Η Merck ανακοίνωσε τη Δευτέρα ότι η εξαγορά της Cidara Therapeutics , αξίας περίπου 9,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων, προσφέρει μια σημαντική εμπορική ευκαιρία, η οποία εκτιμάται ότι μπορεί να ξεπεράσει τα 5 δισεκατομμύρια δολάρια, και αφορά στην απόκτηση πειραματικού αντιιικού φαρμάκου. Το φάρμακο βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο κλινικών δοκιμών και έχει σχεδιαστεί για να προσφέρει προστασία από όλες τις παραλλαγές της γρίπης, ανεξαρτήτως της ανοσολογικής κατάστασης του ασθενούς.
Το εν λόγω φάρμακο δεν είναι εμβόλιο και, σύμφωνα με την εταιρεία, θα μπορούσε να προσφέρει προστασία με μία μόνο δόση σε όσους το λάβουν. Παράλληλα, η Merck τόνισε ότι δεν αναμένει να απαιτηθεί έγκριση από την Επιτροπή Εμβολίων των ΗΠΑ (CDC Advisory Panel) πριν από την κυκλοφορία του, γεγονός που σχετίζεται με τη φύση του φαρμάκου ως αντιικού και όχι εμβολίου.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Merck, Robert Davis, δήλωσε σε τηλεδιάσκεψη με αναλυτές: «Δεν θα έλεγα ότι οι αλλαγές στην πολιτική γύρω από τα εμβόλια στις ΗΠΑ επηρέασαν την εκτίμησή μας για το φάρμακο ή την απόφασή μας να προχωρήσουμε στη συμφωνία». Η Merck εκτιμά ότι περίπου 110 εκατομμύρια Αμερικανοί θα είναι επιλέξιμοι να λάβουν το φάρμακο, εκ των οποίων 85 εκατομμύρια θεωρούνται υψηλού κινδύνου για γρίπη, ενώ η μακροπρόθεσμη παραγωγή του, προγραμματίζεται σε εγκαταστάσεις της Merck στις ΗΠΑ.
Η εταιρεία σημειώνει ότι η εξαγορά της Cidara αναμένεται να μειώσει προσωρινά τα κέρδη της κατά περίπου 30 σεντς ανά μετοχή κατά τον πρώτο χρόνο μετά την ολοκλήρωση της συμφωνίας, λόγω των επενδύσεων για την ανάπτυξη του φαρμάκου και του κόστους χρηματοδότησης. Η συμφωνία αναμένεται να ολοκληρωθεί το πρώτο τρίμηνο του 2026.
ΠΗΓΗ: Reuters
