Σύμφωνα με νέα αμερικανική έρευνα, ο ιός Epstein-Barr φαίνεται ότι αυξάνει τον κίνδυνο νόσησης από επτά σοβαρές αυτοάμυνες παθήσεις.
Εκτιμάται ότι το 90% των ανθρώπων παγκοσμίως είναι φορείς του ιού Epstein-Barr, ενός είδους ερπητοϊού που προκαλεί λοιμώδη μονοπυρήνωση, μια ασθένεια γνωστή και ως η «νόσος του φιλιού». Είναι μια ασθένεια που προτιμά κυρίως τους εφήβους και τις μικρότερες ηλικίες και κατά κύριο λόγο μεταδίδεται μέσω του σάλιου.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, μια πρωτεΐνη του ιού Epstein-Barr προσδένεται σε διάφορα σημεία του ανθρώπινου γονιδιώματος, τα οποία σχετίζονται με άλλες παθήσεις εκτός από την λοιμώδη μονοπυρήνωση. Οι επτά αυτές παθήσεις είναι ο ερυθηματώδης λύκος, η πολλαπλή σκλήρυνση, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, η νεανική ιδιοπαθής αρθρίτιδα, η φλεγμονώδης νόσος του εντέρου, η κοιλιοκάκη και ο διαβήτης τύπου 1.
Όπως εξηγούν οι ερευνητές, οι πρωτεΐνες που παράγει ο ιός Epstein-Barr αλληλεπιδρούν ευρέως με το DNA του ανθρώπου, ενεργοποιώντας τα γονίδια κινδύνου για διάφορες παθήσεις, με συνέπεια να αυξάνεται κατά πολύ ο γενετικός κίνδυνος για την εκδήλωση των παραπάνω ασθενειών.
Τα προηγούμενα χρόνια οι επιστήμονες είχαν ενδείξεις ότι ο ιός συνδέεται και με μερικές άλλες σπάνιες παθήσεις, όπως για παράδειγμα με ορισμένους καρκίνους του λεμφικού συστήματος. Ωστόσο, είναι η πρώτη φορά που επιβεβαιώνεται μέσα από έρευνα ότι ο συγκεκριμένος ιός μπορεί να οδηγήσει σε πολλαπλές ασθένειες από τις οποίες πάσχουν πολλά εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο.
Όπως επισημαίνει ο επικεφαλής της έρευνας ο Δρ. Τζον Χάρλεϊ «η ανακάλυψη πιθανότατα θα θεωρηθεί αρκετά σημαντική για να ωθήσει και άλλους επιστήμονες διεθνώς να μελετήσουν τη σχέση του ιού με αυτές τις παθήσεις, πράγμα που μπορεί να οδηγήσει σε νέες θεραπείες και τρόπους πρόληψης που σήμερα δεν υπάρχουν» .
Οι ερευνητές ωστόσο τόνισαν ότι η μόλυνση από τον ιό Epstein-Barr δεν είναι ο μόνος παράγοντας που συμβάλλει στην εκδήλωση των επτά αυτοάνοσων παθήσεων. Πολλά άλλα γονίδια που δεν αλληλεπιδρούν με τις πρωτεΐνες του ιού αυξάνουν τον γενετικό κίνδυνο γι’ αυτές. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο Δρ. Τζον Χάρλεϊ, «είναι πιθανό ότι η επίδραση του ιού ποικίλλει από ασθένεια σε ασθένεια. Στον ερυθηματώδη λύκο και στην πολλαπλή σκλήρυνση πιθανώς ένα μεγάλο ποσοστό περιπτώσεων ασθενών οφείλονται στον ιό, αλλά δεν έχουμε ακόμη ιδέα ποιο μπορεί να είναι το ποσοστό για τις άλλες αυτοάνοσες παθήσεις» .
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό γενετικής Nature Genetics.