Ο Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου 1 είναι ασθένεια αυτοάνοσης αιτιολογίας, δηλαδή ο ίδιος ο οργανισμός μέσω αντισωμάτων που παράγει επιτίθεται και καταστρέφει τα β κύτταρα του παγκρέατος, τα οποία παράγουν ινσουλίνη, με αποτέλεσμα να υπάρχει ελάχιστη ή μηδενική έκκριση ινσουλίνης. Συνήθως, εμφανίζεται στην παιδική ή εφηβική ηλικία, με το 85% των περιστατικών ΣΔτ1 να εκδηλώνεται σε ηλικία μικρότερη των 20 ετών, με μέση ηλικία εμφάνισης τα 14 έτη.
Από τη Ρούλα Σκουρογιάννη
Χωρίς να έχει γίνει σαφώς γνωστή η ακριβής αιτιολογία του ΣΔτ1, το βέβαιο είναι ο σημαντικός ρόλος του ανοσοποιητικού συστήματος και η αδυναμία του οργανισμού να παράγει ινσουλίνη. Τα άτομα με Διαβήτη αυτού του τύπου πρέπει να λαμβάνουν εξωγενώς ινσουλίνη για να επιβιώσουν. Περίπου 1 στα 300 παιδιά & έφηβοι έχουν Διαβήτη τύπου 1 και περίπου το 5-10% του συνόλου των Διαβητικών ασθενών πάσχουν από Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 1. Βέβαια, έχει βρεθεί ότι ανάμεσα σε διαφορετικές εθνικότητες ή φυλές, ο ΣΔτ1 έχει διαφορετικά ποσοστά εμφάνισης.
Η νόσος εκδηλώνεται με απότομη έναρξη συμπτωμάτων όπως: πολυουρία, πολυδιψία, απώλεια βάρους και κόπωση. Απαιτεί ισόβια θεραπεία με ινσουλίνη για τον έλεγχο των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα. Διαγιγνώσκεται με μέτρηση των επιπέδων C-πεπτιδίου που δείχνει την έλλειψη ενδογενούς ινσουλίνης.
Για τις εξελίξεις στη διαχείριση του Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 1, μιλά, στο DaiyPharmaNews, ο αναπληρωτής καθηγητής Παθολογίας-Διαβήτη στην Ιατρική Σχολή Του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Παναγιώτης Γ. Χαλβατσιώτης, επισημαίνοντας πως:
«Οι περισσότερες εξελίξεις που αναμένονται στον Σακχαρώδη Διαβήτη το επόμενο διάστημα αφορούν κυρίως τον ΣΔ τύπου1.
Η σημαντικότερη εξέλιξη αφορά την ινσουλίνη σε χάπι, με νανοσωματιδία, η οποία θα είναι έξυπνη, δεν θα κάνει υπογλυκαιμίες όταν το σάκχαρο του αίματος είναι σε φυσιολογικά επίπεδα. Επίσης, βρίσκεται σε εξέλιξη μελέτη με βλαστοκύτταρα. Όπως, δηλαδή κάνουμε την αυτόλογη μεταμόσχευση, δηλαδή παίρνουμε βλαστοκύτταρα τα κάνουμε β κύτταρα και τα εγχέουμε πάλι χωρίς να χρειάζεται ανοσοκαταστολή».
- Αυτή η θεραπεία με βλαστοκύτταρα που αναμένεται θα προσφέρει ίαση στον διαβητικό ασθενή;
«Ναι, αυτός είναι ο στόχος. Η έρευνα βρίσκεται στο σημείο όπου φτιάχνουμε κύτταρα που θα παράγουν συνεχώς ινσουλίνη. Εκείνο που πρέπει να βρεθεί είναι ο μηχανισμός να τα φρενάρει να παράγουν ινσουλίνη, όταν δεν την χρειάζεται ο οργανισμός. Τα πειραματόζωα πεθαίνουν από βαριά υπογλυκαιμία. Ωστόσο, η έρευνα θα εξελιχθεί σε αυτόν τον τομέα.
Επίσης, εξελίσσεται η τεχνολογία με τα κλειστά κυκλώματα παροχής ινσουλίνης, με τον μετρητή και την αντλία».
Τέλος, δεν πρέπει να παραλείψουμε να αναφέρουμε το έξυπνο, αποτελεσματικό και εύχρηστο σύστημα διαχείρισης του διαβήτη που είναι διαθέσιμο και στη χώρα μας εδώ και αρκετούς μήνες και αποζημιώνεται μέσω του Εθνικού Οργανισμού Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (ΕΟΠΥΥ), όπως επίσης και μέσω άλλων φορέων κύριας ασφάλισης, ακολουθώντας τις διαδικασίες του εκάστοτε φορέα.
Το σύστημα συνεχούς παρακολούθησης γλυκόζης σε πραγματικό χρόνο (CGM) κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στην Ελλάδα τον περασμένο χειμώνα και πλέον αποζημιώνεται για όλα τα άτομα με διαβήτη τύπου 1 από την ηλικία των δύο ετών και άνω, για εγκύους, καθώς και για ασθενείς με ΣΔ2 με παγκρεατεκτομή. Η συνεχής παρακολούθηση γλυκόζης διευκολύνει τη διαχείριση του διαβήτη, καθώς απαλλάσσει τους ασθενείς από επώδυνα τρυπήματα των δακτύλων και συνεχείς σαρώσεις. Και όχι μόνο αυτό: Τα συστήματα συνεχούς μέτρησης της γλυκόζης επί 24ωρου βάσης, παρέχουν πληροφορίες σε πραγματικό χρόνο όσον αφορά το πώς συγκεκριμένες τροφές, η σωματική δραστηριότητα και άλλοι παράγοντες οι οποίοι σχετίζονται με τον τρόπο ζωής, επηρεάζουν τα επίπεδα της γλυκόζης. Βάσει αυτών των πληροφοριών, οι χρήστες των συστημάτων μπορούν να λάβουν αποτελεσματικές αποφάσεις θεραπείας, οι οποίες εξασφαλίζουν αύξηση του χρόνου παραμονής εντός φυσιολογικών επιπέδων γλυκόζης, γεγονός που με τη σειρά του οδηγεί σε αποτελεσματικότερο έλεγχο του Σακχαρώδη Διαβήτη, και λιγότερες μακροχρόνιες επιπλοκές. Είναι εξαιρετικά σημαντικό για τους γονείς σχετικά με τη διαχείριση της νόσου του παιδιού τους: Χωρίς πλέον να χρειάζεται να τρυπούν το δάχτυλο του παιδιού πολλές φορές μέσα στη μέρα, οι γονείς είναι πια σε θέση να έχουν μια πληρέστερη εικόνα των επιπέδων γλυκόζης του παιδιού τους, όπως π.χ. η τιμή και η κατεύθυνση της γλυκόζης, ώστε να λαμβάνουν αποτελεσματικότερες αποφάσεις θεραπείας.