Ο κερατόκωνος είναι μια εκφυλιστική οφθαλμική πάθηση στην οποία ο στρογγυλός-θολωτός κερατοειδής χιτώνας λεπταίνει προοδευτικά και εξασθενεί, προκαλώντας την ανάπτυξη κωνικής διόγκωσης με αποτέλεσμα οπτική ανωμαλία του κερατοειδούς. Ο κερατοειδής χιτώνας είναι υπεύθυνος για τη σωστή εστίαση του φωτός στο εσωτερικό του οφθαλμού και οποιαδήποτε παραμόρφωσή του επιφέρει σοβαρές συνέπειες στην όραση. Κατά κανόνα προσβάλλει και τα δύο μάτια με διαφορετικό ρυθμό εξέλιξης.
Η πάθηση συνήθως εκδηλώνεται στα τέλη της εφηβείας ή στις αρχές της τρίτης δεκαετίας, και ανακαλύπτεται συνήθως κατά τη διάρκεια μιας εξέτασης ρουτίνας από τους οφθαλμιάτρους. Η πάθηση πολύ σπάνια εκδηλώνεται μετά την ηλικία των 40 ετών, ενώ η εξέλιξή της μπορεί να σταματήσει οποιαδήποτε στιγμή. Ο κερατόκωνος προκαλεί προοδευτικά πτώση της όρασης η οποία, σε προχωρημένα στάδια της πάθησης, δεν βελτιώνεται με γυαλιά και μπορεί να οδηγήσει μέχρι και σε ολική απώλεια της όρασης.
Δεν πρόκειται για μια σπάνια πάθηση αφού, σύμφωνα με τους ειδικούς, ένας στους δέκα νεαρούς Έλληνες πάσχει από αυτή την εκφυλιστική νόσο των ματιών, με αρκετούς από αυτούς να μην το γνωρίζουν καθώς έχουν ήπια μορφή της πάθησης και δεν έχουν υποβληθεί ποτέ σε εξέταση.
Αίτια
Τα αίτια του κερατόκωνου παραμένουν σε μεγάλο βαθμό άγνωστα αν και μπορεί να υπάρχει συσχέτιση με γενετική προδιάθεση. Παράγοντες κινδύνου που σχετίζονται με τον κερατόκωνο θεωρούνται:
• Το οικογενειακό ιστορικό κερατόκωνου.
• Η μακροχρόνια χρήση φακών επαφής.
• Η προωρότητα.
• Η καλοκαιρινή κερατοεπιπεφυκίτιδα.
• Το βίαιο και συχνό τρίψιμο των ματιών.
• Κάποιες κληρονομικές ασθένειες ή γενετικές παθήσεις, όπως το σύνδρομο Down, η συγγενής αμαύρωση του Leber, το σύνδρομο Ehlers-Danlos, η ατελής οστεογένεση, η μελαγχρωστική αμφιβληστροειδίτιδα, κ.ά.
Συμπτώματα
Στα αρχικά στάδια ο κερατόκωνος είναι ασυµπτωµατικός και η διάγνωση γίνεται συχνά σε τυχαίο οφθαλμολογικό έλεγχο. Καθώς η πάθηση εξελίσσεται τα συμπτώματα που μπορεί να εμφανιστούν είναι:
• Συνεχώς αυξανόμενη μυωπία και αστιγματισμός.
• Συχνή συνταγογράφιση με αλλαγές στα γυαλιά όρασης.
• Θολή όραση.
• Διεστραμμένη όραση.
• Αυξημένη ευαισθησία σε φως και λάμψεις.
• Προβληματική όραση κατά την διάρκεια της νύχτας.
• Δυσκολία οδήγησης κατά τη διάρκεια της νύχτας.
• Κεφαλαλγίες.
• Οφθαλμικό άλγος.
Διάγνωση
Η πιο αξιόπιστη μέθοδος διάγνωσης του κερατόκωνου είναι η τοπογραφία κερατοειδούς. Πρόκειται για μια μη επεμβατική απεικονιστική εξέταση, κατά την οποία γίνεται χαρτογράφηση της καμπυλότητας σε όλη την επιφάνεια του κερατοειδούς.
Η ακριβής διάγνωση του κερατόκωνου είναι πολύ σημαντική, διότι αν δεν γίνει εγκαίρως αντιληπτός και δεν αντιμετωπιστεί σωστά, ο ασθενής μπορεί να χρειαστεί να υποβληθεί σε μεταμόσχευση κερατοειδούς.
Θεραπεία
Ο ήπιος κερατόκωνος δεν προκαλεί σοβαρά προβλήματα όρασης και δεν χρειάζεται εξειδικευμένη θεραπεία πέραν των φακών επαφής και των διορθωτικών γυαλιών οράσεων.
Στα πιο προχωρημένα στάδια της πάθησης οι ασθενείς μπορεί να χρειαστούν χειρουργική επέμβαση, με κυριότερες:
•Tην ένθεση ειδικών κερατοειδικών δακτυλίων, που είναι μικρά διαφανή πλαστικά ενθέματα σε σχήμα τόξου τα οποία ο οφθαλμίατρος τοποθετεί χειρουργικά στον κερατοειδή.
• Την μέθοθο Cross-linking, όπου εφαρμόζεται τοπικά στον κερατοειδή ειδικό διάλυμα ριβοφλαβίνης και στη συνέχεια ακολουθεί έκθεση σε υπεριώδη ακτινοβολία UV-A για περίπου 30 λεπτά. Η μέθοδος αυτή έχει σαν αποτέλεσμα τη σταθεροποίηση του κερατοειδούς και την ανάσχεση της περαιτέρω λέπτυνσής του.
• Την μεταμόσχευση του κερατοειδούς, όπου ο οφθαλμίατρός αντικαθιστά ολόκληρο ή μέρος του πάσχοντος κερατοειδούς με υγιή ιστό κερατοειδούς δότη.