Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη.
Ερευνητές εντόπισαν έναν νέο βιοδείκτη στον εγκέφαλο που θα μπορούσε να οδηγήσει σε έγκαιρη διάγνωση και πιο εξατομικευμένη θεραπεία της ψύχωσης.
Ο όρος “ψύχωση” αναφέρεται σε ένα σύνολο συμπτωμάτων όπως απώλεια επαφής από την πραγματικότητα, παραισθήσεις, ψευδαισθήσεις και παράλογες πεποιθήσεις. Πρόκειται για μία σοβαρή αλλά θεραπευτικά αντιμετωπίσιμη παθολογική διαταραχή, η οποία, σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να αποτελεί σύμπτωμα άλλων παθήσεων ψυχικής υγείας, όπως η σχιζοφρένεια, η διπολική διαταραχή ή η σοβαρή κατάθλιψη. Η έγκαιρη διάγνωση της ψύχωσης βελτιώνει μακροπρόθεσμα τα αποτελέσματα της θεραπείας.
Τι έδειξαν τα αποτελέσματα έρευνας
Ερευνητές από το Ινστιτούτο Νευροεπιστήμης Del Monte στο Πανεπιστήμιο του Ρότσεστερ εντόπισαν έναν νέο βιοδείκτη στον εγκέφαλο που θα μπορούσε να προβλέψει την έναρξη της ψύχωσης πριν εμφανιστούν τα συμπτώματα, μια ανακάλυψη που θα μπορούσε να οδηγήσει σε πιο έγκαιρες παρεμβάσεις και πιο εξατομικευμένη φροντίδα της σοβαρής αυτής διαταραχής.
Ως βιοδείκτης ορίζεται ένα χαρακτηριστικό το οποίο μπορεί να μετρηθεί αντικειμενικά και αξιόπιστα και να μας παρέχει πληροφορίες για την υγεία ή την παθολογική κατάσταση ενός ατόμου.
Ειδικότερα, οι βιοδείκτες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να μετρήσουν τις φυσιολογικές βιολογικές διεργασίες στο σώμα, την εξέλιξη μια νόσου στο σώμα ή την ανταπόκριση ενός ατόμου σε μια θεραπεία ή ένα φάρμακο. Η εφαρμογή των βιοδεικτών καλύπτει όλο το φάσμα της ιατρικής επιστήμης και των ιατρικών ειδικοτήτων, τόσο στην διάγνωση, όσο και την θεραπεία.
Χρησιμοποιώντας δεδομένα που συλλέχθηκαν από την Μελέτη “Human Connectome Early Psychosis Project”, οι ερευνητές εξέτασαν μαγνητικές τομογραφίες από 159 συμμετέχοντες. Από αυτούς, 105 άτομα είχαν αναπτύξει ψυχωσική διαταραχή τουλάχιστον έως και πέντε χρόνια πριν από την συμμετοχή τους στην μελέτη.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι στους εγκεφάλους των συμμετεχόντων με ψύχωση, οι αισθητήριες περιοχές στον φλοιό ήταν ασθενέστερα συνδεδεμένες μεταξύ τους ενώ αντίθετα, ήταν πιο ισχυρά συνδεδεμένες με τον θάλαμο, τον σταθμό αναμετάδοσης πληροφοριών του εγκεφάλου.
Αυτές οι διαφορές εντοπίστηκαν στο σωματοκινητικό δίκτυο, το οποίο επεξεργάζεται τη σωματική κίνηση και τις αισθήσεις, και στο οπτικό δίκτυο, το οποίο δημιουργεί αναπαραστάσεις αντικειμένων, προσώπων και πολύπλοκων χαρακτηριστικών. Ο συνδυασμός των μοτίβων αποσύνδεσης σε αυτά τα δύο δίκτυα επέτρεψε στους ερευνητές να δημιουργήσουν έναν «σωματο-οπτικό» βιοδείκτη. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι, αυτός ο «σωματο-οπτικός» βιοδείκτης ήταν αξιόπιστος σε πολλαπλές σαρώσεις και ανθεκτικός στη φαρμακευτική αγωγή ή στις επιπτώσεις του στρες.
«Η δημιουργία τέτοιων βιοδεικτών θα μπορούσε να αποτελέσει ένα βασικό βήμα στην αλλαγή του τρόπου με τον οποίο φροντίζουμε, θεραπεύουμε και προσφέρουμε παρεμβάσεις σε άτομα με ψύχωση. Με μια σάρωση που διαρκεί μόνο 5 λεπτά θα μπορούσαμε ενδεχομένως να βελτιώσουμε την ικανότητά μας να προβλέψουμε ποια άτομα σε κίνδυνο θα μεταβούν σε μια ψυχωτική διαταραχή, η οποία με τη σειρά της θα μπορούσε να επιτρέψει πιο έγκαιρες θεραπείες ή παρεμβάσεις», δήλωσε ο Δρ Brian Keane, PhD, επίκουρος καθηγητής Ψυχιατρικής στο Κέντρο Οπτικής Επιστήμης και Νευροεπιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Ρότσεστερ και επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας.
Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, το επόμενο βήμα στην έρευνά τους θα εστιάσει στο εάν ο σωματο-οπτικός βιοδείκτηςπου εντόπισαν εμφανίζεται πριν την εκδήλωση της ψύχωσης ή όταν η διαταραχή έχει ήδη εκδηλώσει συμπτώματα.
Πηγή: Molecular Psychiatry