H νόσος του Crohn είναι μια φλεγμονώδης νόσος του εντέρου που προσβάλλει κυρίως το εντερικό τοίχωμα, αλλά μπορεί ωστόσο να εκδηλωθεί και σε οποιαδήποτε περιοχή της γαστρεντερικής οδού. Είναι μια χρόνια ασθένεια που χαρακτηρίζεται από διαστήματα υφέσεων και εξάρσεων.
Η νόσος του Crohn εκδηλώνεται εξίσου σε άνδρες και γυναίκες, με συχνότητα εμφάνισης 6-15 περιστατικά ανά 100.000 άτομα. Μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία, ωστόσο η ανάπτυξη συμπτωμάτων είναι πιο συχνή στην εφηβεία και στις ηλικίες 20-30 ετών.
Παρόλο που η νόσος θεωρείται σπάνια στον παιδιατρικό πληθυσμό, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια αυξανόμενη συχνότητα εμφάνισης μεταξύ των παιδιών όλων των ηλικιών. Τα παιδιά που έχουν διαγνωστεί με πρώιμη έναρξη της νόσου του Crohn μπορεί να εμφανίσουν διατροφικές ελλείψεις, που επηρεάζουν αρνητικά την ανάπτυξη και την μετάβασή τους στην εφηβεία.
Για ένα σημαντικό ποσοστό ασθενών η νόσος του Crohn μπορεί να είναι μια πολύ επώδυνη και εξαντλητική κατάσταση, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις συνοδεύεται από σοβαρές επιπλοκές που μπορεί να θέσουν τη ζωή των ασθενών σε κίνδυνο.
Αίτια
H αιτιολογία της νόσου του Crohn είναι άγνωστη. Σύμφωνα με τους ειδικούς, φαίνεται ότι ένας συνδυασμός παραγόντων όπως η κληρονομικότητα, η δυσλειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και ορισμένοι περιβαλλοντικοί παράγοντες παίζουν σημαντικό ρόλο στην παθογένεση της νόσου.
Επιδημιολογικές μελέτες έχουν αναδείξει μία γενετική προδιάθεση για τη νόσο του Crohn. Περίπου το 22% των ασθενών έχουν κάποιο συγγενή α΄ βαθμού με φλεγμονώδη πάθηση του εντέρου. Άλλες μελέτες υποστηρίζουν ότι το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού αντιδρά σε κάποιον ιό ή σε κάποιο βακτήριο προκαλώντας έτσι εξελισσόμενη φλεγμονή στο έντερο.
Συμπτώματα
Τα συμπτώματα της νόσου του Crohn ποικίλουν από ασθενή σε ασθενή και συνήθως αναπτύσσονται βαθμιαία. Σε σπάνιες περιπτώσεις, τα συμπτώματα μπορεί να εμφανιστούν ξαφνικά και με δραματική εικόνα.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, τα αρχικά συμπτώματα της νόσου του Crohn μπορεί να περιλαμβάνουν:
- διάρροια
- κοιλιακές κράμπες
- αίμα στα κόπρανα
- πυρετό
- απώλεια της όρεξης
- κούραση
- απώλεια βάρους
- αίσθηση ότι το έντερό δεν αδειάζει μετά από κένωση
- συχνή ανάγκη για αφόδευση (τεινεσμός)
- περιπρωκτικό συρίγγιο
- έλκη που μπορεί να εμφανιστούν από το στόμα μέχρι τον πρωκτό
- φλεγμονή των αρθρώσεων και του δέρματος
Τα παιδιά και οι έφηβοι είναι λιγότερο πιθανό να εμφανίσουν συμπτώματα που περιορίζονται στο λεπτό έντερο. Περίπου το 30% από αυτά θα αναπτύξει περιπρωκτική νόσο, η οποία επηρεάζει την περιοχή γύρω από τον πρωκτό.
