Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη.
Μια νέα προκλινική μελέτη σε ποντίκια διαπιστώνει ότι, μια φυσική ένωση που προέρχεται από βακτήρια φιλικά προς το έντερο μπορεί να επιβραδύνει σημαντικά την εξέλιξη της λεύκης, μιας επίκτητης δερματοπάθειας που επηρεάζει το 0,5% έως 2% του παγκόσμιου πληθυσμού.
Η λεύκη είναι ένα αυτοάνοσο νόσημα που χαρακτηρίζεται από την απώλεια της φυσικής µελάγχρωσης του δέρµατος λόγω της καταστροφής της µελανίνης. Για άγνωστο λόγο, ο οργανισμός καταστρέφει ορισμένα μελανοκύτταρα, με συνέπεια να μην παράγεται μελανίνη σε κάποια σημεία του σώματος, με αποτέλεσμα να ασπρίζει το δέρμα.
Ο αποχρωματισμός εμφανίζεται συνήθως στο πρόσωπο, το τριχωτό της κεφαλής, τα χέρια, καθώς και γύρω από το στόμα και τα γεννητικά όργανα. Πολλά άτομα με λεύκη έχουν επίσης τουλάχιστον μία ακόμη αυτοάνοση πάθηση.
Οι τρέχουσες θεραπευτικές επιλογές για τη λεύκη περιλαμβάνουν τοπικά κορτικοστεροειδή, φωτοθεραπεία και ανοσοτροποποιητικούς παράγοντες. Αυτές οι θεραπείες δεν είναι πάντα αποτελεσματικές για όλους τους ασθενείς ενώ συχνά μπορεί να εμφανίσουν σημαντικές παρενέργειες. Κατά συνέπεια, υπάρχει επιτακτική ανάγκη να διερευνηθούν νέες θεραπευτικές οδοί για τη λεύκη.
Η μικροβιακή θεραπεία προσφέρει νέες ελπίδες στους ασθενείς
Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι στον ιστό που έχει προσβληθεί από λεύκη, υπάρχει μια ανισορροπία στην κοινότητα των διαφορετικών τύπων μικροβίων που κατοικούν φυσικά το δέρμα. Συγκεκριμένα, υπάρχει έλλειψη ωφέλιμων προβιοτικών βακτηρίων, τα οποία προστατεύουν τα μελανοκύτταρα, ενώ υπάρχει πληθώρα επιβλαβών βακτηρίων όπως ο στρεπτόκοκκος .
Βασιζόμενοι σε αυτά τα δεδομένα, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Northwestern θέλησαν να διερευνήσουν εάν το Bacillus subtilis , ένα προβιοτικό βακτήριο που βρίσκεται στο έντερο (και στο έδαφος) μπορεί να επιβραδύνει την εξέλιξη της λεύκης. Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν μια τροποποιημένη εκδοχή του μικροβίου για να παράγουν μεγαλύτερες από τις κανονικές ποσότητες βιοδραστικών μορίων, γνωστών ως εξωπολυσακχαρίτες (EPS). Οι ουσίες αυτές είναι γνωστό ότι μειώνουν τις ανεπιθύμητες ανοσολογικές αντιδράσεις.
Σε εργαστηριακές δοκιμές που πραγματοποιήθηκαν σε ποντίκια με λεύκη, μια ομάδα τρωκτικών έλαβε εβδομαδιαίες ενέσεις EPS για συνολικά 18 εβδομάδες, ενώ μια ομάδα ελέγχου δεν έλαβε θεραπεία EPS .
Τα ευρήματα της μελέτης έδειξαν ότι, η απώλεια της χρωστικής στην πλάτη των ποντικών που έλαβαν θεραπεία με EPS μειώθηκε κατά 74%. Η ανάλυση ιστού έδειξε ότι στο δέρμα των ποντικών που υποβλήθηκαν σε θεραπεία, υπήρξε μείωση 63,6% στα κυτταροτοξικά Τ κύτταρα, τα οποία σκοτώνουν τα μελανοκύτταρα. Ταυτόχρονα, υπήρξε αύξηση 1,7 φορές στα ρυθμιστικά Τ κύτταρα που προστατεύουν τα μελανοκύτταρα.
«Τα αποτελέσματα της μελέτης είναι εκπληκτικά καθώς διαπιστώθηκε για πρώτη φορά ότι, η χορήγηση μιας μικροβιακής ένωσης σε εβδομαδιαία βάση σε ποντίκια με τάση για λεύκη κατέστειλε σημαντικά την εξέλιξη της νόσου. Το προϊόν μείωσε τα φονικά Τ κύτταρα που επιτίθενται στη χρωστική ουσία του δέρματος και αύξησε τα προστατευτικά ρυθμιστικά Τ κύτταρα, τα οποία είναι συνήθως σπάνια σε ασθενείς με λεύκη. Αυτή η απλή μικροβιακή ένωση θα μπορούσε να λειτουργήσει ως αυτόνομη θεραπεία ή συνδυαστικά με τις υπάρχουσες θεραπείες», δήλωσε η Δρ. Caroline Le Poole, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας και καθηγήτρια δερματολογίας και μικροβιολογίας-ανοσολογίας στο Northwestern University Feinberg School of Medicine.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, η επόμενη πρόκληση είναι η προσαρμογή του μικροβιακού αυτού προϊόντος για ανθρώπινη χρήση. Επιπλέον, απαιτείται περαιτέρω έρευνα για να διαπιστωθεί εάν αυτή η μικροβιακή ένωση θα μπορούσε ενδεχομένως να θεραπεύσει και άλλες αυτοάνοσες παθήσεις, ιδιαίτερα αυτές που περιλαμβάνουν φονικά Τ κύτταρα στο δέρμα.
Πηγή: Journal of Investigative Dermatology