Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη.
Η Διαταραχή του Εμβρυϊκού Αλκοολικού Φάσματος (FASD) είναι μια από τις πιο συχνές αιτίες νευροαναπτυξιακών προβλημάτων στα παιδιά. Πρόκειται για μια δια βίου νευροαναπτυξιακή διαταραχή που εμφανίζεται σε παιδιά που οι μητέρες τους είχαν καταναλώσει αλκοόλ κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Υπολογίζεται ότι η FASD επηρεάζει περίπου 1 στα 20 παιδιά σχολικής ηλικίας στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα παιδιά που γεννιούνται με τη συγκεκριμένη διαταραχή αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη μάθηση, στη συγκέντρωση και στην προσαρμογή σε νέες καταστάσεις.
Ωστόσο, μέχρι σήμερα δεν ήταν γνωστό ποιο ακριβώς σημείο του εγκεφάλου ευθύνεται για αυτή την «γνωστική ακαμψία», δηλαδή την αδυναμία αλλαγής σκέψης ή συμπεριφοράς όταν αλλάζουν οι συνθήκες.
Μια νέα μελέτη από το Πανεπιστήμιο Texas A&M διαπίστωσε ότι η κατανάλωση αλκοόλ κατά την εγκυμοσύνη ή λίγο μετά τη γέννα προκαλεί βλάβες σε συγκεκριμένα εγκεφαλικά κύτταρα των παιδιών που σχετίζονται με τη λήψη αποφάσεων και τον έλεγχο παρορμήσεων.
Η μελέτη εστίασε σε έναν ιδιαίτερο τύπο εγκεφαλικών κυττάρων που ονομάζονται χολινεργικοί ενδονευρώνες (CINs). Τα κύτταρα αυτά λειτουργούν σαν «μαέστροι της ορχήστρας» στο σύστημα λήψης αποφάσεων του εγκεφάλου, ελέγχοντας τη συμπεριφορά, τη μάθηση και την ευελιξία σκέψης.
Τι αποκάλυψαν τα ευρήματα
Με την χρήση εξελιγμένων τεχνικών απεικόνισης, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι ο αριθμός των CINs ήταν σημαντικά μειωμένος στα παιδιά που είχαν εκτεθεί σε αλκοόλ προγεννητικά. Αυτό σημαίνει πως το αλκοόλ διαταράσσει τα «κύτταρα- μαέστρους», προκαλώντας δυσκολία στον εγκέφαλο να παίρνει σωστές αποφάσεις.
Επιπλέον, διαπιστώθηκε πως η παραγωγή ακετυλοχολίνης – μια ουσία απαραίτητη για τη μάθηση και την προσαρμογή – ήταν πολύ χαμηλότερη στα παιδιά που είχαν εκτεθεί σε αλκοόλ προγεννητικά.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης ότι τα παιδιά που είχαν εκτεθεί σε αλκοόλ πριν γεννηθούν έπιναν αλκοόλ και στην ενήλικη ζωή τους, ακόμα και όταν το ποτό είχε πικρή γεύση. Αυτό δείχνει ότι οι αλλαγές στον εγκέφαλο μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο εθισμού και άλλων παρορμητικών συμπεριφορών αργότερα στη ζωή.
«Όταν τα κύτταρα του εγκεφάλου που ελέγχουν τις αποφάσεις καταστρέφονται, οι επιπτώσεις δεν μένουν μόνο στον εγκέφαλο. Αντίθετα, εμφανίζονται και στην καθημερινή συμπεριφορά, με τη μορφή εξαρτήσεων και καταναγκαστικών πράξεων», εξηγεί ο Δρ. Jun Wang, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, δεν υπάρχει ασφαλής ποσότητα αλκοόλ που μπορεί να καταναλώσει μια γυναίκα κατά την εγκυμοσύνη. Τα ευρήματα της μελέτης αποδεικνύουν ότι η κατανάλωση αλκοόλ κατά την εγκυμοσύνη μπορεί να προκαλέσει μόνιμες αλλαγές στον εγκέφαλο του παιδιού, επηρεάζοντας τη μάθηση, τη σκέψη και τη συμπεριφορά του. Η καλύτερη προστασία επομένως είναι η απόλυτη αποχή από το αλκοόλ σε όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αλλά και μετά τον τοκετό.
Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Neuropharmacology.