Κάποιοι ασθενείς μπορεί να εμφανίζουν πολύ ήπια συμπτώματα της νόσου με αραιές εξάρσεις, ενώ κάποιοι άλλοι υποφέρουν από πολύ σοβαρά και συχνά επεισόδια, ορισμένα από τα οποία απαιτούν άμεση νοσοκομειακή ή και χειρουργική αντιμετώπιση.
Διάγνωση
Η έγκαιρη διάγνωση της νόσου του Crohn είναι πολύ σημαντική για την αποφυγή σοβαρών επιπλοκών. Σε πολλές περιπτώσεις η διάγνωση της νόσου είναι δύσκολη γιατί τα συμπτώματά της ομοιάζουν με άλλες εντερικές διαταραχές, όπως είναι το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου και η ελκώδης κολίτιδα.
Είναι επίσης σημαντικό να σημειωθεί ότι η νόσος είναι πιο δύσκολο να διαγνωστεί με ακρίβεια σε ηλικιωμένα άτομα, λόγω του μεγάλου αριθμού άλλων παθολογικών καταστάσεων που έχουν λόγω της προχωρημένης ηλικία τους.
Οι απεικονιστικές μέθοδοι, όπως η μαγνητική ή η αξονική εντερογραφία, παίζουν σημαντικό ρόλο στη διάγνωση της νόσου καθώς επιτρέπουν με ακρίβεια την απεικόνιση του λεπτού εντέρου. Αναγκαίες διαγνωστικές εξετάσεις για την νόσο του Crohn είναι επίσης η γαστροσκόπηση και η κολονοσκόπηση, καθώς προσφέρουν σημαντικές διαγνωστικές πληροφορίες για την ακριβή εντόπιση αλλά και για τη βαρύτητα προσβολής της νόσου.
Η εξέταση αντισωμάτων p-ANCA και ASCA μπορεί να φανεί ιδιαίτερη χρήσιμη για τη διαφορική διάγνωση μεταξύ ελκώδους κολίτιδας και νόσου του Crohn.
Θεραπεία
Δεν υπάρχει οριστική θεραπεία για τη νόσο του Crohn. Η θεραπεία και παρακολούθηση της νόσου στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στη βαρύτητα των συμπτωμάτων, η οποία μπορεί να χαρακτηριστεί από ήπια έως σοβαρή. Οι διαθέσιμες θεραπείες μπορούν να περιορίσουν σημαντικά τα συμπτώματα και να οδηγήσουν τους ασθενείς σε μακροχρόνια ύφεση της νόσου.
Η θεραπεία σε όλες τις ηλικίες των ασθενών περιλαμβάνει κατά κύριο λόγο τη χρήση ανοσοκατασταλτικών και βιολογικών παραγόντων και ειδικό διατροφικό πλάνο. Οι αλλαγές στη διατροφή των ασθενών είναι ευεργετικές καθώς συμβάλλουν σημαντικά στην μείωση της φλεγμονής και επομένως και των ενοχλητικών συμπτωμάτων της νόσου.
Σε περίπτωση που η φαρμακευτική αγωγή αποτύχει να βελτιώσει την ποιότητα ζωής του ασθενή ή προκαλεί σοβαρές παρενέργειες, τότε κρίνεται αναγκαία η χειρουργική επέμβαση. Ενδείξεις για χειρουργική επέμβαση αποτελούν τα συρίγγια, τα αποστήματα, η αιμορραγία, η στένωση και η διάτρηση του εντέρου.
Εκτιμάται ότι περίπου το 50% των ασθενών που υποβάλλονται σε χειρουργική επέμβαση θα χρειαστεί να κάνουν και δεύτερη επέμβαση κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της ζωής τους.
Η σοβαρότητα και η εξέλιξη της νόσου διαφέρει σημαντικά από ασθενή σε ασθενή. Ωστόσο, ακόμη και στις περιόδους ύφεσης των συμπτωμάτων, ο ασθενής θα πρέπει προληπτικά να επισκέπτεται το γιατρό του τουλάχιστον μία φορά το εξάμηνο.