνους σε 20-30 λεπτά νωρίς το απόγευμα. Ενώ ένας σύντομος μεσημεριανός ύπνος μπορεί να βελτιώσει την εγρήγορση και την απόδοση κατά τη διάρκεια της ημέρας, οι μεσημεριανοί ύπνοι που ξεπερνούν τα 30 λεπτά μπορεί να προκαλέσουν ζάλη και θολή σκέψη μετά το ξύπνημα. Αυτό το αίσθημα ζάλης, γνωστό ως «αδράνεια ύπνου», μπορεί να επηρεάσει και να καθυστερήσει τα βραχυπρόθεσμα οφέλη που προσφέρει στην υγεία ο ύπνος.
Πως επηρεάζουν οι συμπεριφορές ύπνου τον κίνδυνο θνησιμότητας
Ερευνητική ομάδα από το Γενικό Νοσοκομείο της Μασαχουσέτης στη Βοστώνη θέλησε να διερευνήσει τη σχέση μεταξύ διαφορετικών συμπεριφορών ύπνου – ιδιαίτερα και τη διάρκεια της ημέρας – και του κινδύνου θνησιμότητας.
Οι ερευνητές παρακολούθησαν για 8 χρόνια τις συνήθειες ύπνου 86.565 ατόμων με μέση ηλικία τα 63 έτη. Όλοι οι συμμετέχοντες φορούσαν ειδικούς αισθητήρες στους καρπούς τους οι οποίοι ανίχνευαν την κίνηση κατά τη διάρκεια του ύπνου. Κατά τη διάρκεια αυτής της χρονικής περιόδου 5.189 άτομα (6%) πέθαναν από διάφορες αιτίες.
Τα ευρήματα αποκάλυψαν ότι οι μεγαλύτεροι σε διάρκεια ύπνοι, η μεταβλητότητα στη διάρκεια του ύπνου και το υψηλότερο ποσοστό μεσημεριανών και απογευματινών ύπνων σχετίστηκαν με μεγαλύτερο κίνδυνο θνησιμότητας.
Τα αποτελέσματα προσαρμόστηκαν και με άλλους πιθανούς παράγοντες που επηρεάζουν τη θνησιμότητα, όπως τα δημογραφικά στοιχεία, το βάρος, το κάπνισμα, η κατανάλωση αλκοόλ και η διάρκεια του νυχτερινού ύπνου.
Όπως διαπιστώθηκε, οι μεγαλύτεροι σε διάρκεια ύπνοι, ιδιαίτερα μεταξύ 11 π.μ. και 1 μ.μ. και 1 μ.μ. έως 3 μ.μ., συσχετίστηκαν με υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας.
«Η μελέτη καλύπτει ένα σημαντικό κενό γνώσης και προσφέρει ισχυρά στοιχεία που δείχνουν πως το πόσο και πότε κοιμάται κάποιος κατά τη διάρκεια της ημέρας, μπορεί να αποτελούν σημαντικούς δείκτες μελλοντικού κινδύνου για την υγεία. Είναι ενδιαφέρον ότι τα δεδομένα που προέκυψαν δείχνουν κινδύνους που σχετίζονται με τον ύπνο το μεσημέρι και νωρίς το απόγευμα, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με όσα γνωρίζαμε μέχρι σήμερα για τον μεσημεριανό ύπνο» λέει ο Δρ. ChenluGao, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα αποτελέσματα της μελέτης είναι σημαντικά και υπογραμμίζουν την ανάγκη να λαμβάνονται υπόψη οι συμπεριφορές ύπνου κατά τη διάρκεια της ημέρας κατά την αξιολόγηση των κινδύνων θνησιμότητας σε ενήλικες.
Πηγή: American Academy of Sleep Medicine
