Ο υπερβολικά εμπλεκόμενος γονιός, συχνά υπό το πρίσμα των καλύτερων προθέσεων, υπονομεύει την ανάπτυξη και την αυτονομία του παιδιού του.
Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη
Κύριο μέλημα κάθε γονιού είναι αναμφίβολα η φροντίδα και η προστασία του παιδιού. Πότε όμως η ανάγκη για προστασία γίνεται υπερβολική, καταπιέζοντας την ελευθερία επιλογής του παιδιού να αναπτυχθεί ως προσωπικότητα, να εμπλουτιστεί με εμπειρίες, να εφοδιαστεί με δεξιότητες, να χτίσει το “δικό του κόσμο”;
Ο Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας Δημήτρης Κουτζαμάνης εξηγεί στο DailyPharmaNews πως εκφράζεται η συμπεριφορά των υπερβολικά εμπλεκόμενων γονιών και ποιες είναι οι επιπτώσεις στα παιδιά.
«Ο υπερβολικά εμπλεκόμενος γονιός είναι εκείνος που, ως αποτέλεσματης δικής του ανασφάλειας και των ανεκπλήρωτων επιθυμιών του, παρεμβαίνει, καταπιέζει και σε κάποιες περιπτώσεις συντρίβει, την ελευθερία επιλογής του παιδιού του. Είναι αυτός που παίρνει «αντ΄ αυτού» αποφάσεις, καθοδηγώντας το σε έναν δρόμο που δεν είναι επιθυμία του παιδιού, αλλά αυτός που εκείνος αντιλαμβάνεταιως καλύτερο ή ασφαλέστερο. Παρεμβαίνει στον ίδιο τον πυρήνα της αυτονομίας του παιδιού, αποστερώντας του την ευκαιρία να κάνει τα δικά του λάθη, να βιώσει τις δικές του αποτυχίες και επιτυχίες και να χτίσει με βάση την αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση του,τον δικό του κόσμο.
Αυτός ο γονιός χειραγωγεί το παιδί με χειρισμούς, εντολές και ενοχές, αναφέροντας τις θυσίες που έχει κάνει για αυτό. Αυτά τα χαρακτηριστικά είναι δοσμένα με τόση τέχνη, που δύσκολα κάποιο παιδί θα μπορέσει να αντισταθεί.
«Το επάγγελμα του μέλλοντος είναι….Ακολούθησε αυτές τις σπουδές, ακόμα και αν δεν σου αρέσουν και θα με θυμηθείς».
«Στην οικογένεια μας είμαστε από πάππου προς πάππου…Δεν θα διακόψεις εσύ αυτή την οικογενειακή ιστορία».
«Δεν είναι κατάλληλη σχέση αυτή για εσένα. Εσύ χρειάζεσαι ένα άνθρωπο που…».
Αναφέροντας τις θυσίες, πραγματικές ή μη, ενεργοποιεί ένα εργαλείο συναισθηματικού εκβιασμού, προσπαθώντας να το κάνει να αισθάνεται υπεύθυνο για την ευτυχία του γονιού. Είναι σαν να του λέει: «Εσύ οφείλεις να ζήσεις τη ζωή που εγώ δεν κατάφερα να ζήσω».
Πώς εκφράζεται η συμπεριφορά της υπερβολικά εμπλεκόμενης μητέρας
Η μορφή αυτής της συμπεριφοράς συχνά εκφράζεται μέσα από την υπερβολικά παρούσα μητέρα, που τρέχει διαρκώς πίσω από τα παιδιά της, γεμάτη άγχος, δημιουργώντας νέες ανάγκες που μόνο εκείνη μπορεί να καλύψει. Αυτή η μητέρα πιστεύει πως μόνο εκείνη ξέρει πώς να τα προστατεύσει, μόνο εκείνη μπορεί να τα αγαπάει με «μια αγάπη που μόνο η μάνα μπορεί να προσφέρει», περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον, ακόμα και από τον εαυτό τους.
Ο φόβος της ότι κάτι θα πάει στραβά, ότι το παιδί δεν θα τα καταφέρει, την κάνει να εμπλέκεται υπερβολικά σε κάθε πτυχή της ζωής τους, στερώντας τους την δυνατότητα να αναπτυχθούν συναισθηματικά και να αναλάβουν την ευθύνη του εαυτού τους. Ως αποτέλεσμα,διαταράσσει τη συναισθηματική ισορροπία του παιδιού, τόσο όσο και ο απόντας πατέρας, καθώς δεν του επιτρέπει να δημιουργήσει μια σταθερή εικόνα για τον εαυτό του.
Ο υπερβολικά εμπλεκόμενος πατέρας
Ο υπερβολικά εμπλεκόμενος πατέρας συχνά επικεντρώνεται σε συγκεκριμένους τομείς της ζωής του παιδιού, όπως τα σπορ και την επαγγελματική του πορεία. Οι άντρες στην πλειονότητα τους αντιλαμβάνονται το πεδίο της εργασίας ως κριτήριο καταξίωσης και κοινωνικής αναγνώρισης και επιδιώκουν να επιτύχουν μέσα από τα παιδιά τους όνειρα που ίσως οι ίδιοι δεν εκπλήρωσαν.
Ο πατέρας αυτός δεν αφήνει το παιδί να επιλέξει την κατεύθυνση που κλίνει, αλλά αντίθετα το σπρώχνει σε δρόμους που το ίδιο δεν θα είχε διαλέξει. Η πίεση αυτή συχνά μεταφράζεται σε μια δυστυχία που γεννιέται από την αίσθηση ότι δεν εκπληρώνει τις προσδοκίες του γονιού του, ότι δεν ανταποκρίνεται στα όνειρα που έχουν σχεδιαστεί για εκείνο και βιώνει την ύπαρξη του σαν ένα ψάρι έξω από τα νερά του.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, το παιδί μεγαλώνει με μια αίσθηση κενού. Αντί να εξερευνά τον κόσμο με τη δική του περιέργεια και να ανακαλύπτει τα δικά του ταλέντα και επιθυμίες, περιορίζεται από το βάρος των προσδοκιών και των άγχη που του επιβάλλονται. Αυτό το παιδί δεν μπορεί να νιώσει ευτυχία ή ολοκλήρωση, γιατί η ζωή που ζει δεν είναι δική του. Το δυναμικό του παραμένει ανεκπλήρωτο και συχνά καταλήγει σε έναν αέναο αγώνα να αποδείξει στον γονιό ότι αξίζει, ενώ το μόνο που πραγματικά επιθυμεί είναι να του επιτραπεί να βρει τον δικό του δρόμο.
Ο υπερβολικά εμπλεκόμενος γονιός, συχνά υπό το πρίσμα των καλύτερων προθέσεων, υπονομεύει την ανάπτυξη του παιδιού του, δημιουργώντας μια συναισθηματική δίνη όπου η αυτονομία και η ελευθερία του παιδιού πνίγονται από την ανησυχία και την ανάγκη του γονιού να ελέγχει και να καθοδηγεί τα πάντα. Είναι σημαντικό για κάθε γονιό να αναγνωρίσει τα όρια ανάμεσα στην υποστήριξη και τον έλεγχο, αφήνοντας χώρο στο παιδί να βρει τη δική του πορεία στη ζωή».